Η εισαγωγή του συστήματος του κατώτατου μισθού στην Γερμανία το 2015 οδήγησε τους εργαζόμενους των μικρών επιχειρήσεων να μεταπηδήσουν σε μεγαλύτερες και πιο παραγωγικές επιχειρήσεις, συμβάλλοντας έτσι στην αύξηση της συνολικής παραγωγικότητας σε βάρος των μικρότερων οργανισμών, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάζουν οι Financial Times.
Η πολιτική του κατώτατου μισθού οδήγησε σε αύξηση των μισθών κατά 6,7% για τους εργαζόμενους, μείωσε τις ανισότητες και δεν είχε ουσιαστική επίδραση στην ανεργία ή στα ποσοστά απασχόλησης. Σε αυτά τα συμπεράσματα οδηγήθηκαν οι ερευνητές του University College London και του Ινστιτούτου Έρευνας για την Απασχόληση της Νυρεμβέργης, ενώ τα ευρήματα της έρευνας αυτής ευθυγραμμίζονται με όλες τις προηγούμενες που είχαν γίνει από άλλους φορείς και ιδρύματα.
Όπως δείχνει η έρευνα, το 25% περίπου της αύξησης μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός της μετακίνησης των εργαζόμενων σε μεγαλύτερες επιχειρήσεις οι οποίες είχαν υψηλότερους μέσους μισθούς και περισσότερες θέσεις εργασίας.
Ωστόσο, όπως έδειξε η έρευνα η καθιέρωση του κατώτατου μισθού οδήγησε σε προβλήματα πολλές μικρές επιχειρήσεις, αρκετές από τις οποίες διέκοψαν την λειτουργία τους, κάτι που ενδεχομένως οδηγήσει σε μείωση του ανταγωνισμού και λιγότερες επιλογές για τους καταναλωτές.
Στις περιοχές που η μετακίνηση των υπαλλήλων προς μεγαλύτερες εταιρείες που δίνουν καλύτερο μισθό, ο αριθμός των επιχειρήσεων με έως 3 υπαλλήλους μειώθηκε δραματικά από το 2015 και μετά, ενώ αντίστοιχα το μερίδιο των μεγάλων επιχειρήσεων αυξήθηκε.
"(Ο κατώτατος μισθός) οδήγησε σε αύξηση της μέσης παραγωγικότητας", δήλωσε ο επικεφαλής της έρευνας Christian Dustmann, αν και σημείωσε ότι αυτό το εύρημα ήταν από μια εποχή που η οικονομία της χώρας ήταν ευημερούσα.
Ο Christian Dustmann τόνισε επίσης πως η καθιέρωση του ελάχιστου κατώτατου μισθού, δεν είναι ωφέλιμη για όλους, καθώς η υψηλότερη συνολική παραγωγικότητα θα μπορούσε να αφήσει κάποιες εταιρείες, εργαζόμενους και καταναλωτές σε χειρότερη κατάσταση.
Αυτό που διαπίστωσε επίσης η έρευνα, είναι πως περισσότερο ωφελημένοι από την καθιέρωση, ήταν οι άνδρες εργαζόμενοι, οι οποίοι ήταν πιο πρόθυμοι να μετακινηθούν σε περιοχές με επιχειρήσεις που δίνουν καλύτερο μισθό, κάτι που μεσομακροπρόθεσμα οδηγεί σε φυλετικές ανισότητες στην εργασία.
Τα στοιχεία που υποδεικνύουν τις συμβαίνει σε άλλες χώρες σχετικά με τον αντίκτυπο των κατώτατων μισθών στην παραγωγικότητα είναι μικτά.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Επιτροπή Χαμηλών Αμοιβών διαπίστωσε ότι παρόλο που οι εργοδότες σκοπεύουν συχνά να αντισταθμίσουν το υψηλότερο μισθολογικό κόστος αυξάνοντας την παραγωγικότητα, οι περισσότεροι αποτυγχάνουν να το πράξουν στην πράξη, με ορισμένους απλώς ζητώντας από το προσωπικό να εργαστεί σκληρότερα.