Μπερνάρ Αρνό: O «λύκος» της Louis Vuitton που εκθρόνισε τον Τζεφ Μπέζος

Ποιος είναι ο άνδρας πίσω από την αυτοκρατορία των 317 δισ. δολαρίων.

Από τη στιγμή που ξεκίνησε η πανδημία της Covid-19, όλα τα μάτια στη βιομηχανία των ειδών πολυτελείας είναι στραμμένα στον Μπερνάρ Αρνό. Στις αρχές του 2020 ο ισχυρός άνδρας του ομίλου LVMH (Louis Vuitton Moen Hennessy) με περιουσία που ξεπερνά τα 100 δισ. δολάρια, εκθρόνισε – έστω και προσωρινά – τον Τζεφ Μπέζος από την κορυφή της λίστας με τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου.

Η κρίση του κορωνοιού έπληξε σημαντικά τον γαλλικό όμιλο. Τον Μάιο της περσινής χρονιάς, η περιουσία του θρυλικού επιχειρηματία μειώθηκε κατά 30 δισ. δολάρια μετά την πτώση της τάξεως του 19% που σημείωσε η μετοχή της LVMH. Ωστόσο ο πανίσχυρος μεγιστάνας δεν έδειξε σημάδια ανησυχίας. Όπως όλος ο επιχειρηματικός κόσμος, έτσι και ο ίδιος γνωρίζει καλά πως ακόμα και μια παγκόσμια πανδημία δεν μπορεί να βάλει τέλος στην αυτοκρατορία που εκείνος έχτισε.

Ο 72χρονος Μπερνάρ Αρνό είναι ο ιθύνων νους πίσω από την LVMH, η οποία με 70 και πλέον πασίγνωστα brands στο χαρτοφυλάκιο της, προσφέρει τα καλύτερα προϊόντα πολυτελείας στον κόσμο. Ο Γάλλος businessman, διαβόητος για την σκληρή επιχειρηματική πολιτική που ακολουθεί και την τάση να λαμβάνει μεγάλα ρίσκα, έχει αποκτήσει το προσωνύμιο «ο λύκος με το κασμίρ». Όταν οι ανταγωνιστές της LVΜΗ κινούνται με προσοχή, ο Αρνό προχωρά σε τεράστιες και ενίοτε επισφαλείς επενδύσεις χωρίς να υπολογίζει τον κίνδυνο.

Η επιχειρηματική δράση του πρωτοπόρου επιχειρηματία ξεκινά το 1971 όταν μετά την αποφοίτησή του από την περίφημη γαλλική Ecole Polytechnique, ο νεαρός Μπερνάρ Αρνό ξεκίνησε να εργάζεται για την Ferret-Savinel, την κατασκευαστική εταιρεία του πατέρα του.

Σε ηλικία 25 ετών ο Αρνό ανέλαβε τη διοίκηση της Ferret Savinel, ενώ γρήγορα έστρεψε την προσοχή της εταιρείας στο χώρο του real estate. Την ίδια στιγμή ξεκίνησε να επενδύει στην αγορά των Ηνωμένων Πολιτείων, απόφαση πρωτόγνωρη για έναν Γάλλο επιχειρηματία.

Σημείο καμπής στο success story του Μπερνάρ Αρνό αποτέλεσε η εξαγορά της Christian Dior τη δεκαετία του ’80. O Όμιλος Willot, μητρική εταιρεία της Dior πτώχευσε το 1984 και η γαλλική κυβέρνηση έψαχνε απεγνωσμένα κάποιο ενδιαφερόμενο για να τη σώσει. «Αμέσως σκέφτηκα ότι αυτό το brand (σ.σ. η Dior) έχει σημαντικές προοπτικές. Η αξία της ήταν υποτιμημένη. Γρήγορα προχώρησα στην εξαγορά της. Ήταν μια κίνηση με μεγάλο ρίσκο καθώς η εταιρεία ήταν πολύ μεγαλύτερη από εκείνη του πατέρα μου. Αλλά ξεκινώντας από εκεί χτίσαμε την LVMH του σήμερα» δήλωνε ο Αρνό.

Εκείνη την περίοδο η Louis Vuitton και η Moet Henessy προχώρησαν σε συγχώνευση δημιουργώντας τον όμιλο LVMH. Τα επόμενα δύο χρόνια ο Μπερνάρ Αρνό επένδυσε τεράστια κεφάλαια στην εταιρεία και γρήγορα έγινε ο μεγαλύτερός της μέτοχος, ενώ σήμερα κατέχει τη θέση του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου του ομίλου. Αξίζει να αναφερθεί πως τότε έλαβε χώρα μια από τις μεγαλύτερες συγκρούσεις στην επιχειρηματική ιστορία της Γαλλίας. Ο Μπερνάρ Αρνό ήρθε σε ρήξη με τον πρώην πρόεδρο της LVMH, Ανρί Ρακαμιέρ ο οποίος και εν τέλει εκδιώχθηκε από τον όμιλο. Ο τρόπος με τον οποίο ο Μπερνάρ Αρνό πολέμησε τον Ανρί Ρακαμιέρ του έδωσε το παρατσούκλι «ο λύκος με το κασμίρ» .

Έχοντας την Dior, ένα διακεκριμένο brand ειδών πολυτελείας, στο χαρτοφυλάκιο του ο Μπερνάρ Αρνό όρισε τη στρατηγική βάσει της οποίας θα προχωρούσε το σχέδιο επέκτασης της LVMH τις επόμενες δεκαετίες. «Προσπαθούμε, από κοινού με τους συνεργάτες, μας να δημιουργήσουμε μια μεγάλη επιχείρηση με ένα κριτήριο. Την καλύτερη δυνατή ποιότητα για κάθε ένα από τα προϊόντα μας που πωλούνται σε όλο τον κόσμο» δήλωνε ο επιχειρηματίας το 1987.

Προβλέποντας την άνοδο στο ενδιαφέρον του καταναλωτικού κοινού για τα είδη πολυτελείας ο Μπερνάρ Αρνό έφερε στον όμιλο της LVMH ορισμένα από τα μεγαλύτερα brand του χώρου. Μόνο τη δεκαετία του ‘90 η LVHM προχώρησε στην εξαγορά της Guerlain, της Loewe, της Marc Jacobs, της Sephora και της Thomas Pink.

Ένα κοινό χαρακτηριστικό μεταξύ των επιχειρήσεων του ομίλου είναι το γεγονός πως οι περισσότερες εταιρείες ξεκίνησαν ως οικογενειακές επιχειρήσεις. Για τον Μπερνάρ Αρνό το μοντέλο των οικογενειακών επιχειρήσεων είναι ιδανικό για τον κλάδο των ειδών πολυτελείας. «Όταν είσαι μέλος μιας οικογενειακής επιχείρησης έχεις δύο βασικά πλεονεκτήματα. Το ένα είναι πως μπορείς να σκεφτείς μακροπρόθεσμα. Το δεύτερο έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβάνονται το ανθρώπινο δυναμικό. Όταν έρχονται στη LVMH νέοι εργαζόμενοι δεν γίνονται ανώνυμοι. Γίνονται μέλος της οικογένειας και όχι απλά ένα μικρό γρανάζι σε μια μεγάλη μηχανή»

Μένοντας από την πρώτη στιγμή πιστός στο όραμά του για συνεχή καινοτομία και εξέλιξη ο Μπερνάρ Αρνό έχτισε μια πραγματική αυτοκρατορία, με την αξία του γαλλικού κολοσσού να αποτιμάται σήμερα σε 317 δισ. δολάρια. Αξιοποιώντας το επιχειρηματικό του δαιμόνιο, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της LVMH δημιούργησε για τον ίδιο μια αμύθητη περιουσία όντας σταθερά στην πρώτη πεντάδα της λίστας του Forbes με τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο.

Ακόμα και κατά τη διάρκεια της πανδημίας και παρά το πλήγμα βαρύ πλήγμα στον όμιλο, η LVMH προχώρησε στην υλοποίηση νέων μεγάλων επενδύσεων. Μεταξύ άλλων, ολοκλήρωσε την εξαγορά της αμερικανικής Tiffany & Co. αξίας 16 δισ. δολαρίων, ενώ προχώρησε και σε συμφωνία με το γαλλικό κράτος για την παραγωγή 60 τόνων προστατευτικών μασκών και αντισηπτικών την εβδομάδα, αποδεικνύοντας πως κανένας ιός δεν μπορεί να σταματήσει τον «λύκο με το κασμίρ».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ