ICAP: Οι επιχειρήσεις επενδύουν στην βιώσιμη ανάπτυξη και τις παραμέτρους ESG

Παρά το δύσκολο οικονομικό περιβάλλον και τις γεωπολιτικές εξελίξεις, ο επιχειρηματικός κόσμος αναγνωρίζει τα οφέλη από την υιοθέτηση μια βιώσιμης στρατηγικής και αυξάνει όλο και περισσότερο τις αντίστοιχες επενδύσεις.

Όλο και μεγαλύτερη βαρύτητα αποδίδουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στη διαχείριση ζητημάτων βιωσιμότητας και ESG. 

   Όπως επισημαίνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Σπύρος Γιούργας, Εκτελεστικός Διευθυντής Business Development του Ομίλου ICAP CRIF, «ενώ οι παγκόσμιες προκλήσεις εξακολουθούν να είναι σε εξέλιξη (πανδημία και ενεργειακή κρίση) η συμμόρφωση με τα πρότυπα ESG (σεβασμός στο περιβάλλον, κοινωνική ευθύνη, ορθή εταιρική διακυβέρνηση) είναι ψηλά στην ατζέντα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και άλλων ευρωπαϊκών αρχών, οι οποίες αναμένεται να παρέχουν συγκεκριμένες πληροφορίες για τους πελάτες τους – κυρίως επιχειρήσεις και μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ)».

   Ο ίδιος σημειώνει ότι «καθώς η βιώσιμη χρηματοδότηση γίνεται ”υποχρεωτική ευκαιρία” δεδομένων των τεράστιων πόρων που διατίθενται από κυβερνήσεις και ιδρύματα για την αντιμετώπιση της πράσινης μετάβασης, οι επιχειρήσεις, θα πρέπει να προβούν σε κινήσεις που θ’ αυξήσουν άμεσα και δραστικά, τις δυνατότητες και τα διαπιστευτήρια που αφορούν τη βιωσιμότητα τους. Η ΙCAP CRIF, προσφέρει ένα πλήρες πακέτο λύσεων, που επιτρέπουν τη συλλογή πληροφοριών και την επεξεργασία των περιουσιακών στοιχείων και των επιχειρηματικών πληροφοριών του ομίλου CRIF, προκειμένου να δημιουργηθούν προηγμένα μοντέλα, να προβλεφθούν οι κίνδυνοι που πρέπει να αξιολογηθούν και να εκτιμηθεί η συμμόρφωση μιας εταιρείας με τις ευρωπαϊκές πολιτικές ESG».

   Τις τάσεις στην ελληνική αγορά καταγράφει η πρωτογενής έρευνα για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τις δράσεις ESG σε επιχειρήσεις που πραγματοποίησε η διεύθυνση οικονομικών και κλαδικών μελετών της ICAP CRIF ΑΕ (το χρονικό διάστημα 01.02.2023 – 28.02.2023, σε δείγμα 144 επιχειρήσεων από διάφορους κλάδους της ελληνικής οικονομίας που δραστηριοποιούνται σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια).

   Στο πλαίσιο της έρευνας διερευνήθηκε η κατανομή του συνολικού προϋπολογισμού των εταιρειών για δράσεις ESG, στους βασικούς πυλώνες: περιβάλλον, κοινωνία, εταιρική διακυβέρνηση.

   Τα υψηλότερα κονδύλια για το 2022 κατευθύνθηκαν σε περιβαλλοντικές δράσεις (40%). Ακολουθούν με μικρή διαφορά (36%) οι δράσεις που σχετίζονται με την κοινωνία και οι ενέργειες που αφορούν στην εταιρική διακυβέρνηση (24%). Οι δαπάνες για περιβαλλοντικές δράσεις κερδίζουν μερίδιο από τις δαπάνες για την κοινωνία συγκριτικά με τα αποτελέσματα της περσινής έρευνας. Οι τελευταίες εξελίξεις με την ενεργειακή κρίση, τις φυσικές καταστροφές, τον πόλεμο στην Ουκρανία και την πανδημία COVID-19, ανέδειξαν την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι επείγουσες καταστάσεις με άμεσες και αποτελεσματικές λύσεις προς μια νέα, βιώσιμη οικονομία. Παράλληλα, εντείνεται σε παγκόσμιο επίπεδο η ανησυχία και ο δημόσιος διάλογος για την κλιματική αλλαγή, ενώ ο ψηφιακός μετασχηματισμός αναδεικνύει νέα μοντέλα εργασίας και απαιτεί νέες δεξιότητες και γνώσεις.

   Διερευνώντας το ύψος των κονδυλίων που δαπανούν οι επιχειρήσεις για δράσεις ESG προκύπτει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των εταιρειών (61%) δαπανά έως 200.000 ευρώ. Το 17% των επιχειρήσεων δαπανά από 200.000 ευρώ έως 500.000 ευρώ και το 5% από 500.000 ευρώ έως 1 εκατ. ευρώ. Περισσότερες από μία στις 10 εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα (11%) δαπάνησαν από 1 εκατ. ευρώ έως 5 εκατ. ευρώ ενώ πάνω από 5 εκατ. ευρώ σε δράσεις ESG έδωσε το 6% των εταιρειών του δείγματος. Από την επεξεργασία των απαντήσεων των συμμετεχόντων προκύπτει άμεση συσχέτιση του συνολικού κύκλου εργασιών τους με τα ποσά που δαπανούν για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι το 66% των επιχειρήσεων αύξησαν τις δαπάνες για ενέργειες ESG το 2022, συγκριτικά με το 2021, ενώ μόλις το 3% των συμμετεχόντων δήλωσε ότι τις περιόρισε έναντι του προηγούμενου έτους.

   Ψηλά στην επιχειρησιακή στρατηγική βιώσιμη ανάπτυξη και υπευθυνότητα

   Οι ελληνικές εταιρείες, σύμφωνα με την έρευνα, αναγνωρίζουν τη σημαντικότητα της βιώσιμης ανάπτυξης και της εταιρικής υπευθυνότητας και την κατατάσσουν όλο και πιο ψηλά στις δράσεις και την επιχειρησιακή τους στρατηγική. Συγκεκριμένα, το 90% των επιχειρήσεων του δείγματος (από 92% στην έρευνα του 2022) θεωρούν τη βιώσιμη ανάπτυξη «πολύ» ή «πάρα πολύ» σημαντική. Την ίδια στιγμή, οι εταιρείες θεωρούν ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης του ESG από το σύνολο των ελληνικών επιχειρήσεων. Ειδικότερα, σε ερώτηση για τον βαθμό εφαρμογής των δράσεων ESG από τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα, το μεγαλύτερο ποσοστό των εταιρειών του δείγματος (55%) θεωρεί ότι ο βαθμός ενσωμάτωσής τους διαμορφώνεται σε μέτρια επίπεδα. Επισημαίνεται ότι πάνω από μία στις τρεις επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα πιστεύει ότι οι δράσεις ESG εφαρμόζονται σε μικρό ή ελάχιστο βαθμό (35%), ενώ το 9% του δείγματος (από 8% στην έρευνα του 2022) θεωρεί ότι έχουν υιοθετηθεί σε «πολύ» ή «πάρα πολύ» μεγάλο βαθμό από τις εγχώριες επιχειρήσεις

   Ως κυριότερος ανασταλτικός παράγοντας στην υλοποίηση δράσεων ESG αναδεικνύεται διαχρονικά, με ποσοστό 15%, η δαπάνη / κόστος για την εφαρμογή ενός προγράμματος βιώσιμης ανάπτυξης και ακολουθούν, καταλαμβάνοντας μερίδιο 14%, οι οικονομικές πιέσεις εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης. Η έλλειψη κινήτρων προς τις επιχειρήσεις για την ανάληψη σχετικών δράσεων απέσπασε ποσοστό 13%. Έπονται, με 11%, η μη επαρκής γνώση και κατάρτιση της διοίκησης της εταιρείας σε θέματα βιωσιμότητας (ESG) και η έλλειψη εθνικού ρυθμιστικού πλαισίου. Με 10% αξιολογείται η γραφειοκρατία και ακολουθούν με 9% η ελλιπής ενημέρωση των πολιτών για την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης και η δυσκολία μέτρησης της βιωσιμότητας. Τελευταίος παράγοντας στην κατάταξη βάσει σπουδαιότητας εμφανίζεται το μέγεθος της επιχείρησης (8%), αναμενόμενο αν ληφθεί υπόψη ότι η έρευνα απευθυνόταν στις 1.000 μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι, ως πρώτη επιλογή, σχεδόν τέσσερις στις δέκα επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα (38%) επέλεξαν τις οικονομικές πιέσεις που δέχονται εξαιτίας της ενεργειακής κρίσης, γεγονός ενδεικτικό της δυσκολίας που αντιμετώπισαν στη διαχείριση της αύξησης του ενεργειακού κόστους λειτουργίας τους.

   Οι επιχειρήσεις του δείγματος ρωτήθηκαν σχετικά με το ποια διεύθυνση/τμήμα αποφασίζει και διαχειρίζεται τις σχετικές με τη βιώσιμη ανάπτυξη δράσεις. Περισσότερες από μία στις τρεις εταιρείες (35%) απάντησαν ότι η ίδια η διοίκηση της εταιρείας αναλαμβάνει τη διαχείριση των δράσεων ESG, γεγονός που σχετίζεται με την άρρηκτη σύνδεση της βιώσιμης ανάπτυξης με το όραμα, τις αξίες και την επιχειρηματική στρατηγική των επιχειρήσεων. Ακολουθεί με ποσοστό 29% η ξεχωριστή διεύθυνση / τμήμα της εταιρείας (το 60% αυτών ανήκουν στις μεγάλες οντότητες με συνολικό κύκλο εργασιών που ξεπερνά τα 50 εκατ. ευρώ). Αξιόλογο μερίδιο αποσπά η διεύθυνση ανθρώπινου δυναμικού με 10%. Τέλος, η οικονομική διεύθυνση και η διεύθυνση μάρκετινγκ, επικοινωνίας και εταιρικής κοινωνικής ευθύνης κατέλαβαν μερίδια 6% και 4% αντίστοιχα. Σημαντικό μερίδιο απέσπασε και η επιλογή ”’Αλλο” (16%) που περιλαμβάνει κυρίως τη διατμηματική στρατηγική, δηλαδή την από κοινού λήψη αποφάσεων για τις σχετικές δράσεις απ’ όλες τις διευθύνσεις μιας εταιρείας.

   Ανεξάρτητα από το μέγεθος μιας επιχείρησης, η στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης, επιφέρει πολλαπλά οφέλη σε περιβαλλοντικό, οικονομικό, εταιρικό και κοινωνικό επίπεδο, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να αξιολογούνται µε βάση όχι µόνο τη χρηματοοικονομική τους επίδοση, αλλά και το περιβαλλοντικό και κοινωνικό τους αντίκτυπο, παράλληλα µε τη διακυβέρνησή τους. Στο πλαίσιο αυτό, κρίσιμα σημεία θεωρούνται η ενημέρωση του κοινωνικού συνόλου, η εκπαίδευση των στελεχών των επιχειρήσεων και η παροχή κινήτρων από την πλευρά της πολιτείας, που θα ενθαρρύνουν τις εταιρείες προς την κατεύθυνση της υιοθέτησης δράσεων ESG, προκειμένου να βρεθεί η βιώσιμη ανάπτυξη στον πυρήνα της στρατηγικής των ελληνικών επιχειρήσεων.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ