Γ. Στουρνάρας: Η διαφύλαξη της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών χρήζει και σήμερα προσοχής

Η διαφύλαξη της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών από αδικαιολόγητες πολιτικές και επιχειρηματικές επιρροές είναι και πάλι σήμερα ένα ζήτημα που αξιώνει την προσοχή, σημείωσε μεταξύ άλλων ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, στην εναρκτήρια ομιλία του στο διεθνές συνέδριο οικονομικής ιστορίας με τίτλο “The birth of Inter-War Central Banks”.

Όπως εξήγησε, η προάσπιση της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών δεν αφορά μόνο τη σταθερότητα των τιμών αλλά και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της οικονομίας και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.

Ο Γ. Στουρνάρας, κάνοντας μια ιστορική αναδρομή στην ιστορία της Τράπεζας της Ελλάδος, σημείωσε ότι η τράπεζα μέσα από τις πολλές δοκιμασίες που πέρασε από την ίδρυσή της έως σήμερα, ανέκτησε σταδιακά την ανεξαρτησία της και κέρδισε επάξια τη θέση της στην καρδιά του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ενώ έγινε ένας από τους πρωταρχικούς πυλώνες οικονομικής σταθερότητας της χώρας.

“Αυτός ακριβώς ήταν ο ρόλος που κλήθηκε να επιβεβαιώσει στη διάρκεια της πρόσφατης οικονομικής κρίσης, παραμένοντας ανεξάρτητη από πολιτικές ή επιχειρηματικές παρεμβάσεις”, σημείωσε χαρακτηριστικά.

Εξάλλου, όπως τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ, “τέτοιες ήταν και οι ιδρυτικές αρχές της Τράπεζας της Ελλάδος το 1928. Έχουν περάσει 90 χρόνια από τότε που τέθηκαν αυτές οι αρχές. Η Τράπεζα της Ελλάδος δεν είναι πια νέα. Το πιο σημαντικό: δεν είναι πια ορφανή -παρά τις σποραδικές προσπάθειες να φανεί ως τέτοια. Ανήκει σε μια μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια, με ισχυρούς θεσμικούς δεσμούς και κοινό σκοπό”.

“Σε αυτή την 90ή επέτειο από τότε που ανοίξαμε τις πύλες μας στο κοινό, αναλογιζόμαστε το παρελθόν μας και στοχαζόμαστε το μέλλον μας. Έχουμε όμως επιλέξει να το κάνουμε μέσα από έναν συγκριτικό και διεθνή φακό”, σημείωσε ο Γ. Στουρνάρας, προσθέτοντας: “Κι αυτό επειδή η ελληνική εμπειρία δεν ήταν μοναδική: οι δεκαετίες του ’20 και του ’30 είδαν τη γέννηση μιας σειράς νέων κεντρικών τραπεζών σε πάρα πολλές χώρες. Συχνά, στη γέννηση αυτή βοηθούσαν σύμβουλοι, ‘γιατροί του χρήματος’ όπως τους έλεγαν, από την Τράπεζα της Αγγλίας, την Τράπεζα της Γαλλίας και την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ: άνθρωποι όπως ο Niemeyer, ο Siepmann ή ο Strakosh, τα ονόματα των οποίων βρίσκονται διάσπαρτα στα αρχεία πολλών κεντρικών τραπεζών του Μεσοπολέμου, συμπεριλαμβανομένου του αρχείου της Τράπεζας της Ελλάδος.

Ορισμένα από τα νέα ιδρύματα δημιουργήθηκαν για να ξορκίσουν τον πληθωρισμό του πολέμου και να αποκαταστήσουν την πρόσβαση στον δανεισμό. Άλλα πάλι γεννήθηκαν από τη διάλυση αυτοκρατοριών ή από την εξασθένηση αυτοκρατορικών δεσμών με τις αποικίες. Όλα όμως αντανακλούσαν μια προσπάθεια ‘επιστροφής στην κανονικότητα’, με την επαναφορά της διεθνούς νομισματικής τάξης και την αποκατάσταση της συνεργασίας στον απόηχο ενός καταστροφικού παγκόσμιου πολέμου”.

Ωστόσο, όπως τόνισε ο διοικητής της ΤτΕ, “η «επιστροφή στην κανονικότητα” αποδείχθηκε μια ψευδαίσθηση. “Η Μεγάλη Ύφεση σύντομα δοκίμασε τη βιωσιμότητα αυτής της τάξης και ανάγκασε πολλά από τα νεογέννητα ιδρύματα να αξιολογήσουν εκ νέου τις προτεραιότητές τους και τη σχέση τους με το κράτος και μεταξύ τους. Τα ερωτήματα με τα οποία ήρθε αντιμέτωπο το καθένα ήταν παρόμοια, οι απαντήσεις που δόθηκαν όχι και τόσο”.

Καταλήγοντας, ο Γ. Στουρνάρας τόνισε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει δεσμευθεί να προωθεί την ιστορική έρευνα, ιδιαίτερα την έρευνα στην οικονομική ιστορία. “Όμως το παρελθόν είναι πιο ενδιαφέρον όταν εμπλουτίζει την κατανόησή μας για το παρόν και το μέλλον. Οι αντιδράσεις πολιτικής στην πρόσφατη χρηματοοικονομική κρίση καθορίστηκαν από αντιλήψεις -συχνά εσφαλμένες- για το παρελθόν, ιδίως για την περίοδο του Μεσοπολέμου”, σημείωσε.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ