Λίγα λόγια για τον πληθωρισμό

Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ο εναρμονισμένος πληθωρισμός στην χώρα μας τον περασμένο μήνα θα διαμορφωθεί στο 5,5%.

Το τελευταίους μήνες του 2021, η συζήτηση για τον πληθωρισμό, κάτι που είχαμε σχεδόν ξεχάσει για χρόνια, ήρθε στο προσκήνιο. Βέβαια αξίζει να σημειωθεί ότι η συζήτηση για το μεγαλύτερο μέρος του έτους ήταν μάλλον περιθωριακή. Στα τέλη του χρόνου όμως ο πληθωρισμός αυξήθηκε τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική με ταχύτατο τρόπο, επισημαίνοντας το ενδεχόμενο να αποτελέσει ένα από τα σημαντικότερα θέματα για την παγκόσμια οικονομία το 2022.

Τι είναι

Το βιβλία ορίζουν τον δείκτη τιμών πληθωρισμού ή καταναλωτή (ΔΤΚ) ως έναν αριθμοδείκτη που δείχνει πώς η σταθμισμένη μέση τιμή ενός «καλαθιού της αγοράς» αγαθών αλλάζει με την πάροδο του χρόνου. Ο ΔΤΚ είναι ένας δείκτης που μετρά τις τιμές ενός σταθερού «καλαθιού αγοράς» με περισσότερες από 200 κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών που αγοράζονται από έναν «τυπικό» καταναλωτή. Πιο απλά, δημιουργείται μια λίστα με είδη που αγοράζει ο «μέσος άνθρωπος» και στη συνέχεια, η λίστα “σταθμίζεται” που σημαίνει ότι δεν περιλαμβάνει ένα αυτοκίνητο, ένα υπολογιστή, ένα σπίτι, μία πίτσα, ένα λίτρο βενζίνης κ.λπ.

Αντίθετα, “ζυγίζεται” το κάθε είδος ανάλογα με το μερίδιό του στον τυπικό προϋπολογισμό του καταναλωτή. Η ποσοστιαία διαφορά της αξίας αυτού του καλαθιού (δείκτη) από μήνα σε μήνα, έτος σε έτος προσδιορίζει τον ρυθμό του πληθωρισμού.

Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι η άνοδος στις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών που συμπεριλαμβάνονται στο καλάθι δημιουργεί αυτό που ονομάζουμε πληθωρισμό. Όμως το πώς «αισθάνεται» ο καθένας από εμάς τον πληθωρισμό εξαρτάται καθαρά από το δικό του καλάθι και όχι από τον «μέσο όρο». Έτσι, για παράδειγμα, κάποιος που έχει παιδιά στο σχολείο και αγοράζει για δεύτερη φορά υπολογιστή, αντιλαμβάνεται πως οι τιμές έχουν υποχωρήσει, ενώ όταν αγοράζει καύσιμα αισθάνεται ότι οι τιμές έχουν εκτοξευθεί.

Η λίστα με τα παραδείγματα όπως καταλαβαίνουμε είναι ατελείωτη και τελικά ο πληθωρισμός ως μέσος όρος έχει μεγάλη χρησιμότητα για τη διαμόρφωση της πολιτικής και για τον επιχειρηματικό κόσμο της στρατηγικής, όμως δεν περιγράφει με ακρίβεια την επίπτωση που έχει το οικονομικό περιβάλλον στην τσέπη του καθενός από εμάς.

Τι τον διαμορφώνει

Σύμφωνα με τα παραπάνω λοιπόν, η άνοδος των τιμών των προϊόντων και των υπηρεσιών που συμμετέχουν στο «καλάθι» καθορίζουν και την άνοδο του πληθωρισμού ανάλογα μάλιστα με τη στάθμιση που έχει το καθένα από αυτά. Ορίστε λοιπόν δύο θέματα: Πρώτον, η στάθμιση δεν είναι πάντα επίκαιρη. Το 1995 ή το 2000 η στάθμιση των κινητών τηλεφώνων και των αντίστοιχων υπηρεσιών επικοινωνίας μπορεί να ήταν μικρή και να παρέμεινε για αρκετά χρόνια σε αντίθεση με τη αυξανόμενη συμμετοχή τους στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Δεύτερον, όταν τα κεφάλαια στρέφονται σε μακροχρόνιες τοποθετήσεις που δεν περιλαμβάνονται στο δείκτη, πχ. κεφαλαιαγορές, μια μεγάλη ανατίμηση – που συνήθως εδώ είναι καλοδεχούμενη – δεν καταγράφεται. Προφανώς οι αντιρρήσεις μπορεί να είναι πολλές και η συζήτηση μεγάλη. Ας εξετάσουμε όμως τη διαδικασία, τους λόγους, τη δημιουργία, την καταγραφή και τέλος την διαχείριση του πληθωρισμού.

Υπάρχουν τέσσερις κύριοι παράγοντες που οδηγούν στον πληθωρισμό σε μια οικονομία: Ζήτησης (έλξη) που προκύπτει όταν η συνολική ζήτηση υπερβαίνει τη συνολική προσφορά αγαθών και υπηρεσιών. Κόστους (ώθηση) που συμβαίνει λόγω των αυξήσεων του κόστους παραγωγής που προκύπτουν από τις αυξήσεις στις τιμές των εμπορευμάτων όπως το πετρέλαιο και τα τρόφιμα, ή από φυσικές καταστροφές. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η συνολική προσφορά μειώνεται και κατά συνέπεια αυξάνεται το γενικό επίπεδο των τιμών. Νομισματικός (χρημάτων) λόγω αύξησης της προσφοράς χρήματος και τέτοιες περιπτώσεις, οι επενδυτικές και καταναλωτικές δαπάνες αυξάνονται, ασκώντας ανοδική πίεση στις τιμές. Προσδοκιών για μια επίμονη αύξηση των τιμών στο μέλλον και που οδηγούν σε αύξηση των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών μέσω της πίεσης για την αύξηση των μισθών.

Σήμερα

Αξίζει λοιπόν να σημειώσουμε ότι, εδώ και αρκετό διάστημα λειτουργούν οι τρεις πρώτοι παράγοντες ενώ, όπως είναι φυσικό, έχουν ήδη αρχίσει να δημιουργούνται κάποιες πληθωριστικές προσδοκίες. Αυτή τη σταδιακή ενσωμάτωση των κατάλληλων παραγόντων στην οικονομία μας, σχεδόν σε όλο τον κόσμο, καταγράφει ο ΔΤΚ το τελευταίο διάστημα και οι περισσότεροι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι θα συνεχίσει.

Είναι δύσκολο να γίνει οποιαδήποτε γενίκευση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ο πληθωρισμός συνήθως στρεβλώνει τις σχετικές τιμές πολλών τομέων της οικονομίας. Υπάρχουν όμως τρία πολύ σημαντικά σύνολα τιμών που, σε πληθωριστικές καταστάσεις, σχεδόν πάντα υστερούν σε σχέση με το γενικό επίπεδο τιμών. Αυτά είναι α) οι «πολιτικές» τιμές, μια κατηγορία που περιλαμβάνει τις τιμές δημόσιων αγαθών και το πλαίσιο κυβερνητικών ελέγχων τιμών, β) η συναλλαγματική ισοτιμία, η οποία καθορίζει τις σχετικές τιμές μεταξύ ξένων και εγχώριων αγαθών και γ) τα επιτόκια.

Είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι η ευαισθησία του κοινωνικού συνόλου σε αυτές τις τιμές είναι εξαιρετικά μεγάλη. Το ίδιο και οι πιέσεις για τη διατήρηση τους. Σε ότι αφορά όμως το ισχυρό νομισματικό εργαλείο που είναι ο έλεγχος της κυκλοφορίας του χρήματος και που καθορίζει όλους τους παράγοντες που δημιουργούν πληθωριστικές πιέσεις, η ΕΚΤ πρέπει να καταφέρει το αδύνατο: Να εξυπηρετήσει τη σταθερότητα των τιμών αλλά ταυτόχρονα να μην τραυματίσει την αναπτυξιακή διαδικασία. Όμως ο πληθωρισμός αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά με την αύξηση των επιτοκίων. Τα επιτόκια αντιπροσωπεύουν το κόστος για την ανάληψη δανείων. Με υψηλότερα επιτόκια τα δάνεια γίνονται ακριβότερα και η ζήτηση τους μειώνεται.

Με αυτό τον τρόπο όμως περιορίζεται και η οικονομική δραστηριότητα. Στον τομέα των κεφαλαιαγορών οι συνθήκες θα γίνουν εξαιρετικά δύσκολες αν ταυτόχρονα μειωθούν δραστικά οι αγορές από την ΕΚΤ κρατικών ομολόγων. Κάτι όμως που συζητείται ήδη στην Αμερική. 

Σε κάθε περίπτωση εύκολες λύσεις στο πρόβλημα δεν υπάρχουν, όμως ένα ελεγχόμενο επίπεδο πληθωρισμού είναι ουσιωδώς καλύτερο από την αποπληθωρισμό (μείωση των τιμών). Επίσης βέβαια είναι σπουδαίο να αποφευχθούν οι «πρόχειρες» και αντισυμβατικές προσεγγίσεις, αφού έχουμε και πρόσφατη εμπειρία ότι οδηγούν σε τραγικές συνέπειες με μαθηματική ακρίβεια.

Σε ένα φανταστικό τόπο, όλοι μας με τη συμπεριφορά μας και τις επιλογές μας, θα δημιουργούσαμε ένα ουσιαστικό ανάχωμα στις πληθωριστικές πιέσεις αμέσως με την εμφάνισή τους. Στον γαλάζιο πλανήτη όμως θα περιμένουμε τις δράσεις των κεντρικών τραπεζών που άλλωστε έχουν και την ευθύνη της νομισματικής σταθερότητας.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ