Σε καλό δρόμο για μια “καθαρή έξοδο” η Ελλάδα, λέει η HSBC

Την άποψη ότι είναι η Ελλάδα είναι σε καλό δρόμο για μια «καθαρή έξοδο» από το πρόγραμμα εκφράζει σε έκθεσή της η HSBC, όπου εκτιμά μάλιστα πως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μπορεί να συμμετέχει στο ελληνικό πρόγραμμα υπογράφοντας την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους.

Όπως σημειώνει, μετά τις συναντήσεις της με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το ΔΝΤ, την ΤτΕ και εκπροσώπους του τραπεζικού κλάδου, εν όψει της ολοκλήρωσης του προγράμματος προσαρμογής της Ελλάδα, το κλίμα φαίνεται να είναι θετικό.

Προσθέτει, δε, ότι τα θέματα που βρίσκονται στην ατζέντα είναι τέσσερα και αφορούν το κλείσιμο της αξιολόγησης, την ελάφρυνση του χρέους, τη συμμετοχή ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και η φύση της εποπτείας της Ελλάδας μετά την έξοδο.

Σε ό,τι αφορά τα προαπαιτούμενα, από τις επαφές με εκπρόσωπο, η τράπεζα επαναβεβαίωσε την πεποίθησή της ότι δεν θα υπάρξουν σοβαρά εμπόδια, παρότι έχουν κλείσει λίγα από τα 88, καθώς και η κυβέρνηση εμφανίζεται υψηλά δεσμευμένη στο θέμα. Ωστόσο σημειώνει ότι δεδομένου του μεγάλου αριθμού δράσεων, δεν μπορεί να αποκλειστεί καθυστέρηση στην εφαρμογή.

Σε αυτήν την περίπτωση, περιμένει το Eurogroup να αποφασίσει στις 21 Ιουνίου ότι υπάρχει ευρεία επιτυχία στα μέτρα αλλά πιθανά η εκταμίευση της δόσης και η πλήρης συμμόρφωση να ακολουθήσει τον Ιούλιο ή ακόμα και τον Αύγουστο. Ωστόσο, σημειώνει ότι όλοι οι θεσμοί απέκλεισαν επίσημη παράταση του προγράμματος καθώς αυτό θα απαιτούσε εγκρίσεις από κοινοβούλια.

Για το θέμα του χρέους, η HSBC αναφέρει ότι οι θεσμοί περιμένουν συμφωνία στις 21 Ιουνίου για το πακέτο που θα εφαρμοστεί στο τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο. Η εκτίμηση είναι ότι θα περιλαμβάνει ένα εμπροσθοβαρές πακέτο, με προκαταβολική επιμήκυνση των δανείων και των τόκων του EFSF κατά 10-12 χρόνια, κάτι που θα εξομαλύνει τις πληρωμές, κάλυψη των απαιτήσεων του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα (πληρωμές ως 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και 20% μακροπρόθεσμα), τουλάχιστον με βάση τη μακροπρόθεσμη πρόβλεψη της Κομισιόν για ανάπτυξη 1,5%.

Η HSBC σημειώνει ότι υπάρχουν και άλλα μέτρα που μπορούν να εξεταστούν με χρήση των αδιάθετων πόρων του προγράμματος, όπως η εξαγορά των δανείων του ΔΝΤ που έχουν υψηλό επιτόκιο και η επαναγορά ελληνικών ομολόγων που έχουν υψηλά κουπόνια, όπως αυτά που αγοράστηκαν με το πρόγραμμα SNP της ΕΚΤ (περί τα 3 δισ. ευρώ).

Σε ό,τι αφορά το «γαλλικό κλειδί» για το χρέος, η HSBC μιλά για έναν ημιαυτόματο μηχανισμό που εκτιμάται από τους συνομιλητές της ότι θα συμφωνηθεί. Με πιθανή την προκαταβολική επέκταση των δανείων του EFSF, θα αποκτήσει νόημα από τα μέσα του 2030. Ωστόσο, είναι κρίσιμο για την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους του ΔΝΤ αλλά και για να διασφαλιστούν μελλοντικοί επενδυτές και οίκοι αξιολόγησης για τη βιωσιμότητα του χρέους.

Ωστόσο, σημειώνει η τράπεζα, ο διάβολος βρίσκεται στις λεπτομέρειες. Κάποιοι μίλησαν για ένα πιθανό κινητό παράθυρο πενταετίας για την εφαρμογή (σ.σ. να εξετάζεται η μέση ανάπτυξη στην πενταετία) αντί να εφαρμόζεται κάθε χρόνο. Υπάρχει ακόμα το θέμα της αυτόματης ή ημιαυτόματης ενεργοποίησης και αν θα πρέπει να εγκρίνεται από κοινοβούλια, κάτι που μειώνει την αξιοπιστία.

Η εκτίμηση που αποκόμισε η HSBC είναι ότι πιθανά θα υπάρξει συμφωνία στις 21 Ιουνίου και κάνει λόγο για ένα συνδυασμό προκαταβολικών μέτρων (π.χ. 10ετής επέκταση ωριμάνσεων), επαναγορές και μακροπρόθεσμη ελάφρυνση συνδεδεμένη με την πορεία του ΑΕΠ. Το σημαντικό θέμα είναι οι όροι (conditionality). Αν συνδέονται αποκλειστικά με τη δυνατότητα της Ελλάδας να πετυχαίνει τα πρωτογενή πλεονάσματα, θα υπάρξει αρκετή καθαρότητα και βεβαιότητα στις αγορές. Αν ο μηχανισμός είναι πολύ περίπλοκος και υπό όρους που εξαρτώνται από πολιτικές, το μέλλον θα παραμείνει αβέβαιο, σημειώνει.

Σε ό,τι αφορά την επιτήρηση, η HSBC αναφέρει ότι όπως συμφωνήθηκε στο τελευταίο Eurogroup, θα είναι «αυξημένη», περιλαμβάνοντας τριμηνιαίες επισκέψεις στις οποίες θα τίθενται συγκεκριμένοι στόχοι. Οι λεπτομέρειες θα αποτυπωθούν σε ένα «γράμμα προθέσεων» (Letter of intent) και σύμφωνα με την Κομισιόν, ίσως παρθούν από το αναπτυξιακό σχέδιο της Ελλάδας που είχε συγκεκριμένους στόχους. Το «καρότο» θα είναι οι εκταμιεύσεις των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα, περίπου 5 δισ. ευρώ, τα οποία θα διατίθενται για επενδύσεις αλλά και για σκοπούς μείωσης του χρέους.

Αναφορικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ, η HSBC εκτιμά ότι είναι απίθανο να υπάρχει αρκετός χρόνος για να ενεργοποιηθεί το πρόγραμμα του ΔΝΤ αλλά αυτό λίγη σημασία έχει. Όπως σημειώνει, το σημαντικό για την επενδυτική εμπιστοσύνη είναι να υπογράψει την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους (DSA) μετά την οριστικοποίηση των μέτρων για το χρέος. Επ’ αυτού, αναφέρει, τα στελέχη της έφυγαν από την Αθήνα πιο αισιόδοξα, εν μέρει λόγω της αποφασιστικότητας του ΔΝΤ να παραμείνει στην Ευρώπη. Ως εκ τούτου, πιστεύει ότι κάποια εμπλοκή του Ταμείου στη μετά πρόγραμμα επιτήρηση είναι πιθανή.

Η HSBC επισημαίνει επίσης ότι μίλησε με τον ΟΔΔΗΧ και σημειώνει ότι η χώρα είναι πλήρως καλυμμένη χρηματοδοτικά ως το 2020. Απαιτούνται 45 δισ. ευρώ και ήδη υπάρχουν μετρητά 20 δισ. ευρώ, αναμένεται να λάβει από την τελευταία δόση 12 δισ. ευρώ και τα πρωτογενή πλεονάσματα ως τότε θα φτάσουν τα 18,5 δισ. ευρώ.

Για τις νέες εξόδους στις αγορές δεν υπάρχουν αποφάσεις αλλά η εκτίμηση είναι ότι θα επιτευχθεί έξοδος στις αγορές το πρώτο εξάμηνο. Περιμένοντας καλές ειδήσεις που θα βελτιώσουν το κλίμα, είναι απίθανο κατά την τράπεζα να υπάρξει κίνηση πριν το Eurogroup της 21ης Ιουνίου ή τουλάχιστον πριν κάποια απτή πρόοδος γίνει στο θέμα του χρέους.

Σε ότι αφορά τις ελληνικές τράπεζες, δεν αναμένεται να διατελέσουν μεγάλο ρόλο στην ανάκαμψη, εκτιμά η HSBC. O οίκος αναφέρεται και στα stress tests, τονίζοντας ότι η απουσία κεφαλαιακού ελλείμματος θα απελευθερώσει κεφάλαια από το ελληνικό πρόγραμμα, ενώ θα μπορούσε να βοηθήσει και στο μέτωπο της βιωσιμότητας του χρέους που υπολογίζει το ΔΝΤ, το οποίο ενδεχομένως να αφαιρέσει το αίτημα για μαξιλάρι 10 δισ. ευρώ για τον κλάδο, που περιλάμβανε στο προηγούμενο DSA.

Τέλος, η HSBC υπογραμμίζει ότι συνεχίζεται η φημολογία για πρόωρες εκλογές το φθινόπωρο, κάτι που απορρέει κυρίως από κύκλους της ΝΔ, με την κυβέρνηση να εμφανίζεται αποφασισμένη να ολοκληρώσει την τετραετία.

Σε κάθε περίπτωση, με τη ΝΔ να έχει δεσμευτεί ότι θα συνεχίσει να υλοποιεί το πρόγραμμα και ότι θα καταστήσει την Ελλάδα πιο φιλική προς την επιχειρηματικότητα, το ρίσκο που απορρέει από ενδεχόμενη πρόωρη προσφυγή στις κάλπες είναι περιορισμένο. Ωστόσο, δεν αποκλείεται κάποιος βαθμός αβεβαιότητας που θα μπορούσε να επηρεάσει την ανάκαμψη και την επενδυτική εμπιστοσύνη.

Ο οίκος σημειώνει ότι η υλοποίηση του προγράμματος από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πιο ομαλή σε σχέση με την προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ, αλλά ένας από τους λόγους είναι η λιγότερο επιθετική αντιπολίτευση τόσο στη Βουλή όσο και στους δρόμους.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ