Η Apple ήξερε ότι λυγίζει το iPhone 6, αλλά… έκανε τον «κινέζο»

Η Apple πριν ακόμα ξεκινήσει το λανσάρισμα της σειρά iPhone 6 ήξερε ότι τα μοντέλα των 4,7 και των 5,5 ιντσών λύγιζαν πολύ πιο εύκολα από τον προκάτοχό τους (iPhone 5), αλλά «σφύριζε» αδιάφορα, τη στιγμή που οι καταναλωτές πλήρωναν ακριβά τις επισκευές και η ίδια αθόρυβα αντιμετώπιζε τα προβλήματα.

Αυτό αποκάλυψε σήμερα η ιστοσελίδα Motherboard, επικαλούμενη έγγραφα που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας στο πλαίσιο δικαστικής αγωγής κατά της εταιρείας για το συγκεκριμένο θέμα.

Σύμφωνα με τα έγγραφα, η Apple είχε πραγματοποιήσει εργαστηριακές δοκιμές για το iPhone 6 και το iPhone 6 Plus πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά, οι οποίες κατέδειξαν ότι τα δύο μοντέλα μπορούσαν να λυγίσουν αντίστοιχα κατά 3,3 και 7,2 φορές πιο εύκολα από τη μέχρι τότε ναυαρχίδα της εταιρείας, το iPhone 5s.

Επανεξετάζοντας τα αποτελέσματα των εργαστηριακών δοκιμών κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της αγωγής, η δικαστής Lucy Koh, σημειώνει ότι η μεγαλύτερη ανησυχία της Apple πριν από το λανσάρισμα των νέων της μοντέλων ήταν ότι αυτά «πιθανό να λυγίζουν πιο εύκολα σε σύγκριση με τα μοντέλα της προηγούμενης γενιάς», αν και η εταιρεία στη συνέχεια υποστήριξε ότι δεν υπήρχαν προβλήματα με τις συγκεκριμένες συσκευές.

Μάλιστα, μετά από σειρά καταγγελιών για την «ευλυγισία» των συγκεκριμένων συσκευών, που εξελίχθηκε στο γνωστό πλέον ως σκάνδαλο Bendgate, η Apple υποστήριξε ότι τέτοιου είδους περιστατικά ήταν «εξαιρετικά σπάνια» και ότι «τα iPhone 6 και 6 Plus πληρούν ή και υπερβαίνουν τα υψηλά στάνταρντς ποιότητας που θέτει η εταιρεία».

Στα έγγραφα επισημαίνεται, ακόμη, ότι η εταιρεία προέβη αθόρυβα σε βελτιώσεις τόσο της δομής των συσκευών της, όσο και σε αλλαγές στην οθόνη προκειμένου να αντιμετωπίσει ένα ακόμη πρόβλημα που συνόδευε τα συγκεκριμένα μοντέλα και αφορούσε την κακή λειτουργία της οθόνης αφής λόγω της ευλυγισίας, μέχρι τότε όμως είχαν κυκλοφορήσει στην αγορά εκατομμύρια συσκευές.

Επίσης, σημειώνει ότι η Apple δεν παραδέχθηκε δημόσια τις καταγγελίες γι’ αυτά τα προβλήματα παρά μόνο τον Νοέμβριο του 2016, οπότε και συμφώνησε να μειώσει το κόστος επισκευής των οθονών στα 149 δολάρια από τα 349 δολάρια που χρέωνε πριν, χωρίς όμως και πάλι να παραδεχθεί ότι προέβη σε βελτιώσεις για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, ενώ επέρριψε ευθύνες και στους χρήστες λέγοντας ότι «το συγκεκριμένο πρόβλημα προκαλείται μετά από πολλές πτώσεις της συσκευής σε σκληρή επιφάνεια».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ