ΣΕΒ: Ορατός ο κίνδυνος υποτροπής της οικονομίας

Το 2019 θα είναι μια δύσκολη χρονιά για την ελληνική οικονομία εκτιμά ο ΣΕΒ στην εβδομαδιαία ανάλυσή του, όπου επισημαίνει τόσο τους εσωτερικούς όσο και τους εξωτερικούς κινδύνους που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας.

Όπως εξηγεί, στη διεθνή οικονομία, επικρατούν συνθήκες ήπιας επιβράδυνσης που ανά πάσα στιγμή μπορεί να χειροτερεύσουν, καθώς οι αγορές κεφαλαίων έχουν εισέλθει σε αμυντική φάση και η αβεβαιότητα παραμένει υψηλή από μια πιθανή εντατικοποίηση των εμπορικών πολέμων παγκοσμίως σε συνδυασμό και ένα ασύντακτο Brexit. Παράλληλα, στην Ελλάδα, σε πολιτικό επίπεδο, θα υπάρξουν συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις που αυξάνουν την αβεβαιότητα.

Έτσι, ενώ τα οικονομικά θεμελιώδη μεγέθη εξελίσσονται ικανοποιητικά, ο ΣΕΒ επισημαίνει ότι η ανάπτυξη παραμένει εγκλωβισμένη σε χαμηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης, με ορατό τον κίνδυνο υποτροπής. Προειδοποιεί, μάλιστα, ότι η επανεμφάνιση μακροοικονομικών ανισορροπιών, μετά από μια περίοδο σταθεροποίησης, δεν είναι αμελητέα. Αυτό σχετίζεται με αποκλίσεις στους δημοσιονομικούς στόχους που μπορεί να προκληθούν από πιθανές πρόσθετες προεκλογικές παροχές, επικείμενες δικαστικές αποφάσεις με δύσκολα προσδιορίσιμο εκ των προτέρων δημοσιονομικό κόστος και από πιθανή απώλεια ανταγωνιστικότητας λόγω εφαρμογής μη οικονομικών κριτηρίων στο μηχανισμό προσδιορισμού μισθολογικών αναπροσαρμογών στην οικονομία.

Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, με τα μέτρα που ελήφθησαν για το 2019, σε συνδυασμό με την κατάργηση του μέτρου της περικοπής των συντάξεων, φαίνεται να έχουν εξαντληθεί όλα τα περιθώρια δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, πέραν δηλαδή της επίτευξης του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5 π.μ. του ΑΕΠ.

Συνεπώς, τονίζει ότι δεν υπάρχει χώρος για παρεκκλίσεις στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, εκτός και εάν τέτοιες παρεκκλίσεις χρηματοδοτηθούν από περαιτέρω περικοπές στον Προϋπολογισμό Δημοσίων Επενδύσεων ή από εντατικοποίηση στη συλλογή εσόδων από την ΑΑΔΕ, ή τέλος, από επιβολή πρόσθετης φορολογίας στην ήδη υπερφορολογημένη ιδιωτική οικονομία.

Προειδοποιεί επίσης ότι ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας οικονομικής ανισορροπίας πιθανόν να προέλθει από τυχόν υπερβολική αύξηση του κατώτατου μισθού, με κυβερνητική απόφαση, όπως προβλέπει πλέον ο νόμος, σε εκλογικό, μάλιστα, έτος”. Όπως εξηγεί, μια τέτοια απόφαση πέραν των αντοχών και της παραγωγικότητας της οικονομίας, μπορεί να πυροδοτήσει τη μεταφορά της αύξησης του κατώτατου μισθού στο σύνολο των μισθών, μέσω του απαρχαιωμένου και διεθνώς πρωτοφανούς συστήματος μονομερούς και υποχρεωτικής διαιτησίας, που ισχύει στη χώρα μας και των επεκτάσεων συλλογικών συμβάσεων σε κλάδους και επαγγέλματα και να οδηγήσει σε απώλεια ανταγωνιστικότητας και θέσεων εργασίας από την επίσημη προς τη μαύρη οικονομία και σε επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας.

Όπως αναφέρει, στη σημερινή συγκυρία, η απασχόληση επεκτείνεται και οι ονομαστικοί μισθοί αυξάνονται grosso modo όσο και η παραγωγικότητα της εργασίας, χωρίς να επιβαρύνεται η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Προειδοποιεί, όμως, ότι “εάν αυτές οι δύο κατακτήσεις εξανεμισθούν, τότε όντως οι θυσίες του πληθυσμού στα χρόνια των Μνημονίων θα έχουν πάει χαμένες, και η χώρα θα διολισθήσει σε ανεπιθύμητες ατραπούς”.

“Πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιηθεί από όλους ότι η χώρα, για να επιστρέψει σε ανάπτυξη 4%, όσο δηλαδή ήταν την εποχή της εφήμερης ευημερίας (2000-2007), τώρα που δεν υπάρχουν δημοσιονομικά ελλείμματα και εύκολος δανεισμός, χρειάζεται να αυξήσει την παραγωγικότητά της μέσω ιδιωτικών επενδύσεων, αναφέρει χαρακτηριστικά, ενώ τονίζει ότι οι επενδύσεις αυτές θα απαιτήσουν και ξένες αποταμιεύσεις (εισροές ξένων κεφαλαίων), αφού ούτε το τραπεζικό σύστημα μπορεί εύκολα να επεκτείνει τις πιστώσεις του προς την οικονομία, ούτε οι εγχώριες αποταμιεύσεις που χρηματοδοτούν σχεδόν εξ ολοκλήρου το σημερινό επίπεδο χαμηλών επενδύσεων, μπορούν να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες διπλασιασμού των επενδύσεων, ώστε η οικονομία να τρέξει με 4% ετησίως σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Προσθέτει, επίσης, ότι πρέπει να αλλάξει το μείγμα πολιτικής και να μειωθεί η υπερφορολόγηση, για να αυξηθεί και η εγχώρια αποταμίευση ταχύτερα, είτε των νοικοκυριών (που είναι σήμερα αρνητική) είτε των επιχειρήσεων, στο βαθμό που δεν θα εξασθενίσει η τάση για αποταμίευση, τώρα που η υψηλότερη κερδοφορία (από την μείωση της υπερφορολόγησης στην οικονομία) ίσως οδηγήσει και σε μεγαλύτερα εισοδήματα από συσσωρευμένες αποταμιεύσεις.

Συμπερασματικά, ο ΣΕΒ προειδοποιεί ότι η οικονομία βρίσκεται σήμερα σε έναν κύκλο χαμηλής μεν ανάπτυξης, αλλά χωρίς μακροοικονομικές ανισορροπίες, που μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε ένα φαύλο κύκλο, ακόμη μικρότερης ανάπτυξης και μεγαλύτερων μακροοικονομικών ανισορροπιών, με αποσταθεροποιητικές τάσεις, εάν υπάρξουν παρεκκλίσεις στη δημοσιονομική προσαρμογή και απώλεια ανταγωνιστικότητας λόγω υπερβολικών μισθολογικών αναπροσαρμογών.

Ως εκ τούτου, επισημαίνει ότι η αύξηση της παραγωγικότητας μέσω επενδύσεων, σε καθεστώς σταθερότητας, παραμένει η μόνη ρεαλιστική επιλογή. “Ειλικρινά ευχόμαστε να πρυτανεύσει η λογική και το 2019 να αποδειχθεί ένα έτος που θα αυξήσει την ευημερία όλων”, καταλήγει ο ΣΕΒ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ