Οι καταναλωτές εμπιστεύονται ξανά τις τράπεζες!

Η βελτίωση των οικονομικών συνθηκών τόσο για τους ιδιώτες όσο και για τις επιχειρήσεις σε συνδυασμό με την πορεία των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες έχουν αρχίσει και ομαλοποιούν τις προοπτικές τους σχετικά με τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα, τονώνουν ξανά την σχέση ανάμεσα σε αυτές και τους καταναλωτές, οι οποίοι έχουν αρχίσει και εμπιστεύονται ξανά τις τράπεζες. Είναι ενδεικτικό πως βάση των στοιχείων που δημοσίευσε η Τράπεζα της Ελλάδας, οι καταθέσεις έχουν αρχίσει και γυρίζουν πάλι στις τράπεζες ενώ και η αγορά αναμένεται να διατηρήσει την θετική της δυναμική και στην επόμενη τριετία. 

Ένα βασικό σημείο της επιστροφής των καταναλωτών στις τράπεζες αλλά και της σιγουριάς που έχουν αυτές εμπνεύσει λόγω της προσήλωσης τους στο πλάνο εξυγίανσης που εκπόνησαν, είναι η σταδιακή αύξηση της χορήγησης δανείων. Είναι ενδεικτικό πως το 2018 χορηγήθηκαν περίπου 400 εκατ. ευρώ σε στεγαστικά δάνεια, περίπου 500 εκατ. ευρώ σε καταναλωτικά δάνεια και περίπου 650 εκατ. ευρώ σε δάνεια προς μικρές/μεσαίες επιχειρήσεις, ποσά που αντιπροσωπεύουν αύξηση +35% στα στεγαστικά (μαζί με το πρόγραμμα Εξοικονομώ κατ’ Οίκον), στα καταναλωτικά αύξηση +40% και στα δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων αύξηση περίπου +50%. 

Για την επόμενη τριετία αναμένεται να διατηρηθεί η ίδια δυναμική, αυξάνοντας τις νέες χορηγήσεις από έτος σε έτος κατά 40%, σε συνδυασμό με την περαιτέρω βελτίωση των οικονομικών συνθηκών και ιδιαίτερα την αναμενόμενη αύξηση της αγοράς αυτοκινήτων και λοιπών καταναλωτικών αγαθών και την συνεχιζόμενη αύξηση των τιμών των ακινήτων, στοιχείο το οποίο κινητοποιεί τις αγορές. Ο ρυθμός αύξησης θα επιταχυνθεί περαιτέρω και ανάλογα με το ρυθμό υλοποίησης των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων που αφορούν στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας και των πιστώσεων προς μικρές/μεσαίες επιχειρήσεις.

Ποιοι όμως ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στην αύξηση των δανειοδοτήσεων;

Δανειοδοτήσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων

Η γενικότερη ανάκαμψη της ελληνική οικονομίας έχει αρχίσει και αποτυπώνεται και στην πραγματική οικονομία, όπως δείχνει και η αύξηση του ΑΕΠ, η βελτίωση των δεικτών καταναλωτικής εμπιστοσύνης και η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Σε αυτό θα πρέπει να προστεθούν και οι αυξημένες μεσομακροπρόθεσμες αγορές των νοικοκυριών, οι οποίες δημιουργούν θετικές προοπτικές στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. 

Επιπρόσθετα υπάρχει συνεχής και έντονη σε ορισμένες περιπτώσεις βελτίωση των προοπτικών και ανάπτυξης σε συγκεκριμένους κύριους κλάδους της οικονομίας, ειδικότερα σε τουρισμό, πρωτογενή τομέα, μεταποίηση, ΑΠΕ και νέες τεχνολογίες, τομείς που εκτός της ανάπτυξης που φέρνουν στις ΜΜΕ, οδηγούν και σε ανάπτυξη των επενδύσεων. Επίσης, σημαντική παράμετρος ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας είναι η ενεργοποίηση και απορρόφηση πληθώρας ευρωπαϊκών προγραμμάτων σημαντικού προϋπολογισμού, όπως τα προγράμματα ΕΣΠΑ τα οποία μέσα στο 2018 “μοίρασαν” 700 εκατ. ευρώ στην αγορά, το COSMA με 500 εκατ. ευρώ, και το ΤΕΠΙΧ Ι με προϋπολογισμό 384 εκατ. ευρώ. 

Μέσα στο 2019 θα έχουμε συνέχιση αυτής της υποστήριξης με την έναρξη του ΤΕΠΙΧ ΙΙ με προϋπολογισμό 915 εκατ. ευρώ και συνέχιση των προγραμμάτων COSME και ΕΣΠΑ με επιπλέον προϋπολογισμό 860 εκατ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο τα προγράμματα ΕΣΠΑ, την περίοδο 2016-2019 έχουν συνολικό προϋπολογισμό 2,64 δισ. ευρώ. 

Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι περίπου 6/10 δάνεια και πιστώσεις που χορηγούνται από τις τράπεζες εντάσσεται σε ένα από τα παραπάνω προγράμματα, στοιχείο που υποδηλώνει και την έκταση των υφιστάμενων αναγκών, αλλά και την σαφή διάθεση των τραπεζών να ενισχύσουν την οικονομία, είτε χρηματοδοτώντας το μεγαλύτερο μέρος της συμμέτοχης των ενδιαφερομένων, είτε  χρηματοδοτώντας τα λοιπά έργα ( 4/10) που δεν εντάσσονται σε κάποιο πρόγραμμα.

Δανειοδοτήσεις ιδιωτών

Μπορεί η αγορά των ιδιωτικών δανείων να αποδείχτηκε ένας σημαντικός “βραχνάς” την προηγούμενη περίοδο, όμως όπως δείχνουν τα στοιχεία έχει σημειωθεί δραματική αλλαγή, η οποία είναι απόρροια τόσο της βελτίωσης των οικονομικών συνθηκών των νοικοκυριών, όπως άλλωστε αποτυπώνεται και στα στοιχεία και τις έρευνες του ΙΟΒΕ με αύξηση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, την αύξηση στις τιμές των ακινήτων αλλά και την αύξηση της αγοράς αυτοκινήτων, όσο και στην ορθολογικότερη συμπεριφορά των καταναλωτών απέναντι στις δανειοδοτήσεις.

Ταυτόχρονα, όπως δείχνουν τα στοιχεία, καλύφθηκαν οι συσσωρευμένες καταναλωτικές και στεγαστικές ανάγκες της τελευταίας οχταετίας, ενώ μπήκαν στην τραπεζική αγορά νέοι πελάτες οι οποίοι έχουν “καθαρό παρελθόν” καθώς δεν ανήκουν στους υπερδανεισμένους, και οι οποίοι έχουν ανάγκη τόσο για νέα στεγαστικά όσο και για καταναλωτικά αγαθά. 

Στεγαστικές Δανειοδοτήσεις και Airbnb

Μαζί με τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η αγορά των στεγαστικών δανείων ήταν αυτή που υπέστη τους μεγαλύτερους κραδασμούς  αποτυπώνοντας το επίπεδο της κρίσης από την οποία ανακάμπτει η οικονομία. Είναι ενδεικτικό πως από το 2008 μέχρι το 2015, οι επενδύσεις στον στεγαστικό τομέα μειώθηκαν κατά -95%, οι νέες άδειες κατά -83% και οι συναλλαγές κατά -89%. 

Ταυτόχρονα μειώθηκαν κατά 41% οι τιμές των ακινήτων και κατά 22% οι τιμές των ενοικίων. Αυτό είχε τεράστια επίδραση στο ΑΕΠ, καθώς η μείωση επενδύσεων προς ΑΕΠ κυμάνθηκε από 10% σε 0,6%, ενώ μεταξύ 2008 και 2016, η μείωση αποδόσεων ακινήτων (τιμή /ενοίκιο) από 97,9% σε 68,3%.

Τα τελευταία δύο χρόνια έχει παρατηρηθεί αντιστροφή του κλίματος με αυξημένη κινητικότητα στην αγορά ακινήτων με αύξηση στις αγοραπωλησίες (2017 vs 2016: 15,3% και 2016 vs 2015: 11%). Ταυτόχρονα οι τιμές των ακινήτων αυξήθηκαν κατά 1,7% το 2018/2017 πανελλαδικά και 2,4% στην Αττική. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση των ενοικίων κατά 8,4% από το 2017. 

Ιδιαίτερα ενθαρρυντική είναι επίσης η αύξηση των νέων οικοδομικών αδειών, η οποία έφτασε το +16%, με ταυτόχρονη αύξηση της απόδοσης των ακινήτων από 68,3% σε 72,5% μεταξύ 2016 και 2018. 

Σημαντική σε αυτό το διάστημα ήταν και η άνοδος της Airbnb, η οποία έδωσε την δυνατότητα επισκευών και αποδόσεων των επενδύσεων των ιδιωτών, κάτι που με τη σειρά του δημιούργησε σημαντικές ευκαιρίες για χορήγηση στεγαστικών δανείων. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, τα στεγαστικά δάνεια να παρουσιάσουν αύξηση +43% το διάστημα 2016-2018. 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ