Η χρονιά των μεγάλων προκλήσεων και του crash test της ελληνικής οικονομίας

Το 2022 είναι η αρχή μιας περιόδου που προσφέρει μοναδικές δυνατότητες, ευκαιρίες, και κυρίως κονδύλια από την Ε.Ε. για την πλήρη ανάκαμψη της Ελλάδας.

Σήμερα αρχίζει ουσιαστικά για τους περισσότερους Έλληνες η νέα χρονιά καθώς όλοι -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- επιστρέφουν στη (νέα) καθημερινότητα μετά από την εορταστική περίοδο.Το 2022 δεν είναι όμως η τρίτη χρονιά υπό την σκιά του κορωνοιού αλλά η πρώτη χρονιά μιας περιόδου που θα κρίνει το μέλλον της χώρας για την επόμενη πενταετία. Σύμφωνα με ξένους αναλυτές, ενδεχομένως για τα επόμενα 50 χρόνια.

Κι όποιος δεν έχει καταλάβει την σημασία αυτής της χρονιάς μάλλον την επόμενη Πρωτοχρονιά θα προσγειωθεί ανώμαλα σε μια νέα πραγματικότηταΤώρα είναι η μεγαλύτερη ευκαιρία της Ελλάδας να καλύψει το χαμένο έδαφος μιας δεκαετίας λιτότητας, περικοπών, αυτό περιορισμών, εσωστρέφειας και λανθασμένων επιλογών.Μια δεκαετία που έφερε την χώρα 20-25 χρόνια πίσω καθώς όλοι οι άλλες χώρες της Ευρώπης επιτάχυναν για να ακολουθήσουν τις ΗΠΑ, την Κίνα και τις ανερχόμενες παγκόσμιες υπερδυνάμεις.

Δυστυχώς, η Ελλάδα απείχε επί της ουσίας από την προσπάθεια επιτάχυνσης του επιχειρηματικού και τεχνολογικού μετασχηματισμού, ασχολούμενη με διαχρονικά προβλήματα, στρεβλώσεις και παθογένειες της οικονομίας πολλών δεκαετιών. Αρχικά αφοσιώθηκε στην διαχείριση και στην συνέχεια στην επίλυση όλων των συσσωρευμένων προβλημάτων, μέσω μεταρρυθμίσεων, αυτονόητων προσαρμογών και εκσυγχρονισμού όπως επίσης και τον απαραίτητο περιορισμό των τελευταίων καταλοίπων σοβιετικού τύπου που είχαν δημιουργήσει το πλαίσιο της γραφειοκρατίας και λανθασμένων νοοτροπιών τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

Υπό «κανονικές» συνθήκες το 2022 θα ήταν η χρονιά της επιστροφής της Ελλάδας στους εκρηκτικούς ρυθμούς ανάπτυξης και θα είχε την ευκαιρία να αναδειχθεί στον «επενδυτικό προορισμό της δεκαετίας», όπως εκτιμούσαν και έλεγαν όλοι (αναλυτές, επενδυτές και ξένοι πολιτικοί) λίγους μήνες πριν την κήρυξη της πανδημίας.Για την ακρίβεια, τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2019.

Υπό άλλες συνθήκες το σημαντικότερο γεγονός της χρονιάς θα ήταν η ολοκλήρωση της ενισχυμένης εποπτείας, η οποία με την σειρά της θα «πυροδοτούσε» την αποκλιμάκωση των φόρων που μετέτρεψαν την Ελλάδα σε «επενδυτική παγίδα» και «αποκρουστική προοπτική» για τους ξένους επενδυτές την περίοδο 2010-2018, την επιδίωξη του στόχου της κατάκτησης επενδυτικής βαθμίδας του ελληνικού αξιόχρεου από τους μεγάλους διεθνείς οίκους αξιολόγησης (με βάση τα στατιστικά στοιχεία) και ταυτόχρονα θα επέτρεπε την αύξηση των μισθών σε…ευρωπαϊκά επίπεδα και την βελτίωση της αγοραστικής δύναμης (και των εισοδημάτων) της πλειονότητας των Ελλήνων φορολογουμένων.

Και ο βασικός στόχος της κυβέρνησης θα ήταν μόνο η πλήρη αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης (των 30,5 δισ. ευρώ) και των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, όπως επίσης οι επιδοτήσεις των δύο ΕΣΠΑ, της ΚΑΠ, αλλά και από το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων. Ένα οικονομικό «πακέτο» που μπορεί να εισάγει στην ελληνική οικονομία από 65 ως και 74 δισ.ευρώ μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, αλλάζοντας τα δεδομένα της χώρας, της (πραγματικής) οικονομίας και κατ’ επέκταση της κοινωνίας.

Όμως, για να επιτευχθεί αυτό το κολοσσιαίο σχέδιο -κατά πολλούς το νέο «Σχέδιο Μάρσαλ» αλλά με ευρωπαϊκή υπογραφή- θα πρέπει να συντονιστούν στο ίδιο «μήκος κύματος» όλοι στην χώρα και μάλιστα από σήμερα: η κυβέρνηση, τα κόμματα, οι βουλευτές, το δημόσιο, οι επιχειρήσεις, οι απλοί πολίτες.

Τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, τα σχέδια του ελληνικού προγράμματος «Ελλάδα 2.0», η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, η αύξηση της ανταγωνιστικότητας, η βελτίωση της κοινωνικής προόδου, η διαδικασία εξόδου από την λεγόμενη «ενισχυμένη εποπτεία» (και η επιστροφή της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα) δεν θα γίνουν ούτε μόνα τους ως διά μαγείας, ούτε από κάποιους άλλους (είτε κακούς σαν την παλιά «Τρόικα», είτε φιλέλληνες όπως ο τέως Πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ ή ο πρώην Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ). Όσοι πιστεύουν ακόμα σε «μαγικές συνταγές» επιτυχίας (τα γνωστά…success stories) και εθνικά ή οικονομικά «θαύματα» είναι τουλάχιστον αφελείς και σίγουρα εκτός πραγματικότητας.

Η Ελλάδα έχει μια μοναδική, τεράστια, ευκαιρία μπροστά της, την οποία πρέπει και οφείλει (για τις σημερινές και τις μελλοντικές γενιές) να εκμεταλλευτεί και να αξιοποιήσει στο έπακρο, παρά τις προκλήσεις, τα εμπόδια και τις δυσκολίες της πανδημίας και άλλους γνωστούς ή αστάθμητους παράγοντες. Στο παρελθόν σε κάθε αντίστοιχη περίπτωση η χώρα μας τα έχει καταφέρει κόντρα σε διεθνείς προβλέψεις, εκτιμήσεις ή αναλύσεις. Ακόμα και μετά από πραγματικές καταστροφές (επανάσταση του 1821, Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος, κ.α.) έδειξε πως μπορεί να ανταπεξέλθει απέναντι στις μεγαλύτερες αντιξοότητες και προκλήσεις. Αυτή την φορά όμως η Ελλάδα δεν έχει τα περιθώρια για διχόνοιες, καθυστερήσεις και παλινδρομήσεις.

Όπως είχε αναφέρει τον Ιανουάριο του 2020 (χωρίς ακόμα επίγνωση της επικείμενης πανδημίας) ένα από τα κορυφαία στελέχη πολυεθνικού κολοσσού στην χώρα μας «η Ελλάδα δεν έχει μία ακόμα ευκαιρία.Έχει την τελευταία μεγάλη ευκαιρία». Και σε αυτή την προσπάθεια για την αξιοποίηση αυτής της χρονιάς των ευκαιριών δεν μπορεί να απουσιάζει ή να απέχει κανένας…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ