Θεόδωρος Φέσσας (ΣΕΒ): “Αυτά πρέπει να κάνουμε για να “ξεκολλήσουμε” από την 26η θέση της “ψηφιακής Ευρώπης”

Τις θέσεις του ΣΕΒ προκειμένου η Ελλάδα να ακολουθήσει το παράδειγμα χωρών όπως η Εσθονία, και να προωθήσει δυναμικά την “ψηφιακή οικονομία” της, ανέπτυξε ο πρόεδρος του Συνδέσμου, Θεόδωρος Φέσσας, καλωσορίζοντας τους συνέδρους στο συνέδριο του ΣΕΒ με θέμα “Ψηφιακή Στρατηγική της Ελλάδας: Ο δρόμος για την Ανάπτυξη” που πραγματοποιείται σήμερα και αύριο στην Αθήνα.

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ ανέλυσε τις αιτίες για τις οποίες η χώρα μας είναι ουραγός της “ψηφιακής Ευρώπης”, καθώς και τα βασικά βήματα που θα πρέπει να κάνει για να αντιστρέψει την εικόνα αυτή.

Σημείωσε επίσης τα πολύ σημαντικά οφέλη που θα φέρει η ανάπτυξη της “ψηφιακής οικονομίας” και μίλησε για την έκθεση της Accenture και του ΣΕΒ που περιγράφουν αναλυτικά τις διαρθρωτικές αδυναμίες της Ελλάδας σε ότι αφορά στην ανάπτυξη της “ψηφιακής οικονομίας”.

Τέλος αναφέρθηκε στην ολοκληρωμένη πρόταση για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της Ελλάδας που ο ΣΕΒ έχει καταθέσει στην κυβέρνηση, και σημείωσε ότι το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα ο Σύνδεσμος θα έχει εντατικές επαφές με τα αρμόδια κυβερνητικά στελέχη για την προώθησή της.

Ειδικότερα, η ομιλία του Θεόδωρου Φέσσα έχει ως εξής:

“Καλησπέρα σας,

Θα ήθελα να καλέσω στο βήμα το διακεκριμένο μας αποψινό ομιλητή, τον κ. Andrus Ansip αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ο κ. Ansip είναι ο άνθρωπος στον οποίο ο Πρόεδρος Juncker έχει αναθέσει τη μετάβαση της Ευρώπης στην ψηφιακή εποχή. Είναι επίσης και ο πρώην πρωθυπουργός της Εσθονίας, ο οποίος ηγήθηκε του μετασχηματισμού της χώρας του προς την πλέον επιτυχημένη ηλεκτρονική διακυβέρνηση της Ευρώπης…

Κυρίες και Κύριοι,

Θέλω να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας, στο συνέδριο ψηφιακής στρατηγικής που οργανώνεται στη χώρα μας από τον ΣΕΒ. Η ανταπόκρισή σας σήμερα, όπως και αύριο καθώς οι συμμετοχές υπερβαίνουν τις 1000, με κάνει να πιστεύω δύο πράγματα: πρώτον ότι όλοι μας, ιδιωτικές επιχειρήσεις, δημόσιος τομέας, πανεπιστημιακοί, πολιτικός κόσμος έχουμε ανάγκη από οξυγόνο, δλδ. από καινούριες ιδέες ικανές να δημιουργήσουν νέο πλούτο στη χώρα μας μέσα από ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγμα. Και δεύτερον ότι αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε πως βρισκόμαστε, ήδη, στην εποχή της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, η οποία είναι ψηφιακή. Και ότι πρέπει επιτέλους να δράσουμε διότι έχουμε ήδη καθυστερήσει πολύ και είμαστε ουραγοί.

Η πολυετής κρίση και ύφεση έχει συμβάλει και αυτή μέσω της εκτεταμένης αποεπένδυσης στο χαμήλωμα του ψηφιακού πήχη. Η Ελλάδα βρίσκεται δυστυχώς στην ομάδα των χωρών της Ευρώπης που υστερούν και αποκλίνουν από τους πιο προηγμένους ψηφιακά εταίρους μας. Και μάλιστα όσο περνά ο καιρός η απόκλιση μεταξύ των πρώτων της Ευρώπης και της Ελλάδας μεγαλώνει. Μπορούμε με σιγουριά να πούμε ότι αν δεν κάνουμε κάτι δραστικό σύντομα θα βρεθούμε εκτός των ανεπτυγμένων χωρών. Το business as usual δεν βοηθάει.

Αν κοιτάξουμε σήμερα τον Ευρωπαϊκό ψηφιακό χάρτη θα απογοητευτούμε. Θα δούμε ότι με βάση τους Ευρωπαϊκούς ψηφιακούς δείκτες η Ελλάδα βρίσκεται στην 26η θέση στους 28. Για να χαράξουμε λοιπόν τη σωστή στρατηγική πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε το πρόβλημα. Ας ξεκινήσουμε επομένως από το βασικό ερώτημα που υποθέτω ότι έχει απασχολήσει όλους μας απόψε εδώ.

ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ 26Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ;

Θα σας αναφέρω στοιχεία και δείκτες οι οποίοι μας τοποθετούν σε αυτήν – την όχι και τόσο τιμητική – θέση.

Ας συνοψίσω εκείνο που μας λείπει:

Δημόσια Διοίκηση. Το πρώτο και σημαντικό είναι μια σταθερή, ακομμάτιστη και αποτελεσματική δομή διακυβέρνησης που θα αναλάβει την υλοποίηση ενός φιλόδοξου σχεδίου ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας. Σήμερα βρισκόμαστε, ίσως για πρώτη φορά, σε μία τόσο ευνοϊκή συγκυρία. Η χώρα διαθέτει Υπουργείο και Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής που έχουν εκπονήσει την Εθνική Ψηφιακή Στρατηγική για την επόμενη πενταετία, έναν χρονικό ορίζοντα που επιτρέπει την χάραξη και την υλοποίηση μίας ρεαλιστικής πολιτικής. Και μόνον η ύπαρξη της στρατηγικής που εκπορεύεται και θα υλοποιηθεί από το αρμόδιο υπουργείο είναι εξαιρετικά σημαντική και την χαιρετίζουμε. Όμως μία στρατηγική πρέπει να ασχολείται με την οικονομία στο σύνολό της. Και ερωτώ: Αν δεν εξασφαλίσουμε μία συναίνεση που υπερβαίνει τον πολιτικό κύκλο, πόσες ακόμη φορές θα ξαναβρεθούμε να ξανασχεδιάζουμε τον χάρτη; Αν δεν υπάρχει ενοποίηση μητρώων, και εφαρμογές κορμού για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και την λειτουργία του κράτους πώς μπορούμε να εξοικονομήσουμε πόρους και να περιορίσουμε την φοροδιαφυγή και την παραοικονομία; Πώς θα βελτιώσουμε τη διαφάνεια και τη λογοδοσία, μέσω παρακολούθησης κάθε διαδικασίας, όπως για παράδειγμα της αδειοδότησης, και θα αυξήσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος; Πώς θα μειωθεί το διοικητικό κόστος για τις επιχειρήσεις και οι πολίτες θα απολαμβάνουν γρήγορες και αποτελεσματικές δημόσιες υπηρεσίες χωρίς ηλεκτρονική διακυβέρνηση;

Συνδεσιμότητα – Κόστος. Η ευρυζωνική κάλυψη της χώρας φτάνει στο 99%, όμως η κάλυψη από νέας γενιάς δίκτυα περιορίζεται στο 36% που είναι το μισό από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ως προς το κόστος, εξακολουθούμε να είμαστε πολύ ακριβότεροι από την Ευρώπη (46% υψηλότερο κόστος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο). Η υπερφορολόγηση των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών επιδρά ανασταλτικά στην χρήση του ίντερνετ από τους πολίτες, δηλαδή δρα ανασταλτικά ως προς τους στόχους της ψηφιακής μας στρατηγικής.

Ενημέρωση – Εκπαίδευση – Εμπιστοσύνη. Το 30% των πολιτών της χώρας δεν έχει χρησιμοποιήσει ποτέ το ίντερνετ, ποσοστό διπλάσιο του ευρωπαϊκού μέσου όρου. Η χρήση του ίντερνετ παραμένει πολύ περιορισμένη για κάθε είδους ηλεκτρονική συναλλαγή ή αγορά, παρόλο που η χρήση του για ενημέρωση και ψυχαγωγία ξεπερνά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Τι δείχνει αυτό; Κυρίως έλλειψη εμπιστοσύνης για συναλλαγές στο διαδίκτυο. Χρειάζονται λοιπόν άμεσα τόσο ενημέρωση, όσο και μέτρα για την ασφάλεια του διαδικτύου, τα οποία θα αυξήσουν την εμπιστοσύνη των πολιτών.

Αλλά και στον τομέα της εκπαίδευσης, πόσα βήματα πρέπει να γίνουν! Αν έχουμε όραμα πρέπει να το επικοινωνήσουμε: να ενημερώσουμε τους νέους για τις σημαντικές επαγγελματικές ευκαιρίες που υπάρχουν ή θα δημιουργήσει η ψηφιακή οικονομία. Θα θέλαμε η ανάπτυξη ψηφιακών δεξιοτήτων να παρέχεται σε όλα τα επίπεδα της εκπαίδευσης και σε όλες τις σχολές, θετικής αλλά και θεωρητικής κατεύθυνσης. Διότι αυτό που απαιτείται δεν είναι η στενή γνώση πληροφορικής, αλλά η παροχή κατάλληλων συνδυασμών γνώσεων και δεξιοτήτων για κάθε επάγγελμα. Και αυτό δεν συμβαίνει σήμερα στην ελληνική εκπαίδευση.

Επιχειρήσεις. Τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί κάποια βήματα προόδου με την εισαγωγή ψηφιακών εργαλείων στις επιχειρήσεις και ο αριθμός των επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν συστήματα διαχείρισης επιχειρησιακών πόρων (τα ERP) ή ακόμη και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, Ωστόσο οι ελληνικές επιχειρήσεις υστερούν σημαντικά σε θέματα όπως χρήση ηλεκτρονικής τιμολόγησης, RFID και υπηρεσιών cloud. Το πιο βασικό όμως στοιχείο, το οποίο αντιμετωπίζουν, ήδη, οι ελληνικές επιχειρήσεις είναι ο αποδιοργανωτικός χαρακτήρας της ψηφιακής εποχής, το διαβόητο disruption. Νέες υπηρεσίες εμφανίζονται και τα επιχειρηματικά μοντέλα αλλάζουν ριζικά, απειλώντας παραδοσιακούς κλάδους και επιχειρήσεις κάθε μεγέθους που δεν καταφέρνουν να “ξανα – εφεύρουν” τον εαυτό τους. Αν δεν εφαρμόσουν ένα πρόγραμμα ψηφιακού μετασχηματισμού τους, εάν δεν αναθεωρήσουν εκ βάθρων τον επιχειρηματικό τους σχεδιασμό, πολλές επιχειρήσεις μπορεί σύντομα να πάψουν να υπάρχουν. Πόσες από αυτές άραγε το έχουν συνειδητοποιήσει;

ΠΟΣΟ ΚΡΙΣΙΜΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ;

Κυρίες και κύριοι,

Σήμερα, η συνολική συνεισφορά του “ψηφιακού”, στην ελληνική οικονομία δεν ξεπερνά το 16,3% του ΑΕΠ τη στιγμή που ο μέσος για την Ευρώπη είναι 25%, σύμφωνα με στοιχεία της μελέτης της Accenture. Ζούμε και εργαζόμαστε στην Ευρώπη, η ψηφιακή ενοποίηση της οποίας θα συνεισφέρει 415 δις ευρώ ετησίως στην ευρωπαϊκή οικονομία και θα δημιουργήσει εκατοντάδες χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ενδεικτικά αναφέρω κάποιους αριθμούς που ποσοτικοποιούν την ανάγκη ψηφιακής μετάβασης της Ευρώπης:

– 90% των θέσεων εργασίας πολύ σύντομα θα απαιτούν ψηφιακές δεξιότητες.
– 52% των διασυνοριακών αγορών δεν υλοποιούνται λόγω του γεωγραφικού αποκλεισμού προϊόντων και υπηρεσιών.
– 11 δισ. ευρώ εκτιμάται να είναι η εξοικονόμηση για τους καταναλωτές μέσω του ηλεκτρονικού εμπορίου.

Υπάρχουν λοιπόν σημαντικά οφέλη, αν όμως δεν κάνουμε κάτι, η Ελλάδα δεν θα πάρει το μερίδιο που της αντιστοιχεί από αυτά. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι όχι απλά δεν θα έχει όφελος, αλλά κυρίως – το επαναλαμβάνω – δεν θα μπορέσει να επιβιώσει στο διεθνές περιβάλλον ως αναπτυγμένη χώρα.

Αν για παράδειγμα η τεχνολογία δεν μειώσει το κόστος ενέργειας, το κόστος παραγωγής, το κόστος logistics, μπορούμε να ανταγωνιστούμε στην διεθνή αγορά; Αν δεν προσαρμοστούμε στην ανάγκη “προσωποποίησης” προϊόντων και υπηρεσιών, μια από τις βασικές αξίες που δίνει το Industry 4.0 και το ίντερνετ στον καταναλωτή, μπορούμε να υπάρχουμε στο διεθνές πεδίο; Αν δεν εξασφαλίσουμε ευκολία στις κρατήσεις και άριστη προβολή του τουριστικού μας προϊόντος, για πόσα χρόνια ακόμα θα μπορούμε να προσβλέπουμε στο κέρδος από τον επιτυχημένο τουριστικό τομέα; Αν δεν δημιουργήσουμε κατάλληλες προϋποθέσεις για θέσεις εργασίας υψηλής προστιθέμενης αξίας και τεχνολογικής εξειδίκευσης, μπορούμε να ελπίζουμε σε ανάσχεση της “διαρροής εγκεφάλων” στο εξωτερικό; Αν δεν υπάρχουν τα κατάλληλα εργαλεία στη δημόσια διοίκηση, θα αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας που πλήττουν την ελληνική οικονομία, αλλά και τα οικονομικά του καθενός μας; Τι θα γίνει με το τέρας της γραφειοκρατίας;…

Και η αλυσίδα των ερωτημάτων συνεχίζεται…

Είμαι σίγουρος ότι αν συνεχίσω την παράθεση ερωτημάτων σαν αυτά, θα βρω πολλά ακόμη, είναι αρκετά όμως όσα είπα για να μας προβληματίσουν και όλοι μας φεύγοντας από το συνέδριο να έχουμε ξεκάθαρο το μήνυμα: Η χώρα μας πρέπει να αφυπνιστεί γιατί η μετάβαση στην ψηφιακή οικονομία είναι αδήριτη και πιεστική ανάγκη!

ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ;

Η άλλη όψη του νομίσματος είναι ότι όσο καθυστερούμε χάνουμε ευκαιρίες. Σε όλους τους τομείς, μικρούς και μεγάλους, παραδοσιακούς και καινοτόμους. Χάνουμε ευκαιρίες να πετύχει η χώρα διεθνείς στόχους, όπως της βιώσιμης ανάπτυξης, και να βρεθεί ισάξια ανάμεσα στις ανεπτυγμένες χώρες που πρωτοπορούν.

Επιτρέψτε μου, να σας μεταφέρω μερικές εικόνες από το ψηφιακό μας μέλλον, το οποίο δεν είναι κατ’ ανάγκη τόσο μακρινό, ακόμη και για την Ελλάδα. Θα αναφέρω λίγα παραδείγματα για να προβληματιστούμε. Αντέχει η ελληνική οικονομία να χάνει τέτοιες ευκαιρίες; Φανταστείτε λοιπόν να αποφασίζαμε συλλογικά να ανοίξουμε τα δημόσια δεδομένα γύρω από την εκπαίδευση, την υγεία, την ενέργεια και μία σειρά άλλους δημόσιους τομείς ώστε αυτά να αποτελέσουν την πρώτη ύλη που θα προσελκύσει επιχειρήσεις οι οποίες ειδικεύονται στην ανάλυση δεδομένων μεγάλου όγκου του κλάδου.

Τι σημαίνει αυτό; Ότι για παράδειγμα ο κλάδος της παραγωγής του ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και νερού θα μπορούσε να επωφεληθεί από ψηφιακές πλατφόρμες για να αναλύει και να αξιοποιεί δεδομένα σε σχέση με την κατανάλωση ενέργειας από τους τελικούς καταναλωτές και βάσει αυτού να δημιουργήσει γύρω του ένα οικοσύστημα για τον σχεδιασμό “έξυπνων σπιτιών”. Τα “έξυπνα σπίτια” θα αναλύουν τη συμπεριφορά των ιδιοκτητών τους και ανάλογα με τις ανάγκες τους θα οργανώνουν, αυτοματοποιούν και βελτιστοποιούν τις λειτουργίες μιας κατοικίας συμβάλλοντας στην εξοικονόμηση ενέργειας ή την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας.

Η μετάβαση στην ψηφιακή εποχή ανοίγει νέους ορίζοντες και σε βασικούς κλάδους όπως αυτός της εφοδιαστικής αλυσίδας όπου αισθητήρες τοποθετημένοι στους στόλους των φορτηγών θα μπορούσαν να αποστέλλουν δεδομένα σε έναν κεντρικό πύργο ελέγχου, ο οποίος μέσω της πλατφόρμας ανάλυσης μεγάλου όγκου δεδομένων, θα είναι σε θέση να αναλύσει την απόδοση του στόλου, να ελέγξει την κατανάλωση καυσίμων, να βελτιστοποιήσει τις εκτελούμενες διαδρομές και να διαγνώσει ενδεχόμενες βλάβες που πρόκειται να παρουσιαστούν στα οχήματα δημιουργώντας έναν “έξυπνο στόλο”. Η συνεισφορά του κλάδου στο ΑΕΠ θα μπορούσε έτσι να αυξηθεί σημαντικά.

Η νέα τεχνολογία μπορεί να δημιουργήσει καινοτόμες προτάσεις στον τουρισμό, ανανεώνοντας το τουριστικό προϊόν που προσφέρεται, κάνοντας εφικτή ή ευκολότερη την πρόσβαση όλων των πολιτιστικών χώρων σε μεγαλύτερο κοινό, ή προσφέροντας νέα πολιτιστικά προϊόντα, από το πλούσιο απόθεμα που διαθέτει η χώρας μας.

Η ψηφιακή τεχνολογία μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης στην ανταπόκριση τη χώρας σε παγκόσμιες προτεραιότητες και δεσμεύσεις όπως οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης. Η αυτοματοποίηση, η ρομποτική, το e-commerce διευκολύνουν την εφαρμογή των αρχών της κυκλικής οικονομίας.

Σε μία ευρύτερη κλίμακα, οι πλατφόρμες ανάλυσης δεδομένων θα συντελέσουν ουσιαστικά στο σχεδιασμό «έξυπνων πόλεων». Κάτω από την ομπρέλα των “έξυπνων πόλεων” συμπεριλαμβάνονται ένα σύνολο ψηφιακών λύσεων, όπως η εκπαίδευση από απόσταση, οι ευφυείς μεταφορές, ο έξυπνος φωτισμός, η έξυπνη στάθμευση, η διασυνδεδεμένη διαχείριση απορριμμάτων, κτλ. Η ανάλυση δεδομένων αποτελεί τη ραχοκοκαλιά για όλες αυτές τις λύσεις.

Ένα από τα πλεονεκτήματα τα οποία διαθέτει η χώρα μας σε σχέση με τον διεθνή ανταγωνισμό είναι το έμψυχο υλικό. Η μετάβαση σε μια ψηφιακή αγορά, δημιουργεί ευκαιρίες που μπορούν να προσελκύσουν νέους επιστήμονες και να επαναφέρουν εξειδικευμένο προσωπικό από το εξωτερικό. Η υστέρηση του ψηφιακού μετασχηματισμού θα φρενάρει την οικονομία και δεν θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας υψηλής εξειδίκευσης και προστιθέμενης αξίας, χάνοντας έτσι και αυτές τις ευκαιρίες.

ΠΩΣ ΘΑ ΦΤΑΣOYME ΣΤΗΝ ΨΗΦΙΑΚΗ ΕΛΛΑΔΑ;

Ο εθνικός μας στόχος είναι μέχρι το 2021 η Ελλάδα να έχει αναπτύξει μία ισχυρή ψηφιακή βάση, ώστε στη συνέχεια να κάνει το άλμα. Διότι σήμερα, στην κατάσταση που βρισκόμαστε, άλμα δεν μπορούμε να κάνουμε. Το όραμά μας είναι, με συντεταγμένη στρατηγική, αποτελεσματική διακυβέρνηση και άφθονη προσπάθεια σε βάθος 10-15 ετών να ανήκουμε στις ψηφιακά ώριμες χώρες της Ευρώπης.

Από την διεθνή εμπειρία, μπορούμε να πούμε ότι δεν υπάρχει μια πανομοιότυπη λύση, ένα σχέδιο που εφαρμόστηκε και μπορεί να ακολουθηθεί από όλους.

Η στρατηγική, κατά κύριο λόγο, χτίζεται πάνω στο επίπεδο ψηφιακής ωριμότητας της κάθε χώρας, και στις ιδιαιτερότητες της οικονομίας της – και οπωσδήποτε η εφαρμογή της απαιτεί χρόνο. Απαιτεί επίσης στενή και διαρκή συνεργασία όλων των φορέων, των επιχειρήσεων, μικρών, μεσαίων και μεγάλων, της ακαδημαϊκής κοινότητας, και του δημόσιου τομέα. Χρειαζόμαστε λοιπόν μια στρατηγική, η οποία δεν σχεδιάζεται για να βελτιώνει την επίδοσή μας στους διεθνείς δείκτες – αυτό είναι το αποτέλεσμα – αλλά για να δημιουργήσει αξία στην πραγματική οικονομία. Για να αξιοποιήσουμε την ψηφιακή ευκαιρία για να αναπτύξουμε την οικονομία μας, να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητά μας και να πάρουμε τη θέση που μας αξίζει στον διεθνή ψηφιακό χάρτη. Όπως ανέφερα και προηγουμένως η αρχή έχει γίνει. Γιατί όμως ο ΣΕΒ καταθέτει την δική του στρατηγική πρόταση για την Ψηφιακή Ελλάδα;

Διότι προτείνει ένα αποτελεσματικό σύστημα διακυβέρνησης της υλοποίησης, το οποίο πρέπει να διατρέχει το σύνολο της κυβέρνησης και της διοίκησης και το οποίο να λειτουργεί με συνεκτικό τρόπο

Διότι πιστεύει στην σύμπραξη του ιδιωτικού με τον δημόσιο τομέα για την αποτελεσματικότερη παροχή υπηρεσιών και τον ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων

Διότι προτείνει φιλόδοξους και μετρήσιμους στόχους, πέρα από έργα για την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων.

Το κάνουμε γιατί πιστεύουμε ότι η Ελλάδα μπορεί και πρέπει άμεσα να μπει στην ψηφιακή εποχή. Και επιπλέον γιατί πιστεύουμε ότι έχουμε δύο δρόμους: είτε ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας θα γίνει συγκροτημένα και στρατηγικά –και θα επιτύχει– είτε δεν θα γίνει, όπως έχει συμβεί μέχρι σήμερα, και το χάσμα με τις άλλες χώρες θα μεγαλώσει κι άλλο.

ΤΟ ΨΗΦΙΑΚΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΣΕΒ

Σε αυτό τον νέο ψηφιακό κόσμο, που τώρα σχηματίζεται, θέλουμε την Ελλάδα να λειτουργεί ισότιμα ανάμεσα στις άλλες χώρες της Ευρώπης. Θέλουμε η χώρα να παράγει πλούτο γρηγορότερα και ασφαλέστερα από ότι αν δούλευε με το μοντέλο “business as usual”. Θέλουμε οι ψηφιακές τεχνολογίες να μπουν τόσο ενεργά σε χρήση ώστε αυτό που τώρα φαντάζει un-usual να γίνει το νέο business as usual. Θέλουμε μία Ελλάδα όπου:

Το ψηφιακό έλλειμμα θα έχει καλυφθεί, και η ψηφιακή οικονομία θα συνεισφέρει υπολογίσιμα στην αύξηση του ΑΕΠ.

Η φοροδιαφυγή και η παραοικονομία θα έχουν μειωθεί, και τα φορολογικά βάρη θα κατανέμονται δίκαια χάρη στα ψηφιακά εργαλεία συναλλαγών, τιμολόγησης και διασταύρωσης στοιχείων.

Η ηλεκτρονική διακυβέρνηση θα επεκταθεί σε όλο στο κράτος, και θα εξυπηρετεί αποτελεσματικά και γρήγορα πολίτες και επιχειρήσεις.

Η Ελλάδα θα γίνει κόμβος καινοτομίας στην ανάλυση δεδομένων μεγάλου όγκου για τις ανάγκες του τουρισμού, της υγείας, της ενέργειας, των έξυπνων πόλεων, αξιοποιώντας τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και το εξαιρετικής ποιότητας έμψυχο υλικό που διαθέτει.

Οι ομιλητές μας, Έλληνες και ξένοι προέρχονται από κρίσιμους τομείς της οικονομίας και της διοίκησης και θα μας μεταφέρουν τη γνώση και την εμπειρία τους ώστε να σμιλέψουμε το όραμα για μια ψηφιακή Ελλάδα. Να ξεκινήσουμε μεν δυναμικά, αλλά με μεθοδικά, διακριτά βήματα. Να ξεκινήσουμε από τα βασικά που απαιτούνται να γίνουν, να τα φτιάξουμε άμεσα και να πάμε παραπέρα.

Κλείνοντας θα ήθελα να επισημάνω ένα δεκάλογο με τους κρίσιμους παράγοντες επιτυχίας:

1. Το εθνικό ψηφιακό όραμα πρέπει να συνενωθεί με την εθνική στρατηγική μεταρρύθμισης και η πολιτική ηγεσία πρέπει να δεσμευτεί για την υλοποίησή του. Ο πρωθυπουργός πρέπει να έχει, για την εθνική ψηφιακή στρατηγική, έναν κεντρικό ρόλο στην εποπτεία και στην παροχή στρατηγικής κατεύθυνσης.

2. Η ψηφιακή στρατηγική θα πρέπει να υπερβαίνει τον στενό κύκλο ζωής μιας κυβέρνησης. Καλείται να αποτελεί ένα εθνικό σχέδιο με ευρύτερες πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές συναινέσεις.

3. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της Ελλάδας απαιτεί μηχανισμό ισχυρής διακυβέρνησης, που θα παρακολουθεί και θα διασφαλίζει την υποστήριξη της ψηφιακής στρατηγικής από τα ανώτερα κλιμάκια της κυβέρνησης. Σε αυτό το επίπεδο κρίνουμε απαραίτητη την ενεργό συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας που διαθέτει πολύτιμη εμπειρία και γνώσεις.

4. Η ανάληψη και απόδοση ευθύνης αποτελεί βασικό στοιχείο για την επιτυχή εφαρμογή της στρατηγικής. Απαιτείται η καθιέρωση ενός δομημένου πλαισίου ανάληψης αρμοδιοτήτων, και καθορισμού επί μέρους στόχων και ελέγχου, το οποίο θα διασφαλίζει την επίτευξη των στρατηγικών στόχων.

5. Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή ενός ευνοϊκού ρυθμιστικού και νομοθετικού πλαισίου για ανοιχτά δεδομένα, που θα ρυθμίζει την χρήση τους και παράλληλα θα διασφαλίζει την προστασία της ιδιωτικής ζωής, αποτελεί μία κρίσιμη προϋπόθεση επιτυχίας της Ψηφιακής Στρατηγικής.

6. Η ανάπτυξη σύγχρονων υποδομών σε όλη την επικράτεια της χώρας αποτελεί αναγκαιότητα για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της Ελλάδας. Θα εξασφαλίσει αδιάλειπτη συνδεσιμότητα και θα οδηγήσει στην καινοτομία και τη βελτίωση των υπηρεσιών μέσω της αξιοποίησης αναδυόμενων και προηγμένων τεχνολογιών.

7. Η εκπόνηση από την πολιτεία ενός σχεδίου εξωτερικής ανάθεσης ψηφιακών υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και έργων που θα υλοποιηθούν μέσω συμπράξεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ), προκειμένου να επιταχύνουμε την ψηφιακοποίηση των υπηρεσιών.

8. Ο βασικός στόχος της ψηφιακής στρατηγικής δεν θα πρέπει να είναι κυρίως η απορρόφηση των εθνικών και κοινοτικών πόρων, όπως συχνά γίνεται μέχρι σήμερα, αλλά η προσεκτική στόχευση σε υποδομές, κλάδους της οικονομίας και υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης που δημιουργούν προστιθέμενη αξία και συμβάλλουν άμεσα στον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας.

9. Το ψηφιακό είναι ένα πραγματικά διατομεακό θέμα που επηρεάζει όλους τους τομείς πολιτικής. Όταν απαιτείται νέα νομοθεσία ή εκσυγχρονισμός παλαιότερης, αυτή θα πρέπει να γίνεται «ψηφιακή εξ ορισμού» και να παίρνει υπόψη τον ψηφιακό της αντίκτυπο, ανεξάρτητα από τον τομέα πολιτικής.

10. Τέλος, οι ψηφιακές δεξιότητες αποτελούν το “καύσιμο” για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της Ελλάδας. Πρέπει να αναληφθεί στοχευμένη δράση για την ψηφιακή αναβάθμιση και επανεκπαίδευση της ελληνικής κοινωνίας και του εργατικού της δυναμικού ώστε να διασφαλιστεί η ψηφιακή ένταξη των πολιτών στην κοινωνία.

Κυρίες και κύριοι,

Πιστεύω ότι έχουμε ένα όραμα για την Ψηφιακή Ελλάδα που μας εμπνέει. Σχέδιο υπάρχει, τόσο για το κράτος, όσο και για την ιδιωτική οικονομία, και συνοδεύεται από έναν οδικό χάρτη που είναι φιλόδοξος, μα συνάμα ρεαλιστικός και εφικτός. Και δεν θέλουμε αυτά να μείνουν στα χαρτιά. Για να γίνουν πράξη απαιτείται η συστράτευση όλων μας. Ο ΣΕΒ δεν είναι πολιτικός φορέας: είναι υπεύθυνος κοινωνικός εταίρος που ενδιαφέρεται και αγωνιά για το μέλλον της παρτίδας μας. Επωμίζεται το μερίδιο που του αναλογεί και θα σταθεί αρωγός στην πολιτεία, όπου απαιτηθεί. Και το κάνει πρόθυμα, γιατί πιστεύει ένθερμα ότι η μετάβαση στην ψηφιακή οικονομία είναι μία ύψιστη εθνική προτεραιότητα.

Καταθέτουμε τις προτάσεις μας για μία στρατηγική, και ένα συγκεκριμένο, ποσοτικοποιημένο Οδικό Χάρτη που, αν εφαρμοστεί, μπορεί να αυξήσει επιπρόσθετα τον εθνικό μας πλούτο κατά περίπου 7,6 δις ευρώ, μέχρι το συμβολικό ορόσημο του 2021, συνεισφέροντας μία αύξηση 4% στο ΑΕΠ της χώρας και τουλάχιστον 50,000 νέες, μόνιμες και καλές θέσεις απασχόλησης. Πρέπει αυτό το όραμα, αυτή την αύξηση του εθνικού μας πλούτου, να το μετουσιώσουμε σε πράξη άμεσα.

Πιστεύω βάσιμα πως αν επιτύχουμε στην μετάβασή μας στην ψηφιακή οικονομία, σε λίγα χρόνια μπορούμε να ζούμε σε μία νέα, καλύτερη, Ελλάδα. Μία χώρα φιλόξενη στο ταλέντο και φιλική στις επενδύσεις, με αναβαθμισμένη ποιότητα ζωής και λαμπρό μέλλον για τα παιδιά μας. Μία Ελλάδα που θα μας αξίζει!

Σας ευχαριστώ.”.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ