Μυτιλιναίος-Παπαλεξόπουλος κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το ενεργειακό κόστος στη βιομηχανία

Το μείζων θέμα του ενεργειακού κόστους για τις Ελληνικές βιομηχανίες και τους τρόπου παρέμβασης θέτουν με κοινή τους επιστολή προς τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργο Σταθάκη, δύο από τα ισχυρότερα ονόματα της Ελληνικής βιομηχανίας, οι Ευάγγελος Μυτιληναίος και Δημήτρης Παπαλεξόπουλος της τσιμεντοβιομηχανίας ΤΙΤΑΝ. 

Με την επιστολή τους, η οποία κοινοποιήθηκε και στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη και σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Euro2Day.gr, οι δύο επιχειρηματίες ζητούν την άρση των στρεβλώσεων και των εμποδίων για τις επιχειρήσεις του κλάδου και ζητούν από την κυβέρνηση την “άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση” κινδύνων που απειλούν τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της εγχώριας ενεργοβόρου βιομηχανίας.

Με δεδομένο την ανάληψη της ηγεσίας του ΣΕΒ από τον Ευάγγελο Μυτιληναίο, η επιστολή σηματοδοτεί την δράση που θα αναλάβει ο Σύνδεσμος από την επόμενη μέρα και τον τρόπο με τον οποίο αναμένεται να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που βρεθούν μπροστά του. Οι τομείς παρέμβασης αφορούν στη διόρθωση προβλημάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή του μέτρου της “αντιστάθμισης κόστους έμμεσων εκπομπών CO2”, την επιτάχυνση της προώθησης από το ΥΠΕΝ του σχεδίου προσαρμογής στην “εφαρμογή κατευθυντήριων γραμμών 2014 για την ελάφρυνση της ενεργοβόρου βιομηχανίας από την επιβάρυνση που συνδέεται με τους μηχανισμούς στήριξης των ΑΠΕ” και τη «χρέωση προμηθευτή ηλεκτρικής ενέργειας (ΠΧΕΦΕΛ)».

Στην επιστολή επισημαίνεται ο κίνδυνος να χαθούν τα θετικά αποτελέσματα για τις ελληνικές ενεργοβόρες βιομηχανίες. Αιτία είναι ο διαφορετικός τρόπος υπολογισμού της ανώτατης ετήσιας αντιστάθμισης της σχετικής επιβάρυνσης που ισχύει στην Ε.Ε. από τη μεθοδολογία μετακύλισής της που εφαρμόζει ο δεσπόζων προμηθευτής (δηλαδή η ΔΕΗ) στο σύνολο των επιλέξιμων βιομηχανιών.

Η ελληνική πολιτεία αξιοποίησε από το 2014 το δικαίωμα που δίνει η Ε.Ε. στα κράτη-μέλη να υιοθετήσουν τον μηχανισμό αντιστάθμισης κόστους εκπομπών CO2 για τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας. Το κόστος αυτό το μετακυλίουν οι εταιρίες ηλεκτρικής ενέργειας. Η Ε.Ε., λοιπόν, για λόγους διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων έναντι βιομηχανιών τρίτων χωρών, καθιέρωσε έναν μηχανισμό που επί της ουσίας αποζημιώνει έως και το 80% της επιβάρυνσης από τα δικαιώματα ρύπων.

Σύμφωνα με τους Ευαγ. Μυτιληναίο και Δ. Παπαλεξόπουλο, οι ελληνικές βαριές βιομηχανίες για φέτος δεν θα μπορούν να επωφεληθούν την αντιστάθμιση στο ανώτατο προαναφερόμενο ποσοστό για δύο λόγους:

1. Ο πρώτος έχει να κάνει με τον διαφορετικό τρόπο που υπολογίζει η Ε.Ε. το ύψος της αντιστάθμισης σε σχέση με τη μεθοδολογία που ακολουθεί η ΔEH για να μετακυλίσει το κόστος των ρύπων στις βιομηχανίες.

2. Ο δεύτερος αφορά στην εκτίναξη της τιμής των ρύπων από τα 5,7 ευρώ ανά τόνο το 2017 στα 13 με 14 ευρώ τον τόνο τους πρώτους τέσσερις μήνες του νέου έτους. Η αύξηση έχει να κάνει με την αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του χρηματιστηρίου των ρύπων.

Σύμφωνα με τους δύο προέδρους της Επιτροπής Ενέργειας του ΣΕΒ, οι ελληνικές βιομηχανίες είναι ζήτημα αν θα μπορέσουν να αντισταθμίσουν το κόστος σε ποσοστά 50% με 60%, τη στιγμή που για ορισμένες εξ αυτών η συμμετοχή της ηλεκτρικής ενέργειας στις δαπάνες παραγωγής φτάνει το 40%.

Η εξέλιξη αυτή, όπως σημειώνουν στην επιστολή τους, «θα ενισχύσει σημαντικά και ασύμμετρα τον ήδη πλεονασματικό ΕΛΑΠΕ (Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ) καθώς και τις λοιπές χρηματοδοτούμενες δράσεις, βεβαίως εις βάρος (και πάλι) της βιομηχανίας. Σύμφωνα με τους πρώτους υπολογισμούς, η επιπρόσθετη επιβάρυνση της βιομηχανίας υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ».

Στην επιστολή τους,όπως αναφέρεται στο ρεπορτάζ του euro2day, οι επιχειρηματίες “Κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου” για την «καθυστερημένη εφαρμογή του σχεδίου προσαρμογής, ιδίως εφόσον παρέλθουν οι προβλεπόμενες στις κατευθυντήριες γραμμές προθεσμίες».

Η επισήμανσή τους αφορά στην υλοποίηση και έγκριση του σχεδίου που έχει υποβάλει το ΥΠΕΝ στην Ευρ. Επιτροπή για την «εφαρμογή Κατευθυντήριων Γραμμών 2014 (EEAG) για την ελάφρυνση της ενεργοβόρου βιομηχανίας από την επιβάρυνση που συνδέεται με την εφαρμογή μηχανισμών στήριξης των ΑΠΕ».
Πρόκειται για μέτρα της Ε.Ε. προς τις βαριές βιομηχανίες, ώστε να ελαφρύνονται οικονομικά από μηχανισμούς στήριξης των ΑΠΕ.

Όπως προκύπτει από την επιστολή, άλλα κράτη έχουν λάβει τέτοια μέτρα πλην της χώρας μας, που έχει καθυστερήσει στην υποβολή τέτοιου σχεδίου προσαρμογής: «Παρότι επ’ αφορμή συναντήσεων με την ηγεσία του ΥΠΕΝ έχουμε ενημερωθεί για την υποβολή σχεδίου στην Ευρ. Επιτροπή και την επικοινωνία με τις υπηρεσίες της, με στόχο την έγκρισή του, διαπιστώνουμε με απογοήτευση ότι ελλοχεύει ο καταλυτικός κίνδυνος να βρεθεί η ελληνική βιομηχανία εκτεθειμένη λόγω καθυστερημένης εφαρμογής του σχεδίου προσαρμογής, ιδίως εφόσον παρέλθουν οι προβλεπόμενες στις κατευθυντήριες γραμμές προθεσμίες», περιγράφουν με δραματικό τόνο οι δύο πρόεδροι της Επιτροπής Ενέργειας του ΣΕΒ.

Οι Ευάγγελος Μυτιληναίος και Δημήτρης Παπαλεξόπουλος στην επιστολή τους κάνουν επίσης λόγο για “ανυπέρβλητο πλήγμα στην ανταγωνιστικότητα της εγχώριας ενεργοβόρου βιομηχανίας” και όπως εξηγούν “η σημαντική επιπρόσθετη χρέωση αποτέλεσε καθοριστική τροχοπέδη στην περαιτέρω ανάπτυξη ανταγωνισμού στην αγορά προμήθειας ηλεκτρισμού”. Επικαλούνται μάλιστα και μελέτη που εκπονήθηκε πρόσφατα από διεθνή οίκο εγνωσμένου κύρους για λογαριασμό της ΡΑΕ.

Ζητούν από τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας την “άμεση και ολοσχερή κατάργηση της χρέωσης, χωρίς μάλιστα να απαιτείται καμία αναπροσαρμογή στο ΕΤΜΕΑΡ, δεδομένου του σημαντικού προβλεπόμενου πλεονάσματος του Ειδικού Λογαριασμού ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ)”. Σύμφωνα και με τους δύο προέδρους της Επιτροπής Ενέργειας του ΣΕΒ, η συγκεκριμένη χρέωση εκτός του ότι πρόκειται για «εντελώς παράδοξη και εν πολλοίς παράλογη», οδηγείται σε διατήρησή της, καθώς ο ΛΑΓΗΕ προχωρά σε εσφαλμένους υπολογισμούς των συντελεστών διαμόρφωσής της.

Πέραν των άλλων, σύμφωνα με τους δύο επιχειρηματίες, η Χρέωση Προμηθευτών (ΠΧΕΦΕΛ) έρχεται σε αντίθεση με το σχέδιο προσαρμογής στις κατευθυντήριες γραμμές της Ε.Ε. που υπέβαλε η κυβέρνηση. Κάνουν λόγο μάλιστα για «κίνδυνο καταστρατήγησής τους».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ