Κίνα: Με ρυθμό 7,9% «έτρεξε» η οικονομία το δεύτερο τρίμηνο

Αν και η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου ανέκαμψε σθεναρά από την κρίση της COVID-19, τα στοιχεία των τελευταίων μηνών δείχνουν κάποια απώλεια δυναμικής.

Με ετήσιο ρυθμό 7,9% αναπτύχθηκε η κινεζική οικονομία στο δεύτερο τρίμηνο του 2021, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ελαφρά χαμηλότερο από την πρόβλεψη για ρυθμό 8,1% των οικονομολόγων που συμμετείχαν σε έρευνα του Reuters.

Σε τριμηνιαία βάση, το ΑΕΠ αυξήθηκε 1,3% στην περίοδο Απριλίου - Ιουνίου, σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία, υπερβαίνοντας οριακά την πρόβλεψη για αύξηση 1,2%.

H αύξηση του ΑΕΠ επιβραδύνθηκε σημαντικά σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο, όταν είχε εκτιναχθεί 18,3%. Ωστόσο, αυτή οφειλόταν στη μεγάλη πτώση που είχε καταγραφεί στο πρώτο τρίμηνο του 2020 λόγω του κορονοϊού.

Οι λιανικές πωλήσεις και η βιομηχανική παραγωγή αυξήθηκαν με βραδύτερο ρυθμό τον Ιούνιο, με την τελευταία να επηρεάζεται αρνητικά από τη μεγάλη πτώση στην παραγωγή, ενώ επιβραδύνθηκε και η αγορά ακινήτων που είναι βασικός μοχλός της ανάπτυξης.

Ωστόσο, τα στοιχεία για τη δραστηριότητα τον Ιούνιο ήταν καλύτερα των προσδοκιών, παρέχοντας κάποια ανακούφιση στους επενδυτές που ανησυχούν για επιβράδυνση της οικονομίας μετά την ανακοίνωση για τη χαλάρωση της πολιτικής της κεντρικής τράπεζας την περασμένη εβδομάδα.

«Τα στοιχεία ήταν οριακά κάτω από τις προσδοκίες μας και την προσδοκία της αγοράς (αλλά) θεωρώ ότι η δυναμική είναι αρκετά ισχυρή», δήλωσε οικονομολόγος της UOB στη Σιγκαπούρη. «Η μεγαλύτερη ανησυχία μας είναι η ανομοιόμορφη ανάκαμψη που είδαμε έως τώρα και για την Κίνα η ανάκαμψη της εγχώριας κατανάλωσης είναι πολύ σημαντική… οι λιανικές πωλήσεις αυτό τον μήνα ήταν αρκετά ισχυρές και αυτό μπορεί να καταλαγιάσει κάποιες ανησυχίες», πρόσθεσε.

Αν και η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου ανέκαμψε σθεναρά από την κρίση της COVID-19, ενισχυμένη από την ισχυρή ζήτηση για εξαγωγές και τα κρατικά μέτρα στήριξης, τα στοιχεία των τελευταίων μηνών δείχνουν κάποια απώλεια δυναμικής.

Το υψηλότερο κόστος πρώτων υλών, η ανεπάρκεια της προσφοράς και οι έλεγχοι για τη μόλυνση αποτελούν βαρίδια για τη βιομηχανική παραγωγή, ενώ οι μικρές εξάρσεις της COVID-19 έχουν συγκρατήσει τις καταναλωτικές δαπάνες.