Ματθαίος Γιωσαφάτ: «Κρίση ήταν αυτή που ζήσαμε τη δεκαετία του ’40, όχι όπως την εννοούμε σήμερα. Είναι αστεία η σύγκριση»

Αλήθειες που σπάνε κόκκαλα από τον κορυφαίο Έλληνα ψυχίατρο-ψυχαναλυτή

«Κρίση ήταν αυτή που ζήσαμε τη δεκαετία του ’40, όχι όπως την εννοούμε σήμερα. Είναι αστεία η σύγκριση. Τότε δεν μπορούσες να καλύψεις ούτε καν τις πρωταρχικές ανάγκες. Αντιθέτως, τα τελευταία δέκα χρόνια δεν πείνασε κανείς. Ούτε αυτοκτόνησε κανένας λόγω χρεών. Αυτά είναι παραμύθια. Δεν λέω ότι είναι καλό να είσαι φτωχός. Αλλά η ευτυχία δεν εξαρτάται από τα χρήματα», αναφέρει Ματθαίος Γιωσαφάτ μιλώντας στην LIFO σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του ο κορυφαίος Έλληνας ψυχίατρος-ψυχαναλυτής και συνιδρυτής της Ελληνικής Εταιρείας Ψυχαναλυτικής Ψυχοθεραπείας.

«Σύμφωνα με τις στατιστικές έρευνες, ο αριθμός των αυτοκτονιών παρέμεινε στα ίδια επίπεδα. Ωστόσο, αυτό χρησιμοποιήθηκε ως πολιτικό επιχείρημα από τα κόμματα. Η αυτοκτονία είναι ψυχικό πρόβλημα. Οι πιο πολλές, μάλιστα, παρατηρούνται στη Σουηδία, μια κατεξοχήν πλούσια χώρα. Ακολουθούν η Δανία, η Γερμανία, η Ουγγαρία, ενώ η χώρα μας βρίσκεται στην τελευταία θέση. Δεν σας κρύβω ότι έχουν περάσει από το ντιβάνι μου πάρα πολλοί οικονομικά εύρωστοι άνθρωποι, οι οποίοι έπασχαν από βαριά κατάθλιψη. Όμως, κουβαλούσαν θέματα από την παιδική τους ηλικία», αναφέρει ο Ματθαίος Γιωσαφάτ, που αναφέρεται σε ένα μεγάλο εύρος θεμάτων, δίνοντας απαντήσεις από την σπάνια συσσωρευμένη εμπειρία του τόσο σε επίπεδο σπουδών όσο και σε επίπεδο εργασιακής πορείας.

«Αυτό που με ενοχλεί στα χαρακτηριστικά του Νεοέλληνα είναι η έλλειψη πολιτισμού, ο φθόνος, η επιθετικότητα και η αγένεια. Οι μισοί βρίζουν τους άλλους μισούς ως «γερμανοτσολιάδες», «προδότες» ή «ξεπουλημένους». Πάντα είχαμε διχόνοια. Είμαστε λίγο παρανοϊκός λαός, όχι με την έννοια της τρέλας, αλλά με εκείνη της καχυποψίας. Παραδείγματος χάριν, η οδηγική συμπεριφορά μας είναι ενδεικτική των διαθέσεών μας. Ένα νταηλίκι ακατανόητο. Πιστεύω ότι υπάρχουν θαυμάσιοι Έλληνες, αλλά και πολλά καθίκια», τονίζει Ματθαίος Γιωσαφάτ.

Για τον ρόλο της γυναίκας, τον έρωτα και τον γάμο.

«Τα προβλήματα της «αγίας ελληνικής οικογένειας» ξεκινούν από την υποβάθμιση της γυναίκας. Παλιότερα οι άνδρες την έδερναν, την υποτιμούσαν ή την απατούσαν. Ήταν υποτακτική και δεν είχε ανεξαρτησία. Έτσι, η μητέρα γινόταν προβληματική. Γι’ αυτό βλέπουμε πολλούς νέους, ακόμα και σε μεγάλη ηλικία, να μένουν με τη μητέρα τους. Είναι ο προστάτης-γιος. Ο γάμος είναι μία από τις σημαντικότερες αιτίες της χρόνιας κατάθλιψης. Το 80% των ζευγαριών στην Ελλάδα δεν τα πάνε καλά, το 50% χωρίζουν, το 30% δεν χωρίζουν για κοινωνικο-οικονομικούς λόγους, το 20% είναι σε σχετικά καλό επίπεδο και μόνο το 5%-10% είναι πραγματικά ευτυχισμένοι. Επομένως, η πλειονότητα των σχέσεων είναι ψεύτικες και βολεμένες. Δεν βρήκαν ποτέ το ιδανικό», εκτιμά ο  κορυφαίος Έλληνας ψυχίατρος-ψυχαναλυτής.

Για τον κεραυνοβόλο έρωτα αναφέρει ότι «κρατά από έναν μήνα ως ένα έτος. Όταν ακούτε άτομα να λένε στην αρχή της γνωριμίας τους με ένα άλλο πρόσωπο ότι «βρήκαν το άλλο τους μισό» καθώς και ότι «είσαι αυτό που περίμενα», να φεύγετε μακριά. Ο έρωτας είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να μας συμβεί. Μας δίνει χαρά, ευτυχία, ενθουσιασμό και όρεξη για ζωή. Υπάρχουν δύο είδη έρωτα: οι ενήλικοι ή ώριμοι έρωτες, που σχετίζονται με την αγάπη, και οι παλινδρομικοί έρωτες, που καλύπτουν ναρκισσιστικές ανάγκες. Αυτοί είναι συχνά εντονότατοι, αισθανόμαστε απελπισία, νιώθουμε κτητικότητα απέναντι στον άλλον και πολλές φορές διακρινόμαστε για την επιθετικότητά μας. Όλα αυτά προκαλούνται από την αναπόφευκτη ματαίωση των παιδικών επιθυμιών σε μια ενήλικη σχέση. Δεν είναι τυχαίο ότι παθαίνουμε εμμονή. Αναρωτιούνται: «με σκέφτεται;», «θα με πάρει τηλέφωνο;», «με θέλει;». Σκέφτονται, δηλαδή, το αντικείμενο του έρωτά τους ως μια ψυχαναγκαστική εμμονή».

Το φυσικό τέλος

«Αυτό που με τρομάζει είναι η ανυπαρξία. Αλλά, μεγαλώνοντας, μαθαίνεις να συμβιβάζεσαι με το φυσικό τέλος. Δεν πιστεύω στον Θεό, αλλά είμαι θρησκευτικός άνθρωπος, με την έννοια ότι συνεχώς αναζητώ την προέλευση του κόσμου, όπως και απαντήσεις στα υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου. Ζούμε, πλέον, στην εποχή των παράλληλων συμπάντων. Άρα, πώς μπορώ να πιστέψω ότι υπάρχει Θεός με τόσες θρησκείες; Μακάρι να υπήρχε».

Η φωτογραφία είναι από το Lifo.gr

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ