Motor Oil: Επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές και παραγωγή πετρελαϊκών προϊόντων υψηλής αξίας

Στο πλαίσιο της ενημέρωσης για τα αποτελέσματα της περσινής χρονιάς ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος Πέτρος Τζαννετάκης προανήγγειλε νέες επενδύσεις ύψους 240 εκατ. ευρώ έναντι 175,1 εκατ. ευρώ το 2020

Η επέκταση στις ανανεώσιμες πηγές, η στροφή στην παραγωγή πετρελαϊκών προϊόντων υψηλότερης αξίας και η ενεργειακή αυτονομία του διϋλιστηρίου περιλαμβάνονται στους στόχους της διοίκησης της Motor Oil, τους οποίους ανέπτυξε ο Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας Πέτρος Τζαννετάκης κατά την ενημέρωση των αναλυτών για τα αποτελέσματα του 2020.

Σε σχέση με τις ανανεώσιμες, όπως τόνισε ο κ. Τζαννετάκης, ο πρώτος στόχος για χαρτοφυλάκιο 300 MW επιτυγχάνεται μετά την πρόσφατη συμφωνία για την απόκτηση χαρτοφυλακίου 11 εν λειτουργία αιολικών πάρκων συνολικής δυναμικότητας 220 MW και ενός επιπλέον υπό κατασκευή αιολικού πάρκου δυναμικότητας 20 MW, μαζί με τις μονάδες που κατείχε ήδη ο όμιλος. Δεν αποκλείεται στο μέλλον η έκδοση Eurobond για τη χρηματοδότηση επενδύσεων σε ΑΠΕ όπου ο επόμενος στόχος είναι τα 650 ΜW και σε βάθος χρόνου 1 GW.

Η παραγωγή προϊόντων υψηλότερης αξίας θα επιτευχθεί με το νέο συγκρότημα κατεργασίας νάφθας προϋπολογισμού 310 εκατ. ευρώ που θα συμβάλει στην αύξηση της παραγωγής βενζινών υψηλής προστιθέμενης αξίας, κηροζίνης και υδρογόνου. Η επένδυση αναμένεται να ολοκληρωθεί στο πρώτο τρίμηνο του 2022 και θα χρηματοδοτηθεί μεταξύ άλλων με τα έσοδα που εξασφάλισε η εταιρεία από την έκδοση ομολογιακού δανείου ύψους 200 εκατ. ευρώ.

Σε ό,τι αφορά την ενεργειακή αυτονομία του διϋλιστηρίου , προγραμματίζεται η προσθήκη μονάδας ισχύος 42 MW (ήδη υπάρχουν μονάδες ηλεκτροπαραγωγής στο διυλιστήριο ισχύος 78 MW) που θα καλύπτει ανάγκες της νέας μονάδας επεξεργασίας νάφθας.

Αναφορικά με το επενδυτικό πλάνο φέτος προβλέπονται επενδύσεις ύψους 240 εκατ. ευρώ έναντι 175,1 εκατ. ευρώ το 2020.

Ο κ, Τζαννετάκης ανέφερε, τέλος, ότι στο πρώτο τρίμηνο του έτους οι όγκοι πωλήσεων έχουν αυξηθεί, ύστερα από μια χρονιά που ήταν η δυσκολότερη της δεκαετίας με μεγάλη υποχώρηση της αγοράς. Παρ' όλα αυτά οι εξαγωγές της εταιρείας αυξήθηκαν και το διϋλιστήριο κατά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου δούλεψε στο μέγιστο των δυνατοτήτων του.