Πρόστιμο «μαμούθ» στην φαρμακευτική Purdue για τον ρόλο της στην κρίση οπιοειδών

Η αμερικανική εταιρεία προχώρησε σε διακανονισμό με το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ύψους 8,3 δισ. δολαρίων

Η φαρμακευτική εταιρεία Purdue, η κατασκευάστρια του αναλγητικού φαρμάκου Ocycontin, δέχτηκε να δηλώσει ένοχη για τον ρόλο που διαδραμάτισε στην κρίση των οπιοειδών, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας με το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, συνολικού ύψους 8,3 δισ. δολαρίων.

Η Purdue, όπως και άλλες αμερικανικές φαρμακοβιομηχανίες, κατηγορήθηκε ότι από το 1996 προωθούσε τα αναλγητικά οπιοειδή, συμβάλλοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο στην κρίση εξάρτησης χιλιάδων ανθρώπων και την έκρηξη λήψης υπερβολικών δόσεων που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 450.000 ανθρώπους στις ΗΠΑ από το 1999 και μετά.

Η εταιρεία, ιδιοκτησίας της αμφιλεγόμενης οικογένειας Σάκλερ, δέχτηκε να δηλώσει ένοχη σε τρεις κατηγορίες ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου του Νιού Τζέρσεϊ. Οι κατηγορίες σχετίζονται με τον παραπλανητικό τρόπο με τον οποίο προωθούσε το φάρμακο και ότι παρέσυρε σε λανθασμένες αποφάσεις την αμερικανική Υπηρεσία Ελέγχου Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA).

Η Purdue θα πληρώσει απευθείας στο ομοσπονδιακό κράτος περίπου 225 εκατ. δολάρια ως πρόστιμο για το ποινικό σκέλος της υπόθεσης και άλλα 2,8 δισ. δολάρια για να μπει τέλος στο αστικό σκέλος. Θα πρέπει επίσης να κηρύξει πτώχευση και να αναδιοργανωθεί ως «Εταιρεία Δημοσίου Οφέλους» υπό τη διαχείριση ενός ιδρύματος. Η εταιρεία αυτή θα πρέπει να παράσχει δωρεάν ή σε πολύ χαμηλές τιμές φάρμακα για την αντιμετώπιση της υπερβολικής δόσης και θεραπείες για την εξάρτηση από τα οπιοειδή. Τα έσοδά της θα διατίθεται για τη χρηματοδότηση προγραμμάτων που έχουν ξεκινήσει τοπικές οργανώσεις για την αντιμετώπιση της κρίσης των οπιοειδών.

Η οικογένεια Σάκλερ θα πληρώσει, ξεχωριστά, πρόστιμο ύψους 225 εκατ. δολαρίων.

Η συμφωνία αυτή θα πρέπει να επικυρωθεί από ομοσπονδιακό δικαστήριο. «Πρόκειται για ένα ουσιαστικό βήμα στις προσπάθειες που καταβάλλει το υπουργείο για να λογοδοτήσουν όλοι εκείνοι που τροφοδότησαν την κρίση των οπιοειδών», δήλωσε ο Τζέφρι Μπόσερτ Κλαρκ, στέλεχος του υπουργείου που χειρίστηκε την υπόθεση.