Ευάγγελος Παπαστράτος: Η ιστορία πίσω από τον ιδρυτή της θρυλικής καπνοβιομηχανίας

Οραματιστής, δημιουργικός και πρωτοπόρος, ο Αγρινιώτης βιομήχανος άφησε ανεξίτηλο το στίγμα του στην ιστορία της ελληνικής επιχειρηματικότητας

Αν υπάρχει ένα όνομα που είναι συνυφασμένο με την ιστορία του ελληνικού καπνού αυτό είναι αναμφισβήτητα το όνομα του Ευάγγελου Παπαστράτου. Ξεκινώντας σχεδόν από το τίποτα με μοναδικό του όπλο το επιχειρηματικό του δαιμόνιο και την μεγάλη του αγάπη για το καπνό, ο Ευάγγελος Παπαστράτος δημιούργησε έναν «επιχειρηματικό μύθο» ο οποίος εδώ και οκτώ δεκαετίες αποτελεί τη μεγαλύτερη ελληνική καπνοβιομηχανία και έναν από τους καλύτερους εκπροσώπους του ελληνικού επιχειρείν.

Ο Ευάγγελος Παπαστράτος γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1884. Παιδί μιας πολύτεκνης οικογένειας, ο γιος του Αναστασίου και της Χαρίκλειας Παπαστράτου, αναγκάστηκε να δουλέψει από πάρα πολύ μικρή ηλικία. Πριν κλείσει τα 4 του χρόνια ο Ευάγγελος Παπαστράτος χάνει τον πατέρα του. Για να βοηθήσει την μητέρα του εργάστηκε ως μαθητευόμενος υπάλληλος στο εμπορικό κατάστημα του Αν. Παναγόπουλου σε ηλικία μόλις 12 ετών.

Η εργατικότητα και το οξυδερκές πνεύμα του Ευάγγελου Παπαστράτου έγιναν από την πρώτη στιγμή εμφανή. Τον πρώτο καιρό είχε αναλάβει την φροντίδα του μαγαζιού ενώ λίγο αργότερα μετέφερε τα εμπορεύματα στα σπίτια για να διαλέξουν οι πελάτισσες και να δώσουν παραγγελίες. Ο Αν. Παναγόπουλος διέκρινε τις μεγάλες δυνατότητες του μικρού τότε Ευάγγελου, ο οποίος σύντομα τον έφερε σε επαφή με τα καπνά. Με τον καιρό ο Ευάγγελος Παπαστράτος άρχισε να παρίσταται στο ζύγισμα των καπνών ενώ συμμετείχε πλέον ενεργά και στην επεξεργασία τους στο σπίτι του αφεντικού του.

Ο καπνός γοήτευσε από την πρώτη στιγμή τον Ευάγγελο Παπαστράτο, ο οποίος αν και μικρός σε ηλικία είχε αποφασίσει ήδη να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στην παραγωγή και επεξεργασία των ελληνικών καπνών, με όραμα τη δημιουργία της δικής του επιχείρησης.

Μετά από πέντε χρόνια, σε ηλικία 17 ετών, ο Ευάγγελος Παπαστράτος αφήνει πίσω του το μικρό μαγαζί με τα υφάσματα και γίνεται υπάλληλος στην καπνεμπορική εταιρεία «Ρόζης και Βαρνάβας». Εκεί μαθαίνει πολλά για την συλλογή και την επεξεργασία των καπνών και αποκτά τα βασικά εφόδια τα οποία θα τον συντροφεύσουν σε όλη την μετέπειτα επιχειρηματική του σταδιοδρομία.

Τα πρώτα επιχειρηματικά βήματα

Σημείο καμπής στη ζωή του Ευάγγελου Παπαστράτου και κατ’ επέκταση ολόκληρου του ελληνικού επιχειρείν, αποτέλεσε η συνεργασία με τον Σωτήρη Αυγερινό, γνωστό τυρέμπορο του Αγρινίου. Ο Ευάγγελος Παπαστράτος συνεταιριζόμενος με τον Σωτήρη Αυγερινό συστήνει το 1906 την εταιρεία «Αυγερινός-Παπαστράτος» με εταιρικά κεφάλαια 6.000 δραχμών, εκ των οποίων τα μισά καταβλήθηκαν από τον ίδιο τον Ευάγγελο Παπαστράτο αφού έλαβε δάνειο.

Η εταιρεία αυτή έμελλε τελικά να γίνει ο πυρήνας της μετέπειτα «αυτοκρατορίας» της Παπαστράτος. Από την πρώτη στιγμή της οι ικανότητές του Ευάγγελου Παπαστράτου εντοπίστηκαν στο εμπόριο του καπνού και πολύ σύντομα η εταιρεία προόδευσε επιχειρηματικά και οικονομικά καταλαμβάνοντας εξέχουσα θέση στο ελληνικό καπνεμπόριο. Η «Αυγερινός-Παπαστράτος» με επίκεντρο την ποιότητα του καπνού και την ανάπτυξη σχέσεων εμπιστοσύνης με τους παραγωγούς, αναπτύχθηκε με ταχύτατους ρυθμούς. Το 1909, η εταιρεία αρχίζει τις πρώτες εξαγωγές στις αγορές του εξωτερικού. Η «Αυγερινός-Παπαστράτος» την ίδια χρονιά έφτασε σε συμφωνία με το εργοστάσιο παραγωγής τσιγάρων του Αγγελή Κωνσταντίνου στο Ανόβερο, ο οποίος προώθησε για πρώτη φορά τα ελληνικά καπνά στη γερμανική αγορά.

Την ανοδική πορεία της «Αυγερινός-Παπαστράτος» διακόπτει το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων και η στράτευση του Ευάγγελου Παπαστράτου. Μετά το τέλος των δύο πολέμων, ο επιχειρηματικός «γενάρχης» της οικογένειας επιστρέφει στο Αγρίνιο με στόχο την αναδιοργάνωση της εταιρείας.

Το 1913, ο Σωτήρης Αυγερινός φεύγει από τη ζωή μετά από μάχη με μια βαρύτατη ασθένεια και η εταιρεία διαλύεται αποδίδοντας υψηλά κέρδη, μετά από τον επτάχρονο βίο της, ύψους 150.000 δραχμών. Στη συνέχεια ο Ευάγγελος Παπαστράτος μαζί με τον αδελφό του Σωτήρη, ίδρυσαν την εταιρεία «Αφοι Παπαστράτου» στην οποία προσχώρησαν ως μέτοχοι και τ΄ άλλα μεγαλύτερα αδέλφια τους Ιωάννης και Επαμεινώνδας. Το 1919, μετά το τέλος του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου η εταιρεία μεταφέρει την έδρα της στην Αθήνα, αρχικά στην οδό Σωκράτους 85 και το 1925 στην οδό Σταδίου 31. Ταυτόχρονα, τα αδέλφια Παπαστράτου προχωρούν τις διαδικασίες για την ίδρυση υποκαταστήματος στα μεγαλύτερα καπνικά κέντρα της χώρας, επενδύοντας σε υποδομές τελευταίας τεχνολογίας με σύγχρονα μηχανήματα και υγιεινό περιβάλλον για τους εργαζόμενους.

Αξίζει να σημειωθεί κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου, έως τότε, πολέμου της ιστορίας, η εταιρεία των αδελφών Παπαστράτου κατάφερε όχι μόνο να διατηρήσει αλλά και να αυξήσει την παραγωγή της, θεμελιώνοντας την πρωτοκαθεδρία της στον κλάδο των ελληνικών καπνών.

Την ίδια περίοδο επεκτείνεται η εξαγωγική δραστηριότητα της εταιρείας, με τα ελληνικά καπνά να ταξιδεύουν μέσω του εγχειρήματος των αδερφών Παπαστράτου στις αγορές των ΗΠΑ, του Καναδά, της Αιγύπτου και της Σκανδιναβίας. Από το 1921 ως και το 1929 η εταιρεία των αδελφών Παπαστράτου εξήγε κατά μέσον όρο ετησίως 3.382 τόνους καπνών, καλύπτοντας το 1/10 του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών.

Η άνοδος της δυναστείας Παπαστράτου

Παρά τον τεράστιο αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης στην ελληνική οικονομία μετά το κραχ του 1929, τα αδέρφια Παπαστράτου ιδρύουν τον Ιούλιο του 1930 την «Παπαστράτος Ανώνυμη Βιομηχανική Εταιρεία Σιγαρέττων» για την κατασκευή και εμπορία τσιγάρων. Τον Μάιο του επόμενου έτους, εγκαινιάζεται το νέο υπερσύγχρονο – για τα δεδομένα της εποχής – εργοστάσιο στον Πειραιά παρουσία του ίδιου του Ελευθερίου Βενιζέλου. Σχεδόν την ίδια στιγμή η Παπαστράτος λανσάρει την ιστορική μάρκα τσιγάρων «Άσσος» ταυτίζοντας το όνομά της με το κάπνισμα στην Ελλάδα. Έκτοτε η βιομηχανική παρουσία της οικογένειας άλλαξε τα δεδομένα στον κλάδο του τσιγάρου.

Καθ’ όλη τη δεκαετία του ’30 ο καπνός αποτελεί την κινητήριο δύναμη της ελληνικής οικονομίας. Στον κλάδο των καπνικών προϊόντων απασχολείται, την περίοδο αυτή, το 1/6 του πληθυσμού της Ελλάδας, ενώ οι εξαγωγές καπνών αποτελούν το 1/2 των συνολικών ελληνικών εξαγωγών στο εξωτερικό. Μολονότι το διεθνές επιχειρηματικό περιβάλλον επλήγη βαρύτατα κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, η εταιρεία κατόρθωσε να συνεχίσει με επιτυχία την υλοποίηση του σχεδίου επέκτασης στις αγορές του εξωτερικού, με τα προϊόντα της να φτάνουν σε περισσότερες από 45 χώρες.

Η περίοδος από το 1936 μέχρι το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945, ήταν ίσως η δυσκολότερη στην ιστορία της εταιρείας. Μεγάλο μέρος του εργοστασίου στον Πειραιά καταστρέφεται, ενώ οι κατοχικές κυβερνήσεις περιόρισαν σημαντικά την παραγωγή, επιτάσσοντας συχνά τα εμπορεύματά της εταιρείας.

Μόλις λίγα χρόνια μετά το τέλος της Κατοχής, η Παπαστράτος επέστρεψε στην ηγετική της θέση εγκαινιάζοντας μια περίοδο αλματώδους ανάπτυξης και ευημερίας η οποία συνεχίζεται σχεδόν απρόσκοπτα μέχρι σήμερα. Μετά το τέλος του πολέμου, η εταιρεία αναπτύσσεται με «φρενήρεις ρυθμούς» επενδύοντας σημαντικά σε υποδομές, πρώτες ύλες και ανθρώπινο δυναμικό, καταγράφοντας σταθερά αυξημένη κερδοφορία και άνοδο στις εξαγωγές.

Τη δεκαετία του 50’ η Παπαστράτος λανσάρει για πρώτη φορά το τσιγάρο με φίλτρο και το μαλακό πακέτο, ενώ απασχολεί περισσότερους από 2.500 εργαζόμενους, αριθμός ιδιαίτερα μεγάλος για μια ελληνική ιδιωτική επιχείρηση εκείνης της εποχής.

Την επόμενη δεκαετία η εταιρεία αναλαμβάνει τη διάθεση καπνού στην ιταλική αγορά για την παραγωγή του «Άσσου», ενώ το 1966 συνεργάζεται με τη γερμανική Reemtsma για την παραγωγή του «Astor».

Το 1974 η Παπαστράτος προχωρά σε συμφωνία-σταθμό με την Philip Morris International για την παραγωγή του θρυλικού Marlboro στην Ελλάδα, το οποίο δίχως αμφιβολία αποτέλεσε σήμα κατατεθέν για τη γενιά της μεταπολίτευσης. Μετά την πτώση της Χούντας, η εταιρεία εκσυγχρονίζεται με νέες υποδομές αυξάνοντας μάλιστα την παραγωγή της σε 4.000 τσιγάρα το λεπτό.

Πέντε χρόνια αργότερα, ο οραματιστής επιχειρηματίας και πρωτεργάτης της Παπαστράτος, Ευάγγελος Παπαστράτος, φεύγει από τη ζωή σε ηλικία 95 ετών αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα του στο ελληνικό επιχειρείν. Τη συνέχιση του οράματος του εμβληματικού επιχειρηματία αναλαμβάνει ο Τάσος Παπαστράτος, ο τελευταίος από τους απογόνους των τεσσάρων αδελφών που έφερε αυτό το όνομα, ο οποίος απεβίωσε το 1998 κλείνοντας έναν μεγάλο κύκλο της ιστορικής εταιρείας.

Την ίδια χρονιά ιδρύεται το Ίδρυμα Παπαστράτος το οποίο αναλαμβάνει να συνεχίσει το πλούσιο κοινωνικό έργο που είχαν ξεκινήσει οι αδελφοί Παπαστράτου από την αρχή της πορείας τους.

Δυναμική είσοδος στον 21ο αιώνα

Το 2003, η Παπαστράτος εισέρχεται στη νέα εποχή όταν και εξαγοράζεται από την Philip Morris International. Ωστόσο η Παπαστράτος παρέμεινε πιστή στις αξίες οι οποίες χαρακτηρίζουν την εταιρεία από τις αρχές του 20ου αιώνα.

Με την υλοποίηση ενός επενδυτικού προγράμματος άνω του ενός δισ. ευρώ από το 2003 στο εργοστάσιο της εταιρείας στον Ασπρόπυργο, στους ανθρώπους και τα σήματα της εταιρείας αλλά και σε σημαντικές ενέργειες για την ανακούφιση ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και την καταπολέμηση του παράνομου εμπορίου τσιγάρων, η Παπαστράτος διασφαλίζει τη δυναμική επιχειρηματική ανάπτυξη, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς της καθώς και περαιτέρω ευκαιρίες εξέλιξης για τους εργαζομένους της.

Η τελευταία νέα επένδυση 300 εκατομμυρίων ευρώ ανακοινώθηκε τον Μάρτιο του 2017. Η Παπαστράτος μετατρέπει το εργοστάσιό της σε μονάδα παραγωγής των ράβδων καπνού για το IQOS, ενώ δημιουργεί 400 νέες θέσεις εργασίας για την παραγωγή του IQOS, στις προστίθενται περισσότερες από 250 θέσεις για την προώθηση και κυκλοφορία του προϊόντος στην ελληνική αγορά.

Με μια ιστορία άνω των 85 χρόνων, η Παπαστράτος συνεχίζει να είναι δυναμικά παρούσα στην εγχώρια αγορά προσφέροντας σημαντική στήριξη στην ελληνική οικονομία και κοινωνία. Το 2016 αναδείχθηκε ως η ”#1 Πιο Αξιοθαύμαστη Εταιρεία” στην Ελλάδα ανεξαρτήτως κλάδου, από το περιοδικό Fortune και το 2017 ως η “#1 Πιο Αξιοθαύμαστη Βιομηχανία”.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ