Πώς η Ελλάδα βρίσκει «φθηνό χρήμα» στις διεθνείς αγορές

Νέες εκδόσεις ομολόγων σχεδιάζει ο ΟΔΔΗΧ – Αισθητή διεύρυνση του προγράμματος δανεισμού για το 2021 μετά τις επιτυχημένες εκδόσεις των προηγούμενων μηνών.

Σε νέες εκδόσεις ομολόγων θα προβεί προσεχώς ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ), αντλώντας φθηνό χρήμα, με σχεδόν μηδενικά επιτόκια εκμεταλλευόμενος την ευνοϊκή διεθνή συγκυρία των χαμηλών επιτοκίων.

Οι ευνοϊκές συνθήκες δανεισμού είναι η μία, η θετική πλευρά του νομίσματος. Η άλλη πλευρά, η αρνητική, είναι ότι, λόγω της έντασης πανδημίας και των μέτρων στήριξης, ξέφυγαν των αρχικών εκτιμήσεων οι δανειακές ανάγκες του κράτους για το 2021, με αποτέλεσμα ελλείμματα, δανεισμός και δημόσιο χρέος να είναι αυξημένα.

Στα σχέδια του ΟΔΔΗΧ για τις επόμενες κινήσεις είναι ο εμπλουτισμός των υφιστάμενων εκδόσεων ώστε να ενισχυθεί η ρευστότητά τους και να είναι πιο εμπορεύσιμα τη δευτερογενή αγορά. Στο πλαίσιο αυτό αναμένονται εκδόσεις επταετών και δεκαετών ομολόγων, χωρίς να αποκλείεται και η έκδοση 15ετούς ομολόγου.

Το πρόβλημα είναι, πως λόγω των διπλάσιων χρηματοδοτικών αναγκών, που απαιτεί η διαχείριση της πανδημίας και η στήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, το δανειακό πρόγραμμα του ΟΔΔΗΧ για το 2021, σχεδόν εξαντλήθηκε από τις αρχές Μαΐου.

Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2021, όπως κατατέθηκε στη Βουλή των περασμένο Νοέμβριο, το σύνολο των δανειακών αναγκών του 2021, υπολογίζονται από το υπουργείο Οικονομικών σε 21,74 δισ. ευρώ. Το ποσό αυτό θα καλύπτονταν με εκδόσεις ομολόγων ύψους 13,7 δισ. ευρώ, ενώ παράλληλα θα μειώνονταν και ο όγκος των εντόκων γραμματίων κατά 1 δισ. ευρώ. Επίσης, είχε προβλεφθεί ότι θα γινόταν χρήση, ποσού ύψους 9,04 δισ. ευρώ, από το μαξιλάρι των ταμιακών διαθεσίμων. 

Ωστόσο, ο σχεδιασμός άλλαξε άρδην, καθώς από τους πρώτους μήνες ανατράπηκαν οι προβλέψεις και ήδη ο δανεισμός έχει φτάσει ήδη στα 12 δισ. ευρώ, ενώ το κόστος των μέτρων για τη στήριξη των πληγέντων από την πανδημία είχε προϋπολογιστεί σε 7,6 δισ. ευρώ, οι τρέχουσες εκτιμήσεις το ανεβάζουν στα 15 δισ. ευρώ, χωρίς να αποκλείεται να διευρυνθεί περεταίρω, εάν ενσκήψει ένα τέταρτο κύμα πανδημίας. Το γεγονός οδήγησε σε αναθεώρηση των στόχων για το έλλειμμα του φετινού προϋπολογισμού από το επίπεδο των 12.3 δις. ευρώ, σε περίπου 17,5 δισ. ευρώ ή στο 9,9% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ).

Επίσης το έλλειμμα Γενικής Κυβέρνησης, από 3,9% του ΑΕΠ ή 6,7 δισ. ευρώ, που ήταν η αρχική εκτίμηση σχεδόν θα διαπλαστεί και θα φτάσει στο 7,2% του ΑΕΠ και σε πάνω από 13 δισ. ευρώ.
Και επειδή το δημοσιονομικό έλλειμμα καλύπτεται με δάνεια, άλλαξε και ο σχεδιασμός του ΟΔΔΗΧ, καθώς αντί για εκδόσεις ομολόγων ύψους 13.7 δις. που προέβλεπε το αρχικό πλάνο, τελικά θα διαμορφωθούν μέχρι το τέλος του έτους κοντά στα 20 δισ. ευρώ.

Ο αυξημένος δανεισμός οδηγεί και σε αύξηση του δημοσίου χρέους, το οποίο θα αυξηθεί ως απόλυτο νούμερο κατά 11,5 δισ. ευρώ το 2021 και από τα 341.023 δισ. το 2020 θα φτάσει στα 352, 5 δισ. ευρώ, σύμφωνα με το νέο Πρόγραμμα Σταθερότητας που υποβλήθηκε στην Κομισιόν.

Τι έχουμε δανειστεί μέχρι τώρα

Από τις αρχές του 2021 ο ΟΔΔΗΧ έχει δανειστεί το ποσό των 12 δισ. ευρώ, με τις ακόλουθες εκδόσεις:

  • 3 δισ. ευρώ μέσω του προγράμματος ανταλλαγής ομολόγων με τις ελληνικές συστημικές τράπεζες μέσω του οποίου το δημόσιο άντλησε περίπου 3 δις. ευρώ
  • 3,5 δισ. ευρώ αντλήθηκαν με το 10ετές ομόλογο το οποίο εκδόθηκε στις 27 Ιανουαρίου με το τελικό κόστος δανεισμού να διαμορφώνεται στο 0,807%.
  • 2,5 δισ. ευρώ αντλήθηκαν με το ομόλογο διάρκειας 30 ετών το οποίο εκδόθηκε στις 17 Μαρτίου με κόστος δανεισμού 1,956%.
  • 3 δισ. ευρώ αντλήθηκαν με 5ετές ομόλογο που εκδόθηκε στις 5 Μαΐου, με επιτόκιο 0,20%.

Ευνοούν και οι συνθήκες των αγορών 

Είναι ευτύχημα ότι ο αυξημένος δανεισμός του Ελληνικού Δημοσίου, γίνεται με πρωτοφανή χαμηλά επιτόκια, που προσεγγίζουν το μηδέν για τα ομόλογα ή είναι αρνητικά για τα έντοκα γραμμάτια. Σε διαφορετική περίπτωση, λόγω και του μεγάλου ύψους του χρέους που κινείται στο 205% του ΑΕΠ, θα υπήρχε τεράστιο πρόβλημα.

Οι ευνοϊκές συνθήκες δανεισμού, οφείλονται σε συγκεκριμένους παράγοντες:
1. Το μεγαλύτερο τμήμα του δημόσιου χρέους (240 δισ. ευρώ) προέρχεται από δάνεια του Μηχανισμού Στήριξης και έχει μεγάλες διάρκειες και χαμηλά επιτόκια. Συνεπώς δεν «τρομάζουν’ οι αγορές από τον όγκο του.
2. Τα μέτρα στήριξης των ομολόγων των χωρών της ευρωζώνης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), λόγω της πανδημίας κατέστησαν ιδιαίτερα ελκυστικά και τα ελληνικά ομόλογα οι αποδόσεις των οποίων έχουν συρρικνωθεί.
3. Οι διεθνείς θεσμικοί (και μη) επενδυτές, έχουν μεγάλη ρευστότητα, την οποία αναζητούν να τοποθετήσουν σε τίτλους με ελκυστικές αποδόσεις. Αυτό ευνοεί τα ελληνικά «χαρτιά», καθώς οι αποδόσεις τους είναι θετικές όταν των γερμανικών τίτλων είναι αρνητικές και των άλλων χωρών είναι χαμηλότερες. 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ