Η «άλλη» πλευρά του ελληνικού δημοσίου

του Ανώνυμου Υπάλληλου

Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄90, δειλά-δειλά στην αρχή και πιο έντονα μετά το 1999, οι Έλληνες πολιτικοί αναζητούσαν δικαιολογίες για τις αποτυχίες προσπάθειες δημιουργίας ενός σύγχρονου, αποδοτικού και φιλικού προς τον πολίτη δημόσιου τομέα.

Στην συνέχεια σχεδόν στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας ξεκίνησαν οι πρώτες συγκεκαλυμμένες «επιθέσεις» προς την πλευρά των δημοσίων υπαλλήλων (για τις όλες παθογένειες του συστήματος, που «χτίστηκε» κατά την διάρκεια της Μεταπολίτευσης με έναν τελείως λανθασμένο, πρόχειρο και έντονα κομματικοποιημένο τρόπο και κυρίως για την γραφειοκρατεία, που επί δεκαετίες ταλανίζει την χώρα μας) και κορυφώθηκαν απροκάλυπτα πλέον, μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου από την κυβέρνηση του Γιώργου Α. Παπανδρέου και της κυβέρνησής του.

Ξεκάθαρα, προφανώς οργανωμένα και μεθοδικά συγκεκριμένα μέλη της κυβέρνησης, κομματικά στελέχη και διορισμένοι – από την ίδια κυβέρνηση- εκπρόσωποι φορέων και οργανισμών στοχοποίησαν με δηλώσεις τους – ορισμένες στα όρια της συκοφαντίας χωρίς καν αποδείξεις- τους δημοσίους υπαλλήλους ως την «πηγή» του προβλήματος του δημοσίου χρέους. Ή τουλάχιστον ως έναν από τους βασικούς παράγοντες, που οδήγησαν την Ελλάδα στα όρια της πτώχευσης και στα τεράστια ελλείμματα.

Οι ίδιες «προοδευτικές» φωνές που μερικά χρόνια νωρίτερα προσκαλούσαν στα γραφεία και τις συγκεντρώσεις τους ψηφοφόρους για να υποσχεθούν θέσεις στον δημόσιο τομέα με αντάλλαγμα την ψήφο τους καθώς και των συγγενικών τους προσώπων (με έτοιμους φακέλους με προσημειωμένους τους σταυρούς προτίμησης) για την διασφάλιση μιας θέσης στο ελληνικό κοινοβούλιο, ήταν οι πρωτοστάτες στον κοινωνικό, επαγγελματικό και ηθικό διασυρμό των ίδιων προσώπων που στήριξαν την εκλογή τους!

Σε ρόλο ανακριτών, εισαγγελέων και δικαστών ταυτοχρόνως, καταδίκασαν μια ολόκληρη ομάδα του πληθυσμού της χώρας χωρίς διαχωρισμούς, κριτήρια και άλλες…λεπτομέρειες.

Και σαν να μην έφτανε ο ψυχολογικός πόλεμος ενάντια στην αξιοπρέπεια και τα ανθρώπινα δικαιώματα χιλιάδων ατόμων, κάποιοι πολιτικοί της αποκαλούμενης «προοδευτικής» παράταξης, έφθασαν να χρησιμοποιούν ναζιστικές μεθόδους για την μαζική ισοπέδωση των υπαλλήλων του δημοσίου τομέα για μερικά λεπτά (ή ώρες) δημοσιότητας και «μια καλή κουβέντα» από τα στελέχη της περίφημης τρόικας.

Σε κανένα άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ειδικά από την ομάδα των χωρών με τον προσβλητικό χαρακτηρισμό των «Γουρουνιών» της περιφέρειας, από το ακρωνύμιο «P.I.G.S.», δηλαδή Πορτογαλία-Ιρλανδία-Ελλάδα-Ισπανία) δεν υπήρξε τόσο εκτεταμένη εκστρατεία συκοφάντησης των δημοσίων υπαλλήλων. Προφανώς, από τα στατιστικά και άλλα στοιχεία των διεθνών οργανισμών προέκυπτε ότι το κόστος του ελληνικού δημοσίου τομέα ήταν πολύ υψηλό για μια χώρα στο μέγεθος της Ελλάδας.

Αντιθέτως, για τα ελληνικά στοιχεία ουδείς μπορούσε να έχει μια ολοκληρωμένη και αξιόπιστη εικόνα αφού δεν υπήρχε καν ένα ολοκληρωμένο σύστημα καταγραφής και παρακολούθησης του δημοσίου τομέα. Τα ίδια στοιχεία, όμως, έδειχναν πως τα υπέρογκα δάνεια, οι αδιανόητες σπατάλες κι η συστηματική κακοδιαχείριση ήταν οι πλέον σημαντικοί παράγοντες για άσχημα χάλια της Ελλάδας και της οικονομίας της.

Αν στο «μίγμα» προστεθούν τα χαμηλά ποσοστά αξιοκρατίας (χάριν κυρίως του θεσμού του ΑΣΕΠ δεν ήταν μηδενικά), παραγωγικότητας, αποτελεσματικότητας σε συνδυασμό με την διαφθορά, την φοροδιαφυγή και την έλλειψη διάθεσης του πολιτικού συστήματος για την λήψη μέτρων (υπό το βάρος του περίφημου «πολιτικού κόστους») ουδείς μπορεί να απορεί γιατί η χώρα οδηγήθηκε με συνοπτικές διαδικασίες στα σκαλιά του ΔΝΤ και της τρόικας. Και μάλιστα, με τις γνωστές συνέπειες για το επίπεδο διαβίωσης, την αγοραστική δύναμη, το κατά κεφαλήν εισόδημα και τα επίπεδα ανεργίας, παρά τις προειδοποιήσεις αναλυτών και οικονομολόγων από όλο τον κόσμο για τις επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας, των οριζόντων περικοπών και της μείωσης μισθών και συντάξεων σε μια οικονομία με καθοδική πορεία.

Όπως επίσης ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν υπήρξαν προβλέψεις για βαθύτερη οικονομική κρίση στην οποία θα εισέλθει η χώρα και την απροθυμία των ξένων επενδυτών να στηρίξουν κάθε προσπάθεια ανασυγκρότησης και ανάπτυξης.

Ωστόσο, πάνω από ένα χρόνο από την επίσημη έξοδο της χώρας από τα μνημόνια, κάποιοι παρωχημένοι πολιτικοί με λαϊκίστικες νοοτροπίες, επιμένουν στο ίδιο κακογραμμένο σενάριο περί δημοσίων υπαλλήλων, που λειτουργούν ως «βαρίδι» της Ελλάδας και έχουν τεράστιο κόστος για την ελληνική οικονομία. Φυσικά ως σήμερα δεν υπήρξε καμία απολύτως ανάληψη ευθυνών (αφού ως γνωστών «μαζί τα φάγαμε») από την πλευρά των εκπροσώπων του πολιτικού κατεστημένου – ευτυχώς στην πλειονότητά τους εκτός κυβέρνησης και κοινοβουλίου – που ευθύνονται για τις αθρόες προσλήψεις, τους διορισμούς συγγενικών, φιλικών και κομματικών προσώπων, την κακοδιαχείριση, τις σπατάλες και άλλες «αμαρτίες» περασμένων δεκαετιών.

Άλλωστε για ένα σημαντικό μέρος των δανείων από επενδύσεις σε υποδομές και μεγάλα έργα του δημοσίου, που κατέληξαν σε λογαριασμούς συγγενικών προσώπων (με εξαίρεση 2-3 πολιτικούς) και εκλεκτών επιχειρηματιών στην Ελβετία, τον Παναμά, τα Νησιά Κέιμαν, τις Μπαχάμες, τους Παρθένους Νήσους και άλλους …. εξωτικούς προορισμούς, δεν γίνεται καν λόγος.

Ενδεχομένως και για αυτά οι δημόσιοι υπάλληλοι να ευθύνονται, αφού ενδεχομένως να τους εξανάγκασαν να αποδεχτούν μίζες, να προβούν σε υπερτιμολογήσεις έργων, να συνωμοτήσουν με επιχειρηματίες (επιχειρηματίες- «νταβατζήδες» για την ακρίβεια κατά τον Κώστα Καραμανλή για να μην ξεχνάμε και την πρόσφατη πολιτική ιστορία), να πλαστογραφήσουν εκθέσεις και αναφορές, να φτιάξουν εταιρείες offshore, να αγοράσουν πολυτελείς βίλες και κότερα, κτλ.

Όμως, με δεδομένο πως η Ελλάδα μετά τις πρόσφατες εκλογές απέκτησε νέα κυβέρνηση με περισσότερο τεχνοκρατικά χαρακτηριστικά, είναι ίσως η ιδανική περίοδος να τεθούν οι βάσεις για ένα νέο «μοντέλο» δημοσίου τομέα, φιλικού στον πολίτη, με σύγχρονες υπηρεσίες βασισμένες στην τεχνολογία και τις παγκόσμιες τάσεις της ψηφιακής εποχής που θα στηρίζεται στην αξιοκρατία, την αξιολόγηση και την επιβράβευση των καλύτερων υπαλλήλων με βάση την απόδοσή τους.

Πάντοτε υπήρχαν – και υπάρχουν- αξιόλογοι δημόσιοι υπάλληλοι, με προσόντα, εμπειρία και διάθεση προσφοράς στην χώρα και το κοινωνικό σύνολο. Εκείνοι οι υπάλληλοι, που συνήθως τα ΜΜΕ ή η κοινή γνώμη αποκαλούσε «η εξαίρεση στον κανόνα». Αυτοί όμως ήταν οι πραγματικοί στυλοβάτες του δημοσίου τα τελευταία χρόνια και οι αφανείς «ήρωες» πίσω από γκισέ, γραφεία και φακέλους, που εξυπηρετούσαν το κοινό και δούλευαν κάτω από εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες. με μειωμένους μισθούς και τεράστιες υλικοτεχνικές ελλείψεις.

Το μεγάλο «στοίχημα» της κυβέρνησης είναι αν θα μπορέσει να τους δώσει πίσω την αξιοπρέπεια και τις ίδιες ευκαιρίες που προσφέρονται στις περισσότερες χώρες της Ε.Ε., ώστε να εξελιχθούν στην μεγάλη πλειονότητα του δημοσίου τομέα και να γίνουν η «ραχοκοκκαλιά» ενός σύγχρονο κράτους για τις επόμενες δεκαετίες.

Οι δηλώσεις, οι καλές προθέσεις και η νομοθεσία δεν επαρκούν για μια δομική αλλαγή του δημοσίου. Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο αυτή την στιγμή χρειάζονται οι κατάλληλοι άνθρωποι για να αλλάξουν λανθασμένες νοοτροπίες, κακές συνήθειες (π.χ. το γνωστό φακελάκι) και ξεπερασμένες φιλοσοφίες πολλών δεκαετιών. Οι νόμοι δεν εφαρμόζονται από μόνοι τους, ούτε επιβάλλονται στην συνείδηση των ανθρώπων με αυτοματισμούς.

Μετά από τόσες θυσίες οι Έλληνες πολίτες αξίζουν ένα καλύτερο δημόσιο τομέα από αυτόν, που πρέπει να ανέχονται καθημερινά. Θα καταφέρει άραγε να ξεπεράσει το εμπόδιο του πολιτικού κόστους η σημερινή κυβέρνηση;

Αν, ναι, τότε η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει επιτέλους τον δημόσιο τομέα, που αξίζει σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ