Από το πρώτο αυτοκίνητο στην Αθήνα στο κυκλοφοριακό κομφούζιο!
Έχετε φανταστεί ποτέ την Αθήνα χωρίς αυτοκίνητο. Όχι; Ούτε και εμείς! Το κείμενο όμως που ακολουθεί μπορεί να σας οδηγήσει σε μια άλλη – άγνωστη – εποχή!
«Παγκράτι –Σύνταγμα 35 λεπτά, Σύνταγμα – Κηφισιά μια ώρα και δέκα λεπτά, Παναθηναϊκό Στάδιο- Αλεξάνδρας 25 λεπτά. Αυτές τις κούρσες της έκανα σήμερα», είπε στο emeaGr οδηγός ταξί, διευκρινίζοντας ότι το κέντρο ήταν ανοικτό.
Η κίνηση στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας τους τελευταίους μήνες είναι απελπιστική και ολοι αναζητούν αιτίες και λύσεις.
Η συζήτηση αυτή μας παρακίνησε να ανατρέξουμε στην ιστορία. Να δούμε πότε κυκλοφόρησε το πρώτο αυτοκίνητο στην Αθήνα; Ποιες ήταν οι εντυπώσεις των Αθηναίων της εποχής εκείνης;
«Μέχρι του 1897 τα αυτοκίνητα ήσαν άγνωστα στην Ελλάδα. Γι’ αυτά μιλούσαν μόνον όσοι διάβαζαν ξένες εφημερίδες και ξένα περιοδικά, που εδημοσίευαν εικόνες και περιγραφές αυτοκινητικών αγώνων. Αλλά και γνωστά να ήσαν, πώς ήτο δυνατόν να κυκλοφορήσει εντός της πόλεως και στα περίχωρα μια μηχανή τόσον λεπτής συνθέσεως, αφού οι δρόμοι μας ήσαν όχι μόνον ακατάλληλοι διά την κυκλοφορίαν αλλά και επικίνδυνοι;», αναφέρει ο Μίλτος Γ. Λιδωρίκης, θεατρικός συγγραφέας, σκηνοθέτης θεάτρου, δημοσιογράφος και πολιτικός της γενιάς του 1890, στα απομνημονέυματα του που αφορούν μια χρονική περίοδο που καλύπτει από τα 1880 μέχρι το 1930, δημοσιεύτηκαν στο τύπο της εποχής και αποτέλεσαν πρόσφατα τη βάση για την έκδοση του βιβλίου «Μίλτος Λιδωρίκης - Έζησα την Αθήνα της Μπελ Επόκ». (Εκδόσεις Polaris).
Το πρώτο αυτοκίνητο στην Αθήνα
«Το πρώτον αυτοκίνητον στας Αθήνας το έφερε ο Νικόλαος Κοντογιαννάκης, γαμβρός του πολιτευτού και τότε υπουργού Κωνσταντίνου Καραπάνου.Εκ υκλοφόρησε με αυτό κατά τα μέσα του έτους 1897, και το θυμάμαι γιατί συνέπεσε ο άτυχος πόλεμος του ’97. Ο καλός φίλος με παρέλαβε από το σπίτι μου την παραμονήν της αναχωρήσεώς μου διά τα σύνορα, για να πάμε στο ωραίον μέγαρόν του και εκεί να με φωτογραφήσει με την στολήν του λοχίου ευζώνων.
Με το αυτοκίνητον αυτό, μικρόν τρίκυκλο, ο Κοντογιαννάκης, επιχειρών διαδρομάς πολύ μικράς μέσα στην πόλη, υπέφερε τα πάνδεινα από την σκόνη, τις λάσπες και τους φοβερούς λάκκους των δρόμων της Αθήνας. Απαυδήσας, στο τέλος, το γύρισε πίσω στην Ευρώπη, διότι «εδώ» όπως έλεγε «του ήταν άχρηστο». Μετά ένα έτος, άλλος καλός φίλος και αλησμόνητος άνθρωπος, ο Κώστας Χρηστομάνος, ο κατόπιν ιδρυτής της Νέας Σκηνής, έφερεν ένα αυτοκινητάκι με δύο θέσεις. Τον ενθυμούμαι που το οδηγούσε μόνος για να κατεβαίνει προς τα δύο Φάληρα, χωρίς ποτέ να φθάνει σε αυτά», αναφέρει ο Μίλτος Γ. Λιδωρίκης, που περπάτησε την Αθήνα όσο λίγοι την εποχή εκείνη.
«Αλλά και το αυτοκίνητον του Χρηστομάνου είχε την ίδια τύχη με την μηχανή του Κοντογιαννάκη. Αχρηστεύθηκε κι αυτό και επεστράφη εις τον τόπον προελεύσεώς του. Έναν χρόνο μετά, έφθανε στας Αθήνας το τρίτο αυτοκίνητο. Το έφερε τότε ο Πέτρος Καλογερόπουλος, υιός του πολιτευομένου και πολλάκις υπουργού Νικολάου Καλογεροπούλου. Μα κι αυτό δεν έμεινε στην Ελλάδα παρά λίγους μήνας. Τα τρία πρώτα αυτοκίνητα ήσαν εξαιρετικώς θορυβώδη, εσήκωναν δε αφάνταστα σύννεφα σκόνης όταν έτρεχαν. Γι’ αυτό ο κόσμος, όταν τα άκουγε να έρχονται, έστριβε δεξιά κι αριστερά για να γλιτώσει τη σκόνη», αναφέρεται στο βιβλίο των εκδόσεων Polaris.
«Μα να, όμως, που στα 1900 ο κόσμος, που σιχαινόταν τα τρία πρώτα, με θαυμασμό παρακολουθούσε να τρέχει μέσα στην πόλη το τέταρτο αυτοκίνητο, ηλεκτροκίνητο, αθόρυβο, με πλούσιο φωτισμό και με επτά θέσεις, που είχε φέρει ο τότε διευθυντής της Ηλεκτρικής Εταιρείας Κ. Νικολαΐδης. Οδηγός του αυτοκινήτου αυτού ήταν ο φίλος Αλέκος Μπαχάουερ, ο πρώτος επαγγελματίας σοφέρ στην Ελλάδα, ο αρχαιότερος όλων και που έκλεισε 40 χρόνια σ’ αυτή την εργασία, αφού προσέφερε ανεκτιμήτους υπηρεσίας στον κλάδο του και εξαιρετικώς εργάσθηκε για την αυτοκινητική πρόοδο στον τόπο.
Στα 1901 ο περίφημος και ιδιόρρυθμος θιασάρχης Λεωνίδας Αρνιώτης έκανε την εμφάνισήν του στας Αθήνας μ’ ένα θίασον σκύλων και μ’ ένα αξιοπερίεργον αυτοκίνητον που έκανε αφάνταστο θόρυβο και είχε γίνει το θέαμα των Αθηνών. Με αυτό ο Αρνιώτης απεπειράθη να επισκεφθεί την πατρίδα του την Σπάρτην, το μετέφερε δε σιδηροδρομικώς εις Τρίπολην. Αλλά πριν εισέλθη θριαμβευτικώς εις Σπάρτην, έπαθε βλάβην και επανήλθεν αδόξως ρυμουλκούμενον εις Τρίπολην και μετά πάλιν σιδηροδρομικώς στας Αθήνας».