Την αντίθεσή του στη συμφωνία των Πρεσπών και την πρόθεση της Νέας Δημοκρατίας να ψηφίσει κατά αυτής επανέλαβε ο αρχηγός της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε συνέντευξή του στη Süddeutsche Zeitung, προσθέτοντας ωστόσο ότι θα σεβαστεί τη συμφωνία εφόσον επικυρωθεί από τη Βουλή.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει η Deutsche Welle, ερωτηθείς για το θέμα της ονομασίας της πΓΔΜ, ο Κ. Μητσοτάκης τονίζει: «Έχω πει ξεκάθαρα ότι δεν μου αρέσει αυτή η συμφωνία. Αλλά λέω επίσης ότι θα τη σεβαστώ ως μια υποχρέωση της χώρας, εφόσον θα έχει επικυρωθεί από την ελληνική Βουλή. Αλλά η δική μου, η ΝΔ, θα ψηφίσει κατά».
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης υποστηρίζει, επίσης, ότι ο ίδιος θα είχε αναζητήσει μια διαφορετική λύση.
Παράλληλα, μέσω της συνέντευξής του στη Süddeutsche Zeitung, ο αρχηγός της ΝΔ ζητά εκλογές το συντομότερο δυνατό, «διότι η κυβέρνηση Τσίπρα δεν έχει να προσφέρει πλέον τίποτα στη χώρα. Στις 20 Αυγούστου εκπνέει το τρίτο και τελευταίο ευρωπαϊκό πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας, χρειαζόμαστε μια νέα κυβέρνηση που θα οδηγήσει τη χώρα στο μέλλον. Με εξαίρεση τον τουρισμό η οικονομία δεν αναπτύσσεται».
Ο Κ. Μητσοτάκης επικρίνει το γεγονός ότι θα υπάρξει ενισχυμένη μεταμνημονιακή εποπτεία της χώρας, την οποία αποδίδει στην έλλειψη εμπιστοσύνης προς την ελληνική κυβέρνηση. «Εάν υπήρχε επαρκής εμπιστοσύνη ότι η κυβέρνηση θα υλοποιήσει τις συμπεφωνημένες μεταρρυθμίσεις, τότε δεν θα χρειάζονταν ένας τόσο αυστηρός μηχανισμός παρακολούθησης για όλα αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα».
Σε ερώτηση πώς θα χρηματοδοτήσει ο ίδιος τη μείωση της φορολογίας που υπόσχεται εφόσον εκλεγεί, ο Κ. Μητσοτάκης απαντά ότι θα σεβαστεί τους συμπεφωνημένους με τους δανειστές στόχους, ωστόσο, κατά τη γνώμη του, υπάρχουν περιθώρια ελιγμών. «Θέλουμε να εξοικονομήσουμε δαπάνες και να μειώσουμε τους φόρους. Η κυβέρνηση έκανε ελάχιστα για να μεταρρυθμίσει τη δημόσια διοίκηση. Αντιθέτως τα τελευταία τρία χρόνια αύξησε τις δαπάνες προσωπικού (σ.σ. μισθοδοσίας των δημοσίων υπαλλήλων) κατά 500 εκατομμύρια ευρώ. Θέλω ένα μικρότερο, αλλά αποτελεσματικότερο κράτος», επισημαίνει χαρακτηριστικά, διευκρινίζοντας ότι αυτό δεν συνεπάγεται απολύσεις αλλά λιγότερες προσλήψεις σε σχέση με τον αριθμό των ανθρώπων που συνταξιοδοτούνται καθώς και μείωση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου.
«Θα μείωνα τους φόρους και (σε αντάλλαγμα) περιμένω μεγαλύτερη φορολογική συνείδηση. Για τη δε δίωξη φοροφυγάδων, υπάρχουν σήμερα καλύτερες δυνατότητες απ’ ό,τι παλαιότερα».