Συμφωνίες επαναπροώθησης: Αποτελούν ή όχι λύση για το προσφυγικό;

Στις διμερείς συμφωνίες που έχει υπογράψει το Βερολίνο με Μαδρίτη και Αθήνα για την επαναπροώθηση προσφύγων και την προσπάθεια επίτευξης ανάλογης συμφωνίας με τη Ρώμη, αναφέρεται σε άρθρο της η Deutsche Welle, όπου διερωτάται αν όντως αυτές δίνουν ουσιαστική λύση στο προσφυγικό.

Η Γερμανία υπέγραψε δύο παρόμοιες διμερείς συμφωνίες για το προσφυγικό – αρχικά με την Ισπανία και εν συνεχεία με την Ελλάδα. Πρόσφυγες και μετανάστες που έχουν καταγραφεί κατά την είσοδό τους στην ΕΕ σε αυτές τις δύο χώρες θα επαναπροωθούνται είτε σε Ισπανία είτε σε Ελλάδα, αναφέρει.

Προσθέτει, όμως, ότι οι συμφωνίες ισχύουν μόνο για άτομα που εισέρχονται στη Γερμανία μέσω των συνόρων της με την Αυστρία. Αυτή την ώρα ελέγχονται τρία συνοριακά περάσματα. Οι πρόσφυγες που εντοπίζονται εκεί και εμπίπτουν στην κατηγορία που ορίζεται από τις διμερείς συμφωνίες θα πρέπει να επαναπροωθούνται εντός 48 ωρών. Οι έλεγχοι βασίζονται στην πανευρωπαϊκή ηλεκτρονική βάση δεδομένων με δακτυλικά αποτυπώματα Eurodac, στην οποία καταγράφονται όσοι πρόσφυγες και μετανάστες καταφθάνουν στην Ευρώπη. Εξαίρεση αποτελούν ασυνόδευτοι ανήλικοι πρόσφυγες.

Σύμφωνα με την Deutsche Welle, οι διμερείς συμφωνίες έχουν προς το παρόν μάλλον συμβολική διάσταση. Επιχειρούν να καταδείξουν ότι συμβιβασμοί σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι εφικτοί. Το πρακτικό όφελος πάντως φαίνεται να είναι αμελητέο.

Σύμφωνα με το γερμανικό υπουργείο Εσωτερικών εισήλθαν από τα μέσα Ιουνίου στη Γερμανία μέσω Αυστρίας μόλις 150 άτομα που είχαν υποβάλει προηγουμένως αίτηση ασύλου σε κάποια άλλη (εκτός Γερμανίας) χώρα της ΕΕ. Μάλιστα ούτε ένα από αυτά τα άτομα δεν είχε καταγραφεί στην Ισπανία. Πάντως, το γερμανικό υπουργείο Εσωτερικών εκφράζει την αισιοδοξία του πως αντίστοιχη διμερής συμφωνία θα υπογραφεί και με την Ιταλία.

Ωστόσο, η Deutsche Welle εκτιμά ότι η Ιταλία είναι πολύ πιθανό να ζητήσει αισθητά περισσότερα ανταλλάγματα από τη Γερμανία συγκριτικά με αυτά που ζήτησαν η Ελλάδα και η Ισπανία. Όπως εξηγεί, στο τέλος της περσινής χρονιάς ζούσαν στη χώρα περί τους 355.000 χρήζοντες προστασίας και αιτούντες άσυλο στην Ιταλία. Φέτος έφθασαν στη χώρα ακόμη 19.000 άνθρωποι διά της θαλάσσιας οδού. Η ιταλική κυβέρνηση κάνει λόγο για υπερβολική επιβάρυνση, ειδικά σε μεγάλα αστικά κέντρα, όπως η Ρώμη και το Μιλάνο. Ο νέος υπουργός Εσωτερικών Ματέο Σαλβίνι τάσσεται αναφανδόν ενάντια σε υποδοχή νέων προσφύγων, παρά τα όποια χρηματικά ανταλλάγματα εκ μέρους των Βρυξελλών.

Γεγονός είναι πάντως ότι σε άλλες χώρες ζουν πολλοί περισσότεροι χρήζοντες προστασίας και αιτούντες άσυλο από ό,τι στην Ιταλία σήμερα, αναφέρει η Deutsche Welle. Η πλειονότητα εξ αυτών (πάνω από 1,4 εκατομμύρια άτομα) έγιναν, σύμφωνα με στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, δεκτοί από τη Γερμανία. Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Γαλλία με 400.000 άτομα, με την Ιταλία να ακολουθεί στην τρίτη θέση. Οι αριθμοί αυτοί δεν περιλαμβάνουν τους απορριφθέντες αιτούντες άσυλο.

Ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Χάικο Μάας, ζήτησε στις αρχές Αυγούστου περισσότερη στήριξη για τις χώρες της νότιας Ευρώπης στο πεδίο της προσφυγικής πολιτικής. «Δεν μπορούμε να προσποιούμαστε ότι οι άνθρωποι που διασώζονται στη Μεσόγειο είναι πρόσφυγες της Ισπανίας και της Ιταλίας», δήλωσε ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός. «Χρειαζόμαστε ευρωπαϊκή λύση και αλληλεγγύη. Το μεταναστευτικό δεν επιτρέπεται να γίνει παράγοντας διχασμού της ΕΕ», τόνισε ο Χάικο Μάας, εκτιμώντας παράλληλα ότι «το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών κρατών θα είναι πρόθυμο να αποδεχθεί ένα κοινό σχέδιο».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ