Ένας νέος Ψυχρός Πόλεμος γεννιέται στις στέπες της Ουκρανίας

Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο οι σχέσεις της Ρωσίας με τη Δύση, και κυρίως με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχουν περιέλθει στο χειρότερο σημείο μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991. Μετά από αλλεπάλληλες κυρώσεις, απελάσεις διπλωματών και έναν κλιμακούμενο «πληροφοριακό πόλεμο» ανάμεσα στις δύο χώρες, η πολιτική ηγεσία της Ρωσίας δε φαίνεται διατεθειμένη να συνεχίσει το διάλογο με την Ουάσιγκτον.

Τον Απρίλιο οι εντάσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές κλιμακώθηκαν εκ νέου. Η μεταχείριση του φυλακισμένου αντιφρονούντα Αλεξέι Ναβάλνι από τις ρωσικές αρχές, έφεραν και πάλι στο προσκήνιο τις θεμελιώδεις διαφορές της Ρωσίας με τη Δύση όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Την ίδια στιγμή, η ανάπτυξη του ρωσικού στρατού στα σύνορα με την Ουκρανία δείχνει πως ο κίνδυνος ένοπλης σύρραξης στην περιοχή του Ντονμπάς ανάμεσα στους Ουκρανούς και τους υποστηριζόμενους από τη Ρωσία αυτονομιστές είναι κάτι παραπάνω από υπαρκτός, ενώ δεν αποκλείεται να τη συμπαρασύρει σε μια ανοικτή σύγκρουση με το ΝΑΤΟ.

Την προηγούμενη εβδομάδα ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, εν μέσω της αυξανόμενης έντασης με τη Μόσχα, πρότεινε στον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν επίσημη συνάντηση για να συζητηθούν οι επιμέρους διαφορές ανάμεσα στις δύο πλευρές. Ειδικότερα, ο Τζο Μπάιντεν υπογράμμισε την ανάγκη αποκλιμάκωσης της έντασης με το Κρεμλίνο ενώ ανέβαλε την πλεύση δύο αμερικανικών πολεμικών πλοίων στη Μαύρη Θάλασσα, κοντά στα ρωσικά χωρικά ύδατα.

Λίγες μέρες αργότερα, όμως ο πρόεδρος των ΗΠΑ ανακοίνωσε την επιβολή αυστηρών κυρώσεων κατά της Ρωσίας, για την φερόμενη εμπλοκή της στις περσινές αμερικανικές εκλογές, δημιουργώντας κύματα οργής στη Μόσχα. Μερικές εβδομάδες νωρίτερα, ο Τζο Μπάιντεν είχε αποκαλέσει τον Βλαντίμιρ Πούτιν «δολοφόνο», με το Κρεμλίνο να καλεί εσπευσμένα πίσω τον Ρώσο πρέσβη στις ΗΠΑ, μια κίνηση πρωτοφανής εν καιρώ ειρήνης.

Τους τελευταίους μήνες γίνεται όλο και πιο έκδηλη η πρόθεση της Ρωσίας να εγκαταλείψει τις όποιες ελπίδες συμφιλίωσης με τη Δύση και να αναζητήσει μόνιμες εναλλακτικές. Η Μόσχα επεξεργάζεται μεταξύ άλλων μια αναζωογόνηση των σχέσεων με την Κίνα, όπως επίσης και την στόχευση συγκεκριμένων ευρωπαϊκών και μη χωρών, οι οποίες είναι διατεθειμένες να συνεργαστούν με την Ρωσία.

«Οι σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ βρίσκονται στο ναδίρ. Μπορεί να μην πρόκειται για έναν Ψυχρό Πόλεμο στα πρότυπα του παλιού, αλλά αναφορικά με το κλίμα ανάμεσά μας τα πράγματα είναι χειρότερα» δήλωσε προ ημερών ο Fyodor Lukyanov, αρχισυντάκτης στο ρωσικό Global Affairs το οποίο ειδικεύεται σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. «Το αίτημα του Biden για τη διεξαγωγή επίσημης συνάντησης στο παρελθόν θα αποτελούσε ευχάριστη είδηση. Τώρα κανένας δεν είναι σίγουρος. Μια συνάντηση ανάμεσα στον Τζο Μπάιντεν και τον Βλαντίμιρ Πούτιν μπορεί να οδηγήσει σε επιδείνωση των διμερών σχέσεων, ακόμα και σε ολικό αδιέξοδο».

Οι ειδικοί σε θέματα εξωτερικής πολιτικής συμφωνούν πως υπάρχουν αρκετά θέματα στην ατζέντα των δύο χωρών τα οποία μπορούν να συζητηθούν στο πλαίσιο μιας επίσημης συνάντησης μεταξύ των δύο ηγετών. Καθώς οι ΗΠΑ ετοιμάζονται να αποχωρήσουν οριστικά από το Αφγανιστάν, μια ενδεχόμενη συνεργασία ανάμεσα στη Ρωσία και τους συμμάχους της, θα μπορούσε να διευκολύνει την μετάβαση της Μέσης Ανατολής στην επόμενη ημέρα αλλά και να γεφυρώσει ως ένα βαθμό το χάσμα ανάμεσα στις δύο υπερδυνάμεις.

Ωστόσο, το κλίμα δεν αναμένεται να βελτιωθεί όσο η Ρωσία κρατά αδιάλλακτη στάση στο θέμα του Αλεξέι Ναβάλνι και της Ουκρανίας. Οι εντάσεις στο ανατολικό τμήμα της χώρας, έχουν αυξηθεί σημαντικά, με βίαιες συγκρούσεις στην πρώτη γραμμή, ενώ ο ρωσικός στρατός προχώρησε πρόσφατα σε μια επί της ουσίας επίδειξη δύναμης, συγκεντρώνοντας μεγάλο αριθμό δυνάμεων στα ουκρανικά σύνορα. Από την άλλη πλευρά, οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ έχουν σταθεί ξεκάθαρα στο πλευρό του Κιέβου.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες εκφράζουν τη βαθύτατη ανησυχία τους για την κλιμακούμενη ρωσική επιθετικότητα στα σύνορα της ανατολικής Ουκρανίας. Ο αριθμός των Ρώσων στρατιωτών στα σύνορα της πρώην σοβιετικής δημοκρατίας είναι ο μεγαλύτερος από το 2014» δήλωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Jen Psaki. Σημειώνεται πως το 2014 ξέσπασε για πρώτη φορά η σύγκρουση ανάμεσα στο Κίεβο και τη Μόσχα με αφορμή την προσάρτηση της περιοχής της Κριμαίας στη Ρωσία.

Η ρωσική κυβέρνηση υποστηρίζει πως υπεύθυνος για την κρίση ανάμεσα στις δύο χώρες είναι ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντιμίρ Ζελένσκι, ο οποίος τον προηγούμενο μήνα υπέγραψε ένα διάταγμα σύμφωνα με το οποίο η ανάκτηση της περιοχής της Κριμαίας από τη Ρωσία αποτελεί επίσημο στόχο της κυβέρνησης Ζελένσκι. Παράλληλα, ο Ουκρανός ηγέτης έχει απευθύνει αίτημα στις ΗΠΑ για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, το οποίο η Ρωσία έχει περιγράψει ως casus belli.

Η Ρωσία, η οποία μέχρι πρότινος αρνείτο οποιαδήποτε ανάμειξη στον πόλεμο της Ουκρανίας τα τελευταία 7 χρόνια, δηλώνει πλέον ανοιχτά πως θα πολεμήσει για την υπεράσπιση των αυτονομιστών. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Dmitry Kozak προειδοποίησε μάλιστα πως αν ξεσπάσει σύγκρουση, αυτό θα σημάνει την αρχή του τέλους για την Ουκρανία.

«Πρόκειται για δραματική κατάσταση. Ξέρουμε πως η Δύση δε θα βοηθήσει την Ουκρανία στρατιωτικά αν φτάσουμε στον πόλεμο. Είναι ανάγκη να υπάρξουν περισσότεροι συμβιβασμοί, όχι περισσότερες αφορμές για πόλεμο» δήλωσε χαρακτηριστικά ο Βαντίμ Καράσιοφ, διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνούς Στρατηγικής στο Κίεβο.

Τριάντα χρόνια μετά από την τελική κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, η Ρωσία ενισχυμένη οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά φαίνεται αποφασισμένη να καταλάβει εκ νέου τη θέση της στο παγκόσμιο γεωστρατηγικό στερέωμα απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Το Κρεμλίνο ανακοίνωσε, χθες Δευτέρα, ότι η συνάντηση των προέδρων της Ρωσίας και των ΗΠΑ σχεδιάζεται να πραγματοποιηθεί κατά την καλοκαιρινή περίοδο, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχει συμφωνηθεί η ημερομηνία της συνάντησης ούτε η χώρα στην οποία θα πραγματοποιηθεί. Οι δύο υπερδυνάμεις δεν φαίνονται όμως, τουλάχιστον προς το παρόν, διατεθειμένες να προχωρήσουν σε αποκλιμάκωση των εντάσεων. Η υπόθεση της Ουκρανίας αποτελεί ένα crash test τόσο για τη Ρωσία και τον Βλαντίμιρ Πούτιν όσο και για το ΝΑΤΟ. Οι ισορροπίες είναι ιδιαίτερα λεπτές και θα χρειαστούν ευέλικτοι πολιτικοί χειρισμοί ώστε η υφήλιος να μην επιστρέψει στο ψυχροπολεμικό δόγμα της «αμοιβαίας εξασφαλισμένης καταστροφή».

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ