Άτακτες σκέψεις με ένα ποτήρι κρασί
Ο Γιώργος Βελισσάριος γράφει για την «γονιδιακή» έλξη του Έλληνα στον συνωστισμό
Είναι μια ηλιόλουστη ανοιξιάτικη μέρα, όσο ανοιξιάτικη μπορεί να είναι η 45η ημέρα συνειδητής παραμονής στο σπίτι. Κάθομαι στο μπαλκόνι κρατώντας ένα μπουκάλι από ένα Μαυροτράγανο της σειράς STRANGE BIRD.
H STRANGE BIRD ιδρύθηκε το 2016 με σκοπό την εξερεύνηση και ανάδειξη ελληνικών ποικιλιών από αυτές που δεν απολαμβάνουν τα φώτα της δημοσιότητας και τα μεγέθη της δημοφιλίας. Το Μαυροτράγανο, δύστροπη αλλά κορυφαία κατά την ταπεινή μου άποψη γηγενής ποικιλία, έχει συνδεθεί τα τελευταία χρόνια κυρίως με μεγάλα κρασιά που έρχονται από τη Σαντορίνη και την Τήνο, ενώ πρόσφατα δοκίμασα κι ένα εξαιρετικό δείγμα προερχόμενο από το Οινοποιείο Ντούγκου στην Πιερία.
Γεμίζω το ποτήρι μου και παρατηρώ το σκούρο, σχεδόν αδιαπέραστο, βαθυκόκκινο χρώμα, ενώ στο στόμα το κρασί διαθέτει σαφή όγκο με τανίνες που προσδιορίζονται από μια βελούδινη διάσταση.
Είναι σαφές ότι πρόκειται για μια ποικιλία που ξεφεύγει από την πεπατημένη και αναζητά το δικό της ξεχωριστό, ίσως και μοναχικό μονοπάτι στον οινικό χάρτη της χώρας μας. Και με την έννοια της μοναχικότητας, αναπόφευκτα η σκέψη μου γυρίζει στη νέα πραγματικότητα που είναι ήδη παρούσα στις ζωές μας και που κάπως κοντράρεται με τον τρόπο ζωής, αλλά και τις αντιλήψεις που ως λαός έχουμε αναπτύξει εδώ και δεκαετίες.
Ας φανταστούμε έναν Έλληνα κι ένα Βρετανό τουρίστα που στο τέλος μιας αναζωογονητικής διαδρομής φτάνουν ευδιάθετοι σε ένα ειδυλλιακό σημείο με 2 γειτονικά εστιατόρια που το ένα είναι γεμάτο κόσμο και το διπλανό του άδειο. Χωρίς δεύτερη σκέψη ο Έλληνας θα επιλέξει να συνωστιστεί περιμένοντας να αδειάσει θέση στο υπέρκορο εστιατόριο, θεωρώντας ότι η αποδοχή της πλειοψηφίας αποτελεί αλάθητο κριτήριο επιλογής. Το ίδιο ενστικτωδώς ο Βρετανός θα επιλέξει το άδειο, εκτιμώντας ότι το επίπεδο εξυπηρέτησης που θα απολάβει και η αποφυγή του συνωστισμού είναι ανεκτίμητης αξίας.
Στη χώρα μας το επίπεδο του συνωστισμού είναι άρρηκτα συνυφασμένο με την κοινωνική αποδοχή, την επαγγελματική επιτυχία και την προσωπική καταξίωση. Τα «καλύτερα» μας προάστια είναι τα πιο πυκνοκατοικημένα, τα «καλύτερα» μας εστιατόρια, bars, γυμναστήρια, καταστήματα, θεάματα είναι πάντα ασφυκτικά γεμάτα με κόσμο. Ακόμη και οι «καλύτερες» μας παραλίες είναι αυτές που χρειάζεται να περιμένεις στην ουρά για να μπεις.
Ο συνωστισμός ήταν για εμάς επιβράβευση και η επιβεβαίωση της σωστής επιλογής ήταν απλά η μίμηση της επιλογής της πλειοψηφίας.
Και τώρα τι γίνεται; Πόσο έτοιμοι είμαστε να υποστηρίξουμε προσωπικές επιλογές που ακολουθούν ένα μοναχικό δρόμο μακριά από την πεπατημένη; Πόσο μπορούμε να εκτιμήσουμε το ξεχωριστό; Πως μπορούμε να αναπροσαρμόσουμε το αξιακό μας σύστημα ώστε η επιβράβευση να αποτελεί εσωτερική διαδικασία;
Ουσιαστικά ερωτήματα που αναζητούν τις ατομικές απαντήσεις του καθενός μας στη νέα εποχή που βίαια βρεθήκαμε.
Στο πνεύμα αυτό ας εξακολουθήσουμε να αποθεώνουμε το Ξινόμαυρο, αλλά ας απολαύσουμε και τη μοναχική γοητεία του Μαυροτράγανου.