Τζορτζ Τσούνης: Ποιος είναι ο νέος πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα

Ο Τζορτζ Τσούνης, ο οποίος διαδέχεται τον Τζέφρι Πάιατ αποτελεί την προσωπική επιλογή του φιλέλληνα γερουσιαστή, Ρόμπερτ Μενέντεζ.

Νέος Πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα θα είναι πλέον ο ελληνικής καταγωγής, Τζορτζ Τσούνης, καθώς η Γερουσία ενέκρινε και επίσημα τον διορισμό του.

Ο Τζορτζ Τσούνης, ο οποίος διαδέχεται τον Τζέφρι Πάιατ αποτελεί την προσωπική επιλογή του φιλέλληνα γερουσιαστή, Ρόμπερτ Μενέντεζ.

«Ο Γιώργος Τσούνης είναι η προσωποποίηση του αμερικάνικου ονείρου και η ιστορία του αποτελεί μια εντυπωσιακή ιστορία επιτυχίας», είχε δηλώσει ο Μενέντεζ στο πλαίσιο της βράβευση του Τσούνη από την Ελληνική Ένωση Δικηγόρων των ΗΠΑ. Ο Τζόρτζ Τσούνης έχει πολύ καλές σχέσεις με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζόρτζ Μπίντεν, τον οποίο έχει στηρίξει πολλές φορές σε όλη τη διάρκεια της πολιτικής του σταδιοδρομίας.

Μάλιστα, στην προεκλογική εκστρατεία του 2012 είχε διατελέσει πρόεδρος των «Ελληνοαμερικανών» για την υποστήριξη της υποψηφιότητας του Μπάρακ Ομπάμα με υποψήφιο Αντιπρόεδρο των Τζο Μπάιντεν. Καλές σχέσεις έχει και με τον υπουργό Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν. Αν και αποτελεί χορηγό του Δημοκρατικού Κόμματος, ο ομογενής επιχειρηματίας διατηρεί ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας στο Καπιτώλιο με βουλευτές και γερουσιαστές από το ρεπουμπλικανικό κόμμα.

Γεννημένος το 1967, ο Τζορτζ Τσούνης είναι παιδί μεταναστών πρώτης γενιάς. Οι γονείς του, Τζέιμς και Ελένη, έφυγαν από τη Ναύπακτο και συγκεκριμένα από τον Πλάτανο και πήγαν στη Νέα Υόρκη, όπου ο Τζορτζ ανατράφηκε και ενηλικιώθηκε.

Η σχέση του με την εκκλησία

Ο Τζορτζ πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Λονγκ Αϊλαντ, μαζί με τις δύο αδελφές του, Αναστασία και Βίκυ. Το ελληνικό στοιχείο δεν έλειπε ποτέ από το σπίτι, όπως έχει πει και ο ίδιος, καθώς οι γονείς του πάντα προσπαθούσαν να διατηρήσουν ισχυρούς τους δεσμούς με την πατρίδα, μέσα από την ομιλία της ελληνικής γλώσσας και την ακολουθία των ελληνικών εθίμων. Ο Τζορτζ μάλιστα παρακολουθούσε μαθήματα και σε ελληνικό σχολείο, ενώ συμμετείχε και στις εθνικές παρελάσεις ως μαθητής στην κοινότητα της Αγίας Παρασκευής. Συνήθιζε να πηγαίνει ευλαβικά και στην εκκλησία, ενώ συμμετείχε και στη Θεία Λειτουργία ως παπαδοπαίδι.

Κάποια στιγμή, όταν ήταν ακόμα παιδάκι πήγε με τον πατέρα του να γνωρίσουν και να καλωσορίσουν τον Αρχιεπίσκοπο Ιάκωβο. Εκείνος, αγχωμένος και κρατώντας το χέρι του πατέρα του, τον ρώτησε: «Μπαμπά, πώς πρέπει να τον προσφωνήσω;». Και ο πατέρας του τον καθησύχασε λέγοντας: «Αρκεί να του πεις: εύχομαι ο Θεός να κόβει χρόνια από εμάς και να τα δίνει σε εσάς».

Η οικογενειακή επιχείρηση

Δεν είναι λίγες οι φορές που Τζορτζ έχει αναφερθεί στις θυσίες που χρειάστηκαν να κάνουν οι γονείς του για να τον μεγαλώσουν. Ωστόσο, έχει μιλήσει και για τις ευκαιρίες που έδωσε σε αυτόν και την οικογένεια του η Αμερική. Ο ίδιος έχει περιγράψει την πορεία του πατέρα του ως «την επιτομή του αμερικάνικου ονείρου». Χρόνια αργότερα, πολλοί θα υιοθετήσουν τον ίδιο χαρακτηρισμό και για εκείνον.

Η οικογένεια του αρχικά άνοιξε ένα καφέ Στη συνέχεια, το καφέ έγινε εστιατόριο και σταδιακά δημιούργησαν μια αλυσίδα εστιατορίων. Αργότερα, οι επιχειρηματικές τους δραστηριότητες επεκτάθηκαν στον ξενοδοχειακό τομέα. Η οικογένεια Τσούνη το 1985 αρχίζει να λειτουργεί διάφορα ξενοδοχεία, μεταξύ των οποίων τα «Hilton», «Intercontinental», «Starwood» και «Radisson». Ο ίδιος ο Τζορτζ είχε κάποτε πει μεταξύ αστείου και σοβαρού ότι βασικό συστατικό της επιτυχίας της οικογενειακής επιχείρησης είναι η αίσθηση φιλοξενίας που έχουν οι Έλληνες.

«Τους φροντίζουμε, τους ταΐζουμε καλά, τους σερβίρουμε καλό καφέ και τελικά τους παρέχουμε και έναν καλό ύπνο». Όλη η οικογένεια βοηθούσε στις επιχειρήσεις, με τα τρία παιδιά να μαθαίνουν σε νεαρή ηλικία την αξία της σκληρής δουλειάς.

Η επιμονή και η υπομονή του ήταν αυτή που του άνοιξε τις πόρτες και κατά τη διάρκεια των σπουδών του. Αρχικά φοίτησε στο φημισμένο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. Στη συνέχεια πήγε στο St. John’s University School of Law, απ’ όπου παίρνει πτυχίο Νομικής το 1992. Έπειτα έκανε την πρακτική του στη νομική εταιρεία Rivkin Radler LLP, στο Λονγκ Αϊλαντ. Οι συνάδελφοί του εκεί τον περιέγραψαν ως έναν ευχάριστο συνεργάτη, αποτελεσματικό στη δουλειά του, με ελληνικό ταπεραμέντο, δουλευταρά, φιλόδοξο και ομαδικό παίκτη.

Η καριέρα και η προσωπική ζωή

Στα χρόνια που ακολούθησαν παρά το νεαρό της ηλικίας του ανέβηκε γρήγορα στην κλίμακα της ιεραρχίας και χρίστηκε συνέταιρος σε μία από τις μεγαλύτερες νομικές εταιρείες της περιοχής. Παράλληλα, ανέλαβε τα ηνία και της οικογενειακής επιχείρηση. Ταυτόχρονα δραστηριοποιήθηκε έντονα και στον δημόσιο τομέα, καθώς υπηρέτησε ως ειδικός σύμβουλος στην πόλη του Χάντινγκτον και ως διορισμένος γερουσιαστής Alfonse D’ Amato στην Επιτροπή Τραπεζών, Στέγασης και Αστικών Υποθέσεων της Γερουσίας των ΗΠΑ.

Ακόμα, υπήρξε και ανώτερο μέλος του προσωπικού της προεκλογικής εκστρατείας του 1994 του κυβερνήτη Τζορτζ Πατάκη. Έχει επίσης υπηρετήσει ως δικηγόρος στο Δημοτικό Συμβούλιο της Νέας Υόρκης. Την ίδια εποχή γνωρίζει, ερωτεύεται και εντέλει παντρεύεται το 2004 τη γυναίκα της ζωής του, την Όλγα Αντζούλις. Τόσο η ίδια όσο και η οικογένειά της ήταν ενεργά μέλη της Ομογένειας. Μαζί έχουν αποκτήσει τρία παιδιά: τον Τζέιμς, την Ελένη και τη Γιάννα. Η οικογένεια έχει επιλέξει να παραμείνει στο Λονγκ Αϊλαντ.

Εν τέλει ο Τζορτζ αφοσιώθηκε στην οικογενειακή επιχείρηση ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος. Οι οικογενειακές επιχειρήσεις περιλαμβάνουν εστιατόρια, εμπορικά κέντρα, κτίρια γραφείων και εγκαταστάσεις αποθήκευσης στη Νέα Υόρκη και στο Νιου Χάμσαϊρ. Ωστόσο, ο Τζορτζ ακολούθησε και δική του ξεχωριστή πορεία στις επιχειρήσεις. Το 2006 επιλέγει ως συνεργάτη του τον Ρομπ ΜακKάρθι και μαζί ιδρύουν τα ξενοδοχεία «Chartwell LLC».

Στόχος του νέου αυτού επιχειρηματικού εγχειρήματος ήταν να μπορέσει να συνδυαστεί η φιλοξενία με μια φιλοσοφία «live well», η οποία επικεντρώνεται στην υγιεινή διατροφή και τη γενικότερη περιβαλλοντολογική ευαισθησία των ξενοδοχείων. Είναι η εποχή που το όνομά του φιγουράρει στις λίστες με τους πλουσιότερους Ελληνοαμερικανούς. Ο Τζορτζ έχει και έντονη φιλανθρωπική δράση για την οποία έχει πολλές φορές βραβευτεί. Έχει πολλές φορές στηρίξει το Οικουμενικό Πατριαρχείο κερδίζοντας και τον τίτλο «Άρχοντας του Πατριαρχείου». Επίσης, έχει χρηματοδοτήσει πολλές φορές και τη διοργάνωση εθνικών παρελάσεων.

Η στήριξη Μενέντεζ

Το 2009 έγινε και επίσημα μέλος του Δημοκρατικού Κόμματος, αν και το προηγούμενο έτος είχε στηρίξει οικονομικά την υποψηφιότητα του Τζον ΜακΚέιν. Ο Ομπάμα όμως κατάφερε να τον εμπνεύσει και έτσι συγκέντρωσε για την επανεκλογή του 1,5 εκατ. δολάρια. Στήριξε και τον Άντριου Κουόμο ως κυβερνήτη της Νέας Υόρκης. Μεταξύ άλλων, διοργάνωσε στο σπίτι του ένα καλοκαιρινό μπάρμπεκιου, όπου οι καλεσμένοι έβαλαν βαθιά το χέρι στην τσέπη. Έχει βρεθεί ουκ ολίγες φορές στο πλευρό γερουσιαστών, ωστόσο τα τελευταία χρόνια έχει αναπτύξει μια ιδιαίτερα φιλική σχέση με τον γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ.

Η στενή σχέση των δύο αποτυπώθηκε και όταν η Ελληνική Ένωση Δικηγόρων των ΗΠΑ τίμησε δύο χρόνια νωρίτερα τον Τζορτζ Τσούνη για τη συνολική προσφορά του. Η τελετή πραγματοποιήθηκε στο «The Pierre Hotel» στο Μανχάταν, όπου παρευρέθηκαν σημαντικές προσωπικότητες της Ομογένειας και όχι μόνο. Μεταξύ αυτών, ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής Ελπιδοφόρος, οι γενικοί πρόξενοι Ελλάδας και Κύπρου δρ Κωνσταντίνος Κούτρας και Αλέξης Φαίδωνος Βαντέ, αντίστοιχα, ομογενείς γερουσιαστές και βουλευτές.

Τη βράβευση έκανε ο Μενέντεζ, ο οποίος δήλωσε ότι «Ο Γιώργος Τσούνης είναι η προσωποποίηση του αμερικάνικου ονείρου και η ιστορία του αποτελεί μια εντυπωσιακή ιστορία επιτυχίας», ενώ πρόσθεσε ότι νιώθει υπερήφανος να τον αποκαλεί φίλο του. Τι συνέβη με τη Νορβηγία Ο Μενέντεζ υποστήριξε σθεναρά την τοποθέτηση του Τσούνη ως πρεσβευτή των ΗΠΑ στη Νορβηγία. Η ακρόασή του, όμως, στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας δεν έτσι όπως θα έπρεπε. Μπέρδεψε το πολίτευμα της χώρας αναφερόμενος στον πρόεδρο της χώρας και όχι στον πρωθυπουργό.

Ένα ακόμα λάθος συνέβη όταν ο Τσούνης χαρακτήρισε ένα από τα μεγάλα πολιτικά κόμματα της Νορβηγίας, μέλος της τότε κυβέρνησης συνασπισμού, ως «περιθωριακό στοιχείο». Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να προκληθούν έντονες αντιδράσεις και τελικά ο ίδιος να αποσύρει την υποψηφιότητα του. Παρόλα αυτά έμαθε από τα λάθη του και κατάφερε να σταθεί στα πόδια του. Οι δεσμοί του με την Ελλάδα, η πλούσια δράση του στην Ομογένεια, η κατανόηση των θέσεων της Ελλάδας και της Κύπρου, κάνουν τον Τσούνη μια πολύ καλή επιλογή για τη θέση του πρέσβη.

Η μοίρα, ωστόσο, του Τσούνη θα κριθεί τελικά από τον αρχηγό της πλειοψηφίας στη Γερουσία, Χάρι Ριντ, ο οποίος έχει τη δύναμη να επικυρώσει την υποψηφιότητα και να τη φέρει προς έγκριση.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ