Η μετατροπή του εργαζομένου σε σύγχρονο σκλάβο

Την ώρα που η κυβέρνηση πανηγυρίζει για την -εικονική- αύξηση του κατώτατου μισθού, οι εργαζόμενοι αδυνατούν να καλύψουν ακόμα και τις πιο βασικές ανάγκες τους.

Σε εφαρμογή τέθηκε επισήμως, από την 1η Μαϊου, η απόφαση της κυβέρνησης για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 713 ευρώ. Το ποσό αυτό αφορά στις μεικτές αποδοχές των εργαζόμενων, με τις «καθαρές» να είναι 613 ευρώ.

Πρόκειται για μία αύξηση -στα χαρτιά- κατά 50 ευρώ, ένα ποσό που θα μπορούσε, σε άλλες εποχές, να θεωρηθεί ικανοποιητικό, αν κρίνει κανείς τα όσα έχουν προηγηθεί τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας.

Δυστυχώς, με την ΕΛΣΤΑΤ να ανακοινώνει την εκτόξευση του πληθωρισμού κατά 9,4% μόνο για τον Απρίλιο, είναι εύκολο να αντιληφθεί κάποιος ότι στην πραγματικότητα το εισόδημα ενός εργαζόμενου στην Ελλάδα όχι μόνο δεν αυξάνεται αλλά μειώνεται κιόλας. Άλλωστε, τα χρήματα έχουν την αξία της αγοραστικής δύναμης που προσφέρουν στον κάτοχό τους, με τους αριθμούς από μόνοι τους να μην έχουν καμία σημασία.

Η πραγματικότητα λοιπόν όχι μόνο δεν επιτρέπει αισιοδοξία και πανηγυρισμούς αλλά αποτελεί ένα ηχηρό καμπανάκι προκειμένου να αναλογιστούμε το τεράστιο αδιέξοδο στο οποίο έχει εγκλωβιστεί ο μέσος απασχολούμενος στη χώρα μας.

Στην ουσία, ζούμε στην εποχή που η εργασία, ακόμα και με πλήρες ωράριο, δεν επαρκεί για να καλύψει ούτε τις βασικές ανάγκες επιβίωσης. Με άλλα λόγια, ένας άνθρωπος ο οποίος παράγει, προσφέρει και κοπιάζει, δεν έχει τη δυνατότητα να ζήσει αξιοπρεπώς. Εκτός αν πιστεύει κάποιος ότι 613 ευρώ είναι αρκετά για να καλύψουν τις ανάγκες σε στέγαση, θέρμανση και ενέργεια.

Η εργασία λοιπόν σήμερα έφτασε, δυστυχώς, να αποτελεί μια σύγχρονη μορφή υποδούλωσης του ανθρώπου, από τη στιγμή που δεν πληρώνεται επαρκώς προκειμένου να επιβιώσει. Δεσμεύει δηλαδή τον προσωπικό χρόνο ενός ατόμου χωρίς όμως να του επιστρέφει πίσω αυτά που δικαιούται.

Για να συμβεί κάτι τέτοιο έχουν διαδραματίσει ρόλο πολλά. Η «φούσκα» των ακινήτων που εκτόξευσε τις τιμές των ενοικίων άνευ λόγου και αιτίας, η ενεργειακή κρίση, η πανδημία, η χρεοκοπία του 2008 και τα μνημόνια που ακολούθησαν. Επίσης, στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν ευθύνονται οι εργοδότες που κι εκείνοι «φτύνουν αίμα» για να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, όταν μιλάμε για μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Δεκτό και κατανοητό. Δε μπορεί όμως άνθρωποι που έχουν σπουδάσει, έχουν αποκτήσει χαρτιά από σχολές και πανεπιστήμια και εργάζονται σκληρά, να φοβούνται να ανάψουν το καλοριφέρ. Δε γίνεται οι εργάτες, οι τεχνίτες, οι άνθρωποι του μεροκάματου, να φοβούνται να φύγουν από την πατρική κατοικία. Δεν είναι αποδεκτό να φοβούνται οι Έλληνες να ξεκινήσουν οικογένεια. Να γίνουν γονείς. Ειδικά όταν τα Ελληνόπουλα εξαφανίζονται και θα καταλήξουν μειοψηφία στην ίδια τους τη χώρα. Δε γίνεται να ζούμε μέσα στον φόβο.

Και μέσα σε αυτό το σκηνικό δεν είναι δυνατόν να ακούμε ανθρώπους να λένε ότι «μοιράζονται το πλέονασμα της επιτυχίας με τον λαό». Δεν υπάρχει καμία επιτυχία. Κι ακόμα κι αν η σημερινή κυβέρνηση ευθύνεται ίσως το λιγότερο από όλες τις προηγούμενες, και έκανε σίγουρα φιλότιμες προσπάθειες παρά τις πρωτοφανείς δυσκολίες που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει, οφείλει να είναι πιο προσεκτική στους πανηγυρισμούς.

Το παγκόσμιο πολιτικό σκηνικό «μυρίζει μπαρούτι» και κανείς δε μπορεί να είναι σίγουρος για την ημέρα που ξημερώνει -ούτε καν για το αν θα ξημερώσει-. Σίγουρα όμως δε μπορεί η εξουσία, ούτε σε εγχώριο, ούτε σε διεθνές επίπεδο, να συνεχίσει σαν να μην συμβαίνει τίποτα.

Οι έχοντες τη μοίρα των λαών στα χέρια τους πρέπει να αντιληφθούν ότι αυτό που χρειαζόμαστε άμεσα είναι μια στροφή στον ρεαλισμό. Είναι κομβικής σημασία η εξασφάλιση στέγης, τροφής, θέρμανσης, ενέργειας. Είναι ηθική -και όχι μόνο- υποχρέωση ο εργαζόμενος να μη μετατραπεί σε δούλο.

Κάποτε, οι Έλληνες που αδυνατούσαν να βρουν δουλειά έπρεπε να τινάξουν από πάνω τους την ταμπέλα του τεμπέλη. Τώρα, τι ταμπέλα θα βρουν άραγε να φορέσουν στον λαιμό του σκληρά εργαζόμενου και κακοπληρωμένου Έλληνα για να του φορτώσουν την αποτυχία τους;

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ