Δείχνουν να κερδίζουν την μάχη με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και ανοίγματα οι ελληνικές συστημικές τράπεζες, καθώς τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν επιτυχημένα, δημιουργώντας αισιοδοξία ότι με την υλοποίηση των επόμενων μέτρων του οικονομικού επιτελείου τα οποία βρίσκονται σε εξέλιξη, τελικά θα καταφέρουν να τα διευθετήσουν πλήρως.
Το μόνο σημαντικό πρόβλημα στην προσπάθεια τραπεζών και υπουργείου Οικονομικών, δείχνει να είναι ο μεγάλος συντονισμός φορέων οργανώσεων και αρχών οι οποίοι εμπλέκονται σε αυτή την προσπάθεια, κάτι που απαιτεί συνεχή συντονισμό και οργάνωση, καθώς και χρόνο μέχρι τα σχέδια να σχεδιαστούν και να υλοποιηθούν. Ταυτόχρονα, όλες οι κινήσεις από Ελληνικής πλευράς, θα πρέπει να παρουσιαστούν,μαζί με τις μελέτες τους, και στις ευρωπαϊκές επιτροπές από τις οποίες θα πρέπει να πάρουν τις απαραίτητες εγκρίσεις.
Μέχρι στιγμής το πλάνο μείωσης των "κόκκινων" δανείων βαίνει ικανοποιητικά, με τα μισά σχεδόν από τα ανοίγματα να έχουν διευθετηθεί και ο σχεδιασμός μείωσης τους από τα 85 δισ. ευρώ που είναι αυτή τη στιγμή, να φτάσουν στα 33 δισ. ευρώ το 2021, κάτι που θα οδηγήσει τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από το 45% στο 20%, να είναι ολοκληρωμένος σχεδόν κατά το ήμισυ. Η μείωση αυτή κατά 55 δισ. ευρώ των κόκκινων δανείων με τα μέχρι σήμερα δεδομένα θα επιτευχθεί κατά 50% από πωλήσεις και τιτλοποιήσεις δανείων, κατά 25% - 30% από πλειστηριασμούς/ρευστοποιήσεις ακινήτων και κατά 20% από ρυθμίσεις δανείων.
Όπως έχουν επισημάνει κατά καιρούς πηγές μέσα από τις τράπεζες, οι προσπάθειες έχουν φέρει αποτελέσματα, ειδικά αν λάβει κανείς υπόψη του πως μόλις τον Μάιο του 2016, το ποσό των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων είχε φτάσει τα 107 δισ. ευρώ, ποσό που αποτελεί το υψηλότερο που έχει φτάσει ποτέ στην ιστορία των ελληνικών τραπεζών. Οι σημαντικότεροι "σκόπελοι" στην πορεία αυτή είναι ο διάδοχος "νόμος Κατσέλη" και οι επόμενες κινήσεις στις πωλήσεις πακέτων ''κόκκινων'' δανείων από τις τράπεζες. Σε ότι αφορά το νέο "νόμο Κατσέλη" όπως φαίνεται θα ακολουθηθεί μια παραλλαγή του Κυπριακού μοντέλου "Εστία" με την επιδότηση από την μεριά του κράτους μέρους των δανειακών υποχρεώσεων, ενώ οι μέχρι στιγμής συζητήσεις αφορούν το εάν και πως θα γίνεται το "κούρεμα'' του δανείου σε αντιστοιχία με την αντικειμενική αξία του ακινήτου, ενώ όπως αναφέρουν πληροφορίες, θα υπάρξει ανώτατο όριο αξίας ακινήτου, προκειμένου αυτό να υπαχθεί στην νέα ρύθμιση.
Σε ότι έχει να κάνει με τα "κόκκινα" δάνεια, το μοντέλο που φαίνεται πως είναι έτοιμη να ακολουθήσει η ελληνική κυβέρνηση είναι βασισμένο σε αυτό της Ιταλίας, ενώ το σχέδιο της Τράπεζας τη Ελλάδας, το οποίο μέχρι στιγμής δείχνει να έχει μπει στην άκρη, ίσως υλοποιηθεί σε δεύτερη φάση. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας σε συζήτηση με δημοσιογράφους στο πλαίσιο εκδήλωσης αναφέρθηκε στην χρησιμότητα να προωθηθεί ταχύτατα το σχέδιο μείωσης των κόκκινων δανείων, εκτιμώντας ότι καταρχήν θα μπορούσε να τεθεί σε λειτουργία το σχέδιο που έχει επεξεργαστεί το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και εν συνεχεία αυτό της Τραπέζης της Ελλάδος. Όπως επισήμανε η εκκρεμότητα αυτή τρομάζει τις αγορές με αποτέλεσμα να προκαλείται αστάθεια και μεγάλες διακυμάνσεις στις τιμές των τραπεζικών μετοχών. Ερωτηθείς σχετικά είπε ότι είναι θετικό το Κυπριακό μοντέλο, επιδότησης της δόσης, που προωθείται για την ανακούφιση των υπερχρεωμένων νοικοκυριών τα οποία αδυνατούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Ωστόσο και τα δύο σχέδια, όπως διευκρίνισε, είναι αναγκαίο να εγκριθούν από την Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Σε κάθε περίπτωση η αντιμετώπιση των "κόκκινων" δανείων είναι πρωταρχικής σημασίας για τις τράπεζες και την επιστροφή στην κανονικότητα της οικονομίας. Η λύση στο θέμα αυτό θα δώσει σημαντική ώθηση στην διατήρηση και ενίσχυση των αναπτυξιακών ρυθμών της οικονομίας της χώρας. Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί πως παρά το πρόβλημα το οποίο δημιουργούν ακόμα τα "κόκκινα" δάνεια στις τράπεζες, η απαιτούμενη ρευστότητα από μεριάς τους είναι σε ικανοποιητικά επίπεδα και μπορεί να χρηματοδοτήσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις, όπως επισημαίνουν σε κάθε τόνο τα τραπεζικά στελέχη, ενώ εκτιμούν επίσης πως φέτος μετά από πολλά χρόνια θα μπορέσουν να επιτευχθούν θετικοί πιστωτικοί ρυθμοί ανάπτυξης.