Ποιος θα προστατέψει τους δημοσιογράφους;
Ένα τραγικό συμβάν που αφορά πρωτίστως το θεμελιώδες δικαίωμα στην ελευθερία του Τύπου μετατράπηκε ευθύς αμέσως σε ένα μικροπολιτικό παιχνίδι μεταξύ αντίπαλων στρατοπέδων.
Η υπόθεση της σύλληψης του Λευκορώσου δημοσιογράφου Ρομάν Προτάσεβιτς κατά τη διάρκεια της πτήσης από την Αθήνα με προορισμό το Βίλνιους της Λιθουανίας, έχει βρεθεί τις τελευταίες ημέρες στο επίκεντρο της παγκόσμιας ειδησεογραφίας.
Ο ψυχροπολεμικός τρόπος με τον οποίο η λευκορωσική κυβέρνηση αποφάσισε να συλλάβει τον αντιφρονούντα δημοσιογράφο προκάλεσε κύματα οργής και αντιδράσεων από την πολιτική ηγεσία της Δύσης. Ευρωπαϊκή Ένωση και ΗΠΑ έσπευσαν ευθύς αμέσως να καταδικάσουν τη σύλληψη του Λευκορώσου δημοσιογράφου, εξαπολύοντας δριμύ κατηγορώ κατά της κυβέρνησης του Αλεξάντρ Λουκασένκο.
Ωστόσο, ως είθισται να συμβαίνει στη διεθνή πολιτική σκηνή, ένα τραγικό συμβάν που αφορά πρωτίστως το θεμελιώδες δικαίωμα στην ελευθερία του Τύπου μετατράπηκε ευθύς αμέσως σε ένα μικροπολιτικό παιχνίδι μεταξύ αντίπαλων στρατοπέδων. Από τη μια πλευρά η Ρωσία, η οποία παραδοσιακά χρησιμοποιεί το Μίνσκ ως δίοδο προς τα δυτικά και από την άλλη η ΕΕ και οι ΗΠΑ οι οποίες προσπαθούν να κρατήσουν ψηλά το… λάβαρο του ελεύθερου κόσμου. Αρκεί να παρατηρήσει κανείς τις δηλώσεις των Βρυξελλών, της Ουάσιγκτον και της Μόσχας και των εκατέρωθεν δορυφόρων, για να καταλάβει πως κανένας δεν ενδιαφέρεται ή δεν θέλει να μιλήσει για την ταμπακιέρα.
Οι απειλές, οι διώξεις, οι φυλακίσεις, οι βασανισμοί ακόμα οι εν ψυχρώ εκτελέσεις των δημοσιογράφων και των συν αυτώ, που επιτελούν το λειτούργημά τους και δεν αναλώνονται σε δουλειά εκπροσώπων τύπου, έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια. Το 2018 είχε λάβει χώρα η κινηματογραφικού τύπου επίθεση με νευροδραστικές χημικές ουσίες κατά του πρώην αξιωματικού των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του Γιούλια. Το ίδιο έτος, η Σαουδική Αραβία απήγαγε και εκτέλεσε τον δημοσιογράφο και γνωστό επικριτή του βασιλείου, Τζαμάλ Κασόγκι μέσα στο προξενείο της αραβικής χώρας στην Κωνσταντινούπολη.
Φυσικά αυτές είναι μόνο λίγες από τις χιλιάδες περιπτώσεις οι οποίες δεν βλέπουν ποτέ τα φώτα της δημοσιότητας. Ούτε αφορούν όλες καθεστώτα και κυβερνήσεις με ροπή προς τον απολυταρχισμό όπως στις χώρες της πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ και του Περσικού Κόλπου. Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από όταν οι ΗΠΑ, που τώρα κουνούν το δάχτυλο, απειλούσαν ευθέως τον Τζούλιαν Ασάνζ της ιστοσελίδας Wikileaks, με την αρωγή της Μεγάλης Βρετανίας και της διάσημης για τον φιλελευθερισμό της Σουηδίας. Ούτε έχει μεσολαβήσει μεγάλο χρονικό διάστημα από όταν άρχισε το κυνήγι του Edward Snowden. Και οι δύο, για όσους δεν θυμούνται, είχαν αποκαλύψει με ακλόνητα πειστήρια, τη διενέργεια επιθέσεων εκ μέρους των ΗΠΑ σε αμάχους κατά τον πόλεμο στο Αφγανιστάν καθώς και τη συστηματική παρακολούθηση εκατομμυρίων Αμερικανών μέσω της NSA.
Το πρώτο κοινό στοιχείο που συνδέει όλους τους παραπάνω, είναι ότι χαρακτηρίστηκαν από τις κυβερνήσεις τους ως προδότες, αποδομώντας – με την αρωγή των ΜΜΕ – το δημοσιογραφικό χαρακτήρα του έργου τους στα μάτια της κοινής γνώμης. Το δεύτερο κοινό στοιχείο, το οποίο απέδειξε και η περίπτωση του Ρομάν Προτάσεβιτς, είναι η ολική ανυπαρξία υπερεθνικών οργάνων και θεσμών που να μπορούν έστω και στοιχειωδώς να προστατέψουν τη σωματική και ψυχική ακεραιότητα ενός δημοσιογράφου ή οποιουδήποτε επιτελεί αυτό το έργο σήμερα. Οι όποιοι υπάρχοντες οργανισμοί περιορίζονται στην προφορική «καταδίκη» τέτοιων περιστατικών που ακόμα και αυτή παύει όταν οι θύτες είναι οι κυβερνήσεις που σε πολλές περιπτώσεις τους χρηματοδοτούν και τους στηρίζουν.
Η υπόθεση του Λευκορώσου Ρομάν Προτάσεβιτς, δημιουργεί εκτός των άλλων ένα σοβαρό προηγούμενο με επικίνδυνες προεκτάσεις. Η μέθοδος της σύλληψης του δημοσιογράφου ενώ επενέβαινε στην πτήση της Ryanair, η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει επιφέρει σοβαρές συνέπειες στην πρώην σοβιετική δημοκρατία, μπορεί κάλλιστα να βρει μιμητές σε πολλά απολυταρχικά καθεστώτα δίχως να είναι απαραίτητη πλέον η σιωπηλή "αντιμετώπιση" των αντιφρονούντων όπως γινόταν συνήθως μέχρι σήμερα. Την ίδια στιγμή το πολιτικό άσυλο σε τρίτες χώρες καθίσταται επί της ουσίας ανούσιο, καθώς οι πράκτορες των καθεστώτων που πολεμούν την ελευθερία του λόγου, δραστηριοποιούνται πλέον σε υπερεθνικό επίπεδο. Με την ανοχή ή την αδιαφορία των τοπικών κυβέρνησεων συλλαμβάνουν, βασανίζουν και εκτελούν τους όποιους αντιφρονούντες με τρομακτική άνεση και ευκολία.
Εν κατακλείδι, η πολύκροτη υπόθεση του Ρομάν Προτάσεβιτς αναδείχθηκε σε πιόνι στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα, ενώ καμία πολιτική ηγεσία δε φαίνεται πρόθυμη να θίξει ουσιωδώς το ζήτημα της ελευθερίας του λόγου, η οποία περιορίζεται όλο και περισσότερο. Το βασικό θέμα που θα πρέπει να μας απασχολεί εν έτει 2021 θα έπρεπε να είναι η ανάγκη προστασίας των γενναίων ανθρώπων που πολεμούν με πενιχρά μέσα τον απολυταρχισμό και τη διαφθορά και όχι οι πολιτικές προεκτάσεις και συνέπειες ενός τόσο τραγικού γεγονότος.
Οι εμπλεκόμενες πλευρές, όπως γίνεται συνήθως, θα επιλύσουν τις διαφορές τους μέσω χρονοβόρων γραφειοκρατικών διαδικασιών, ενώ οι υπερασπιστές της αλήθειας θα οδηγούνται πίσω από τα κάγκελα.