Bloomberg: Η άνοδος της Νέας Δημοκρατίας έχει ενθουσιάσει τους επενδυτές

Το Bloomberg σχολίασε σε άρθρο γνώμης του την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα τον τελευταίο καιρό και ειδικότερα μετά τις Ευρωεκλογές. Γενικότερα τόνισε την πορεία της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, πως ξεκίνησε, τι έκανε στην πορεία και για ποιο λόγο έφτασε στο σημείο να ζητήσει πρόωρες εκλογές. Ακόμα μίλησε πως η νίκη της Νέας Δημοκρατίας τράβηξε τα βλέμματα των επενδυτών. Επίσης αναφέρθηκε πως οι ευρωεκλογές προορίζονταν να σηματοδοτήσουν το αποκορύφωμα του λαϊκισμού στην Ευρώπη. Αντ ‘αυτού, μπορεί να έχουν οδηγήσει στο πολιτικό τέλος του πρώτου νικητή του: του Αλέξη Τσίπρα.

Παρακάτω το άρθρο γνώμης:

“Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο οποίος άφησε άναυδη την Ευρώπη με τη διπλή νίκη του στις διαδοχικές εκλογές του 2015, προανήγγειλε πρόωρες εκλογές που θα διεξαχθούν πιθανότατα στις αρχές Ιουλίου. Το ακροαριστερό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο κυριάρχησε στην πολιτική της Ελλάδας τα τελευταία τέσσερα χρόνια, υπέστη μια μεγάλη ήττα από την κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία. Το κόμμα αυτό, με επικεφαλής τον πρώην σύμβουλο της McKinsey Κυριάκο Μητσοτάκη, που δίνει έμφαση στις μεταρρυθμίσεις, κέρδισε περισσότερο από το 33% του συνόλου των ψήφων, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ έλαβε μόνο το 24%. Οι εθνικές εκλογές επρόκειτο να διεξαχθούν προς το τέλος του τρέχοντος έτους. Ο Τσίπρας ίσως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πρόωρες εκλογές είναι ο καλύτερος τρόπος να περιοριστεί το μέγεθος μιας αναπόφευκτης ήττας.

Η ανακοίνωση των νέων εκλογών – και η ισχυρή επίδοση της Νέας Δημοκρατίας – έχει ενθουσιάσει τους επενδυτές. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της Ελλάδας υποχώρησε στο 3,08% από 3,33% τη Δευτέρα (πριν αυξηθεί ελαφρώς στο 3,14% την Τρίτη το πρωί) και η χρηματιστηριακή αγορά της χώρας ήταν περίπου στο +6%. Ο καλύτερος δείκτης της ανανεωμένης εμπιστοσύνης των χρηματοπιστωτικών αγορών στην Ελλάδα είναι η διαφορά με τα ομόλογα της Ιταλίας, που είναι τώρα λιγότερη από 50 μονάδες βάσης. Στην αρχή του έτους, ήταν περίπου 170 μονάδες.

Οι οικονομικές και χρηματοπιστωτικές προκλήσεις της Ελλάδας παραμένουν σημαντικές, φυσικά. Η Αθήνα μπορεί να δανειστεί σε πολύ ευνοϊκά επιτόκια, χάρη στην υποστήριξη των εταίρων της στην ευρωζώνη. Ωστόσο, το κρατικό χρέος της εξακολουθεί να ανέρχεται στο 181% του εθνικού ΑΕΠ. Η οικονομία αναπτύχθηκε με ένα υγιές 1,9% το 2018, περισσότερο από τη Γαλλία, τη Γερμανία ή την Ιταλία. Ωστόσο, το κατά κεφαλήν εισόδημα εξακολουθεί να είναι κατά 21% χαμηλότερο από το 2008, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Με το τραπεζικό σύστημα υποκεφαλαιοποιημένο και γεμάτο από μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η οικονομική κατάσταση παραμένει αμφισβητήσιμη (για να το θέσουμε επιεικώς).

Παρόλα αυτά, η αυξανόμενη όρεξη για ελληνικά assets έχει νόημα. Όταν επισκέφθηκα τη χώρα τον Δεκέμβριο, έφυγα με την εντύπωση ότι η πολιτική επανήλθε στην κανονική της κατάσταση. Ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Δημοκρατία κοίταζαν προς το μέλλον, προσφέροντας μια σαφή επιλογή μεταξύ εκείνων που προτιμούν μεγαλύτερη αναδιανομή και όσων προτιμούν χαμηλότερους φόρους και περισσότερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις.

Τώρα έχουμε μια αίσθηση του τι φαίνονται να θέλουν οι ίδιοι οι Έλληνες. Οι πολιτικοί της χώρας έχουν τη συνήθεια να δημιουργούν υψηλές προσδοκίες και στη συνέχεια να τις διαψεύδουν, αλλά η πολιτική πλατφόρμα του Μητσοτάκη, που περιλαμβάνει απότομες μειώσεις των συντελεστών φορολογίας για εταιρείες, που θα χρηματοδοτηθούν μέσω κάποιων περικοπών δαπανών, φαίνεται ισορροπημένη. Η Ελλάδα έχει δεσμευτεί να παράγει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για δεκαετίες και δεν είναι σαφές εάν η Νέα Δημοκρατία θα μείνει πραγματικά πιστή στην εν λόγω υπόσχεση μόλις βρεθεί στην εξουσία. Αλλά το μάθημα της περασμένης δεκαετίας είναι σαφές: εάν η Ελλάδα μπορεί να μεταρρυθμίσει την οικονομία της και να επιτύχει σημαντικά υψηλότερα ποσοστά οικονομικής ανάπτυξης, δεν υπάρχει ανάγκη για υπερβολική λιτότητα.

Δεν είναι μόνο οι επενδυτές που πρέπει να γιορτάζουν. Ο Τσίπρας έχει επαινεθεί για την απόφασή του να κάνει πίσω από το χείλος της αποχώρησης από το ευρώ και την επίτευξη δεύτερης εκλογικής νίκης μετά την υπογραφή ενός νέου προγράμματος διάσωσης με τους διεθνείς εταίρους της Ελλάδας. Ήταν επίσης γενναίος που έβαλε τέλος σε μία αντιπαράθεση δεκαετιών με την πρόσφατα μετονομασθείσα Βόρεια Μακεδονία. Αυτή η απόφασή του πιθανώς τον κοστίζει πολιτικά, όμως του εξασφάλισε επαίνους παγκοσμίως.

Αλλά είναι αδύνατο να ξεχάσουμε ότι η άνοδος του Τσίπρα στην εξουσία χτίστηκε με εξαπάτηση. Όταν κέρδισε την πρώτη του θητεία στις αρχές του 2015, το έκανε με τη δέσμευση ότι θα κρατήσει την Ελλάδα στη νομισματική ένωση, αναγκάζοντας τους εταίρους της στην ευρωζώνη να αποδεχθούν πολύ καλύτερους όρους για ένα νέο σχέδιο διάσωσης. Αντ’ αυτού, βύθισε τη χώρα σε μια νέα αυτοπροκληθείσα ύφεση, αναγκάζοντας τους Έλληνες πολίτες και επιχειρήσεις να ζήσουν με capital controls. Στη συνέχεια επέστρεψε στην προηγούμενη αντιφατική στάση του, εγκαταλείποντας τους πιο ριζοσπαστικούς συμμάχους του, συμπεριλαμβανομένου του υπουργού Οικονομίας Γιάνη Βαρουφάκη, για να υπογράψει μία συμφωνία στην οποία δεν απέσπασε σχεδόν καμία παραχώρηση.

Το ότι οι ψηφοφόροι αποφάσισαν να τιμωρήσουν τον Τσίπρα για όλες τις μεταστροφές του είναι ευπρόσδεκτο. Η σκοτεινή πλευρά των λαϊκιστών της Ευρώπης δεν είναι η κριτική τους για την κακή λειτουργία της ΕΕ, η οποία είναι προφανής σε όλους, αλλά η αμετανόητη ανειλικρίνειά τους για το τι μπορεί να επιτευχθεί κατά τη διαπραγμάτευση με άλλα κράτη μέλη. Αυτό βάζει τον ΣΥΡΙΖΑ στο ίδιο στρατόπεδο με τους Brexiters της Βρετανίας και τη Λέγκα και το Κίνημα Πέντε Αστέρων της Ιταλίας, με τα δύο τελευταία να συμβιβάζονται με μία ελάχιστη δημοσιονομική επέκταση στον προϋπολογισμό τους για το 2019, έχοντας υποσχεθεί μία τεράστια αύξηση.

Οι ψηφοφόροι ίσως βαρέθηκαν τα mainstream κόμματα, αλλά δεν είναι τυφλοί ως προς τις αποτυχίες των νεοφερμένων. Ο Τσίπρας ήταν πρωτοπόρος μεταξύ των λαϊκιστών και είναι ένας από τους πρώτους που κινδυνεύει να εκπαραθυρωθεί. Σε μια εβδομάδα ανάμεικτων αποτελεσμάτων για τις αντισυστημικές δυνάμεις σε ολόκληρη την ΕΕ, θα πρέπει να αναλογιστούν την εμπειρία του”.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ