MPS: «Μαρσάρει» με αισιοδοξία… κόντρα στον άνεμο

Ο Γιάννης Μανωλακάκης δεν φοβήθηκε την κρίση. Επένδυσε στην επέκταση της επιχείρησής του, ατενίζοντας το μέλλον.

Ο ήλιος είχε… αποσυρθεί την περασμένη Παρασκευή (20/5) όταν με τον Σωτήρη είπαμε κάποιες τελευταίες κουβέντες για τη δουλειά, κλείδωσε το γραφείο και πήραμε ο καθένας τον δρόμο του.

Η μηχανή «μάζευε» τα χιλιόμετρα και έφερνε όλο και πιο κοντά την επιστροφή στο σπίτι και το… εναρκτήριο λάκτισμα για τη χαλάρωση. Η διαδρομή είχε το συνηθισμένο της ηχόχρωμα, μέχρι που ξαφνικά, από το πουθενά… τρύπωσαν στο κράνος οι νότες και οι στίχοι του «Born To Be Wild».

Και όσο οι ρόδες κυλούσαν πάνω στον δρόμο, τόσο η ένταση δυνάμωνε. Προκαλώντας, εκτός από ευχάριστα ακουστικά ερεθίσματα, και απορία για την πηγή προέλευσης και την αιτία της μετάδοσης. Μερικά μέτρα παρακάτω, κατέστη δυνατή η οπτική επαφή και τα ερωτήματα απαντήθηκαν.

Ένα φωταγωγημένο και στολισμένο μαγαζί, στο Ίλιον, με αξεσουάρ μοτοσυκλετών και ένας dj που έδινε ρυθμό στο εορταστικό κλίμα. Κάποιος έκανε εγκαίνια. Η ταμπέλα έγραφε «MPS».

Η μηχανή είχε προσπεράσει το κατάστημα, όταν ασυναίσθητα ένα «χαρά στο κουράγιο του ιδιοκτήτη» βγήκε από το στόμαΣτο μυαλό άρχισαν να «χορεύουν» νέα ερωτήματα. Καλά δεν φοβήθηκε, υπό τις παρούσες συνθήκες, να κάνει ένα τέτοιο «βήμα»; Τι τον ώθησε ν’ αψηφήσει το δυσμενές κλίμα και την αβεβαιότητα της εποχής; Τι σκέφτηκε για να καταλήξει στην απόφασή του κ.α.

Η πιθανολόγηση ήταν πως θα είχε ενδιαφέρον να τεθούν οι ερωτήσεις και να καταγραφούν οι απαντήσεις. Η κατεύθυνση της μηχανής άλλαξε και η νέα πορεία της κατέληξε στο μαγαζί.

Κάποιος, μετά από σχετική ερώτηση, είχε την καλοσύνη να μου δείξει τον ιδιοκτήτη. Μετά την ευχή για καλές δουλειές και τις συστάσεις αναφέρθηκε το ζητούμενο. Ο Γιάννης Μανωλακάκης, δέχτηκε να μιλήσουμε, ζητώντας -πολύ ευγενικά- λίγο χρόνο να χαιρετήσει κάποιους από τους ανθρώπους που αποχωρούσαν.

Μετά από λίγο επέστρεψε και δήλωσε έτοιμος για τη συνομιλία μας. Σε δύσκολες συνθήκες πώς και γιατί αποφασίζει κάποιος να κάνει ένα επιχειρηματικό «άνοιγμα», ήταν η ερώτηση.

«Είμαστε αρκετά χρόνια στον χώρο, υπάρχει η εμπειρία. Οι απαιτήσεις του κόσμου έχουν αλλάξει, η αγορά έχει αλλάξει τελείως. Θεώρησα πως ήταν επιβεβλημένη μια τέτοια κίνηση. Είναι μεγάλο το ρίσκο βέβαια αλλά ούτως ή άλλως από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησα αυτή τη δουλειά πάντα ρισκάριζα.

Και στις καλές εποχές ήταν ρίσκο. Υπήρχε ανταγωνισμός μεγάλος, εγώ άγνωστος μεταξύ πολλών γνωστών, παρ’ όλα αυτά επιβιώσαμε. Είναι και απαίτηση των εταιριών πια, πάνε σε ένα άλλο επίπεδο οι συνεργασίες.

Και από το εξωτερικό, θέλουνε πράγματα. Δηλαδή, για να είσαι συνεργάτης χρειάζεται να κάνεις πράγματα. Και το προηγούμενο κατάστημα εδώ ήταν στην περιοχή, μεγάλο αλλά όχι σαν αυτό.

Ήταν 23 χρόνια κατάστημα. Έκανε έναν κύκλο. Δεν μπορούσε ο χώρος ν’ αποδώσει κάτι παραπάνω, οπότε έπρεπε να γίνει αυτή η κίνηση για να έχουμε συνέχεια».

Το μαγαζί άρχισε να στήνεται τον Σεπτέμβρη. Δεν είχε ολοκληρωθεί όταν στις δυσχέρειες που προκαλεί η πανδημία, προστέθηκαν το κύμα ακρίβειας και ο πόλεμος.

«Τα έζησα όταν ετοίμαζα το μαγαζί. Τα υλικά που χρησιμοποίησα για να το φτιάξω, τα πλήρωσα τουλάχιστον 20%-30% παραπάνω» λέει ο κ. Μανωλακάκης, και προσθέτει: «Όταν, όμως, έχεις πάρει αποφάσεις δεν κάνεις πίσω.

Αναλαμβάνεις, λόγω της κατάστασης, δυστυχώς ένα επιπλέον κόστος.

Είναι αυτό που λέμε “το ποτάμι δεν γυρνάει πίσω”. Όταν έχεις πάρει τη ροή του δρόμου συνεχίζεις. Απλά, θέλει πολύ προσεκτικά βήματα για να επιβιώσεις. Αισιοδοξώ ότι θα πάμε καλά. Έχουμε καλό τιμ, έχουμε προϊόντα, δυνατές συνεργασίες. Εκεί ποντάρουμε».

Τα δεδομένα φαντάζουν αποτρεπτικά για τέτοια «ανοίγματα». Γιατί, λοιπόν, κάποιος να τολμήσει; «Νομίζω ότι μια τέτοια κίνηση έχει πολλά υπέρ. Στον χώρο τον δικό μας είναι ένα super market.

Φιλοδοξώ να μην απευθύνομαι μόνο στην περιοχή μας αλλά να έχω πελατολόγιο απ’ όλη την επικράτεια. Να ξεφύγω από τα στενά όρια της περιοχής. Με το e shop αλλά και με την Αττική Οδό είναι πιο εύκολο.

Στους περίπου 2 μήνες που λειτουργούμε έχει αρχίσει να φαίνεται. Βλέπω κόσμο που έρχεται από μακρινά προάστια. Τα τετραγωνικά του χώρου, πλέον, μου δίνουν τη δυνατότητα να μπω και σε άλλους τομείς.

Όπως η ηλεκτροκίνηση που δεν την είχα. Είναι κάτι καινούργιο για μένα. Το οποίο, μέχρι στιγμής, δείχνει πολύ καλά σημάδια. Θα δούμε. Η ηλεκτροκίνηση είναι μία τάση που αρχίζει να κυριαρχεί, σιγά σιγά, στην αγορά.

Τουλάχιστον, εντός της πόλης. Μ’ όλη αυτή την κατάσταση, για κάποιον που κινείται στην πόλη, η ηλεκτροκίνηση είναι η πιο οικονομική λύση. Χωρίς κόστος συντήρησης, πολύ σημαντικό. Έχουν μόνο τα αναλώσιμά τους, δηλαδή τακάκια και ελαστικά.

Αυτά που αντιπροσωπεύουμε εμείς εδώ αρχίζουν από 1.400 ευρώ και είναι επιδοτούμενα. Το 20% επιδοτείται από το κράτος συν κάποιες επιπλέον, υπό προϋποθέσεις, επιδοτήσεις. Όπως πχ αν είσαι πολύτεκνος, αν κάνεις και απόσυρση έχουν επιπλέον μειώσεις στο κόστος».

Πώς αντιμετωπίζεται το θέμα της φόρτισης; «Πολύ εύκολα, τουλάχιστον στα δικά μας μηχανάκια. Μπορείς να το φορτίσεις, αν έχεις χώρο στάθμευσης, κατευθείαν από την πρίζα. Μέσα σε τέσσερις ώρες έχει πλήρη φόρτιση.

Αν δεν διαθέτεις πάρκινγκ, μπορεί να πάρεις την μπαταρία -που είναι φορητή- και να τη βάλεις στην πρίζα του σπιτιού του. Λιθίου μπαταρία είναι όπως των κινητών μας απλά πιο εξελιγμένη».

Τι θα απαντούσε ο Γ. Μανωλακάκης αν τον ρωτούσε κάποιος για το ρίσκο του εγχειρήματος; «Είναι μια ερώτηση που μου γινόταν συχνά, όταν έφτιαχνα το μαγαζί, και από ανθρώπους του χώρου, δηλαδή επιχειρηματίες. Είναι ρίσκο; Εγώ δεν είπα ποτέ ότι δεν είναι ρίσκο. Η πορεία μου όλα αυτά τα χρόνια ήταν πάντα με ρίσκο σε ότι έκανα.

Αν το κυνηγήσεις σωστά και το διαχειριστείς όσο μπορείς καλύτερα, νομίζω ότι θα πετύχεις. Δεν αποτρέπω κανέναν. Απλά θέλει σωστή διαχείριση και για να συμβεί αυτό, για να την την κάνεις, πρέπει να έχεις μια υποδομή.

Και εννοείται σχέδιο. Αυτό που λέμε από παλιά παίρνεις μολύβι και βάζεις τις σκέψεις σου στο χαρτί. Κάνεις υπολογισμούς και μετά προχωράς. Δεν γίνεται “στο πόδι”. Αν το κάνεις έτσι, είναι σίγουρη η αποτυχία. Ή τέλος πάντων μεγάλο το ποσοστό της. Τα βάζεις κάτω, μελετάς και ανάλογα προχωράς.

Θεωρώ, όμως, ότι και η ιστορία έχει δείξει πως όσοι τολμούν τους βγαίνει. Γιατί τέτοια καταστήματα πάντα συγκεντρώνουν πλήθος κόσμου. Μετά, λοιπόν, έρχεται σ’ εμάς το κομμάτι. Αν είσαι σωστός και μπορείς να τους κρατήσεις.

Το να κάνεις ένα πολύ ωραίο μαγαζί από μόνο του δεν “λέει” τίποτα. Και να ‘χει και την επάρκεια προϊόντων και την καλή τιμή σίγουρα. Αν δεν έχεις και το καλό σέρβις, δεν μπορείς να περιμένεις πολλά μετά.

Πάντα είμαι αισιόδοξος. Και θεωρώ ότι όποιος εργάζεται, και εγώ αφιερώνω πολύ χρόνο στη δουλειά μου, τότε πετυχαίνει».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ