ΙΟΒΕ: Μικρή υποχώρηση του οικονομικού κλίματος τον Ιανουάριο

Ελαφρώς πτωτικά κινήθηκε ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος τον Ιανουάριο, που διαμορφώθηκε στις 99,6 μονάδες από τις 101,6 μονάδες τον Δεκέμβριο, σύμφωνα με την έρευνα οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ.

Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στη μεγάλη επιδείνωση του κλίματος που καταγράφεται στις Υπηρεσίες, η οποία αντιστάθμισε την άνοδο στους υπόλοιπους τομείς. Ειδικότερα, στη Βιομηχανία, τις Κατασκευές και στο Λιανικό Εμπόριο καταγράφηκε βελτίωση του κλίματος, με το τελευταίο μάλιστα να κινείται σε υψηλά 10ετίας, ενώ βελτίωση για έναν ακόμη μήνα εμφάνισε και η καταναλωτική εμπιστοσύνη.

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, στην τρέχουσα συγκυρία, το οικονομικό κλίμα συνδιαμορφώνεται από διαφορετικούς παράγοντες: την αναζήτηση κατεύθυνσης στους πρώτους μήνες εκτός των προγραμμάτων, τη διαμόρφωση νέων όρων χρηματοδότησης της οικονομίας, την προεκλογική δυναμική και τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον.

Ειδικότερα, παρατηρείται, πως άλλωστε και σε προηγούμενες περιόδους προεκλογικά, ότι υπάρχει το τελευταίο διάστημα βελτίωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης και πως αυτή οδηγεί και σε βελτίωση των προσδοκιών στο λιανικό εμπόριο. Οι αποφάσεις και εξαγγελίες, ιδίως όσες αφορούν σε δημοσιονομικά μέτρα, π.χ. σε φοροελαφρύνσεις, παροχή επιδομάτων, αλλά και αυτές για προσλήψεις, μεταβάλλουν τις προσδοκίες των οικονομικών μονάδων.

Στην πλευρά των προσδοκιών των επιχειρήσεων ευρύτερα, όμως, η εικόνα είναι μικτή τους τελευταίους μήνες. Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, σε άλλους κλάδους και επιχειρήσεις καταγράφεται βελτίωση των προσδοκιών και σε άλλους επιδείνωση, ανάλογα με το αν απευθύνονται κυρίως στην εσωτερική ζήτηση ή στο εξωτερικό. Άλλωστε, για τις εξωστρεφείς οικονομικές μονάδες, είναι πολύ σημαντικές οι εκτιμήσεις για βελτίωση ή επιδείνωση του κλίματος διεθνώς και ιδίως για την εξέλιξη της ζήτησης για προϊόντα και υπηρεσίες από το εξωτερικό.

Αναλυτικότερα, στη Βιομηχανία, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών ενισχύθηκε ελαφρώς τον Ιανουάριο, μετά από ένα τετράμηνο υποχώρησης, στις 97,6 (από τις 96,4) μονάδες, επίδοση χαμηλότερη και εκείνης πριν ένα χρόνο (103,9 μονάδες). Το αρνητικό ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση επιδεινώθηκε οριακά, ενώ το ισοζύγιο στις προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες βελτιώθηκε, με τον δείκτη στις εκτιμήσεις για τα αποθέματα να παραμένει αμετάβλητος.

Παράλληλα, στις Κατασκευές, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών ενισχύθηκε τον Ιανουάριο, στις 60,2 (από τις 48,6) μονάδες, στο ίδιο επίπεδο με το αντίστοιχο περυσινό (60,5 μονάδες). Στους επιμέρους κλάδους, η τάση είναι ανοδική περισσότερο στις Ιδιωτικές Κατασκευές και λιγότερο στα Δημόσια Έργα. Επίσης, οι προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων βελτιώνονται, ενώ ανοδικά κινήθηκαν και οι προβλέψεις για την απασχόληση.

Την ίδια στιγμή, στο Λιανικό Εμπόριο, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών ανήλθε στο υψηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2018, καθώς ενισχύθηκε και τον Ιανουάριο, κινούμενος στις 118,3 (από τις 112,2) μονάδες. Οι θετικές εκτιμήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις ενισχύονται αισθητά, αν και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους εξασθενούν, ενώ ο δείκτης αποθεμάτων καταγράφει αποκλιμάκωση.

Στον αντίποδα, στις Υπηρεσίες, ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών κινήθηκε πτωτικά και τον Ιανουάριο, για τέταρτο μήνα, στις 80,8 (από τις 89,7) μονάδες, εμφανίζοντας τη χειρότερη επίδοσή του από τον Ιούλιο του 2015. Οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων αποδυναμώνονται περαιτέρω, όπως και οι αντίστοιχες για την τρέχουσα ζήτηση, αλλά και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή της.

Σε ό,τι αφορά την Καταναλωτική Εμπιστοσύνη, ο δείκτης ενισχύθηκε και τον Ιανουάριο, για έβδομο κατά σειρά μήνα, και διαμορφώθηκε στις -28,3 (από τις -31) μονάδες, επίπεδο που είναι το μέγιστό του από τον Νοέμβριο του 2009.

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η άνοδος αυτή εκπορεύεται από τη βελτίωση των εκτιμήσεων των νοικοκυριών για την τρέχουσα οικονομική τους κατάσταση, αλλά και από τις καλύτερες προβλέψεις τους για τη μελλοντική εξέλιξή της, καθώς και από την ενίσχυση των προβλέψεων για μείζονες αγορές. Οι συγκεκριμένες τάσεις, πέρα από την πρόσφατη καταβολή του κοινωνικού μερίσματος και των αναδρομικών σε ειδικά μισθολόγια, καθώς και τη μη εφαρμογή της προγραμματισμένης περικοπής των συντάξεων, θεωρείται ότι οφείλονται στη σταδιακή είσοδο σε προεκλογική περίοδο. Η τελευταία επίδραση εκτιμάται, μάλιστα, ότι θα συνεχιστεί τους προσεχείς μήνες.

Παρά τη νέα ενίσχυση, πάντως, οι Έλληνες καταναλωτές παραμένουν οι πλέον απαισιόδοξοι στην ΕΕ. Ωστόσο, πλέον δεν απέχουν σημαντικά από τα επόμενα πιο απαισιόδοξα νοικοκυριά, δηλαδή εκείνα της Βουλγαρίας (-26 από -24,5 μονάδες ο δείκτης). Την πεντάδα συμπληρώνουν η Ρουμανία (- 14,8 από -13,1), η Γαλλία (-13,8 από -17,5) και το Ηνωμένο Βασίλειο (-11,3 από -10,4).

Οι μέσοι ευρωπαϊκοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις -7,8 (από τις -7,6) μονάδες στην ΕΕ και στις -7,9 (από τις -8,3) μονάδες στην Ευρωζώνη. Ανοδική τάση σημειώθηκε τον Ιανουάριο σε 6 χώρες, ενώ θετικό πρόσημο διατηρούν 7 χώρες: η Τσεχία, η Δανία, η Ιρλανδία, η Λιθουανία, η Μάλτα, η Πολωνία και η Φινλανδία.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ