Σύνοδος Κορυφής: Το παρασκήνιο της υποστήριξης της… Τουρκίας!

Πως αποφεύχθηκε η άμεση επιβολή ουσιαστικών κυρώσεων και γιατί χώρες-μέλη της ΕΕ δεν επιθυμούν την σύγκρουση με την κυβέρνηση Ερντογάν αλλά την πάση θυσία επίτευξη στενής συνεργασίας.

Το τελικό κείμενο των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής περιέχει έντονη -φραστική- καταδίκη της τουρκικής προκλητικότητας, την διαπίστωση των παράνομων ενεργειών της στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά καμία ουσιαστική ανάληψη δράσης, μεταθέτοντας την συζήτηση μιας λίστας κυρώσεων ένα τετράμηνο αργότερα: τον Μάρτιο του 2021. Σαφής αναφορά σε συγκεκριμένα μέτρα κυρώσεων δεν υπάρχει ούτε για επικοινωνιακούς λόγους, ελλείψει ομοφωνίας αλλά κυρίως σθεναρής αντίστασης της Γερμανίας και ορισμένων χωρών με βάση συγκεκριμένα συμφέροντα, εθνικού και προσωπικού επιπέδου.

Οι αλλαγές σε σχέση με το προσχέδιο του κειμένου είναι σημαντικές, μετά από διαπραγματεύσεις και εντατικές συζητήσεις στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπό την πίεση της Ελλάδας (και της Κύπρου) και την μεταστροφή αρκετών χωρών απέναντι στην Τουρκία που ως το καλοκαίρι είχαν φιλοτουρκική ή ουδέτερη στάση.

Όμως, υπάρχουν εμφανώς στοιχεία που αποτυπώνουν την αντίδραση συγκεκριμένων χωρών στο ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων σε βάρος της Άγκυρας. Η Γερμανία από τον περασμένο Αύγουστο είχε δείξει απρόθυμη να προχωρήσει σε «σκληρές» κυρώσεις κατά της Άγκυρας και παρουσίαζε από τις αρχές της εβδομάδας μια φαινομενική…ουδετερότητα, που αποτελούσε το τελευταίο διήμερο το βασικό εμπόδιο έγκρισης κυρώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκτός της Γερμανίας, αντίθετες στην επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία ήταν όμως και χώρες που θεωρητικά θα έπρεπε να υποστηρίζουν το διεθνές δίκαιο και την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Μάλτα.

Άλλες χώρες, όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία, ήταν επίσης στο πλευρό της Γερμανίας τόσο γιατί τα συμφέροντά τους ταυτίζονται με τα γερμανικά όσο και για λόγους σχετικούς με την άρση πιθανόν κυρώσεων για το κράτος δικαίου στις δυο χώρες προκειμένου να μην καταψηφίσουν το Ταμείο Ανάκαμψης και τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (2021-2027). Παρασκηνιακά πάντως λέγεται ότι με μερικές από αυτές της χώρες (Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία και Μάλτα) είχαν γίνει συζητήσεις κατά την διάρκεια επισκέψεων ή τηλεδιασκέψεων του Υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Ειδικά στην περίπτωση της Μάλτας έγιναν και δηλώσεις αμοιβαίας συνεργασίας και στήριξης, με πρόσχημα τον εμφύλιο στην Λιβύη.

Άλλωστε σύμφωνα με τα Τουρκικά ΜΜΕ «οι κυρώσεις που αποφάσισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κατά της Τουρκίας, διευρύνοντας τη λίστα των προσώπων και των οντοτήτων που εμπλέκονται στις παράνομες γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι άνευ σημασίας».

Γιατί η Γερμανία δεν θέλει την επιβολή κυρώσεων 

Σύμφωνα με κορυφαίους Ευρωπαίους αναλυτές, η Γερμανία δεν επιθυμεί «σκληρές» κυρώσεις κατά της Άγκυρας, εξαιτίας πολλών (πολιτικών, οικονομικών και οικονομικών) παραγόντων υποστηρίζοντας πρωτίστως τα εθνικά συμφέροντά της και όχι τα ευρωπαϊκά.
Υπάρχουν πολύ ισχυροί εμπορικοί δεσμοί μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας και η αξία των εμπορικών συναλλαγών ξεπερνάει 25 δισ. ευρώ. Μόνο το 2019 ήταν 29,61 δισ. ευρώ με τις εξαγωγές προς την Τουρκία να αγγίζουν 15,92 δισ. ευρώ χωρίς να υπολογίζονται οι αμυντικές (στρατιωτικές) δαπάνες.
Η Τουρκία είναι τα τελευταία 3 χρόνια ο Νο1 αποδέκτες των γερμανικών εξαγωγών όπλων, καλύπτοντας σχεδόν το 31,49% των παγκόσμιων εξαγωγών του Βερολίνου.
Σύμφωνα με το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων πέρυσι η Τουρκία κατέβαλε 242,8 εκατ. ευρώ για οπλικά συστήματα και το 2018 σχεδόν 344,6 εκατ. ευρώ.
Σε αυτά τα έσοδα δεν συμπεριλαμβάνονται και τα 2,49 δισ. ευρώ για την κατασκευή και παράδοση 6 υποβρυχίων «Κλάσης 214» από την ThyssenKrupp Marine Systems (TKMS) από την συμφωνία που υπογράφηκε το 2009.
Σημαντικοί είναι και έμμεσοι οικονομικοί δεσμοί αφού οι επενδύσεις Γερμανικών εταιρειών, επενδυτών και funds στην Τουρκία είναι τεράστιες και έχουν σχεδιαστεί ακόμα περισσότερες για την επόμενη πενταετία. Επισήμως, την περίοδο 2002-2019 η Γερμανία έκανε επενδύσεις ύψους 8,169 δισ. ευρώ στην Τουρκία είτε σε τοπικές επιχειρήσεις, είτε σε επενδύσεις εταιρειών γερμανικών συμφερόντων. Οι σχεδιαζόμενες επενδύσεις για την επόμενη τριετία είναι 2,3 δισ. ευρώ μόνο από τις μεγάλες γερμανικές εταιρείες.
Για αυτό παρά τις διεθνείς καταγγελίες για την παρέμβαση της Τουρκίας στην Λιβύη και πρόσφατα στο το Ναγκόρνο-Καραμπάχ (στην πολεμική σύρραξη Αρμενίων και Αζέρων) αλλά και την εισβολή σε εδάφη δυο γειτονικών χωρών (Συρία, Ιράκ) με πρόσχημα την ανάπτυξη τρομοκρατικών δυνάμεων (την ίδια στιγμή που υποστηρίζει και φιλοξενεί μέλη της Χεσμπολάχ και των Αδελφών Μουσουλμάνων που είναι σε λίστες τρομοκρατών!) η Καγκελάριος Μέρκελ δήλωσε για δεύτερη φορά μέσα σε λίγες ημέρες πως «βρίσκονται μεταξύ των θεμάτων που θα πρέπει να εξεταστούν».

Ακόμα και στο κείμενο συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής, δεν υπάρχει καμία συμφωνία για εμπάργκο όπλων – παρά την απόφαση ΟΗΕ για την Λιβύη – αλλά όπως αναφέρεται με παρέμβαση της Γερμανίας «το θέμα των εξαγωγών όπλων στην Τουρκία θα πρέπει να συζητηθεί μεταξύ των μελών του ΝΑΤΟ και σε συντονισμό με την επόμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ». Αντιθέτως, το σημαντικό για την Γερμανία είναι «να διατηρηθούν ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας».

Είναι χαρακτηριστικό πως τονίζεται μάλιστα πως «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επαναβεβαιώνει το στρατηγικό ενδιαφέρον της ΕΕ για την ανάπτυξη συνεργασίας και αμοιβαία επωφελούς σχέσης με την Τουρκία. Η προσφορά θετικής ατζέντας ΕΕ-Τουρκίας παραμένει στο τραπέζι» και «η ατζέντα θα μπορούσε να εκταθεί στα πεδία της οικονομίας, του εμπορίου [..]».

Επενδύσεις, θάλασσα και… διακοπές

Σε αυτά πρέπει να προστεθούν και 5 εκατομμύρια Γερμανοί τουρίστες (σχεδόν 12% των 45,1 εκατομμυρίων τουριστών) την περυσινή περίοδο, όπου ο τουριστικός τομέας σημείωσε ρεκόρ επισκεπτών με συνολικά έσοδα 34,5 δισ. δολλάρια.
Τέλος, αν και δεν υπάρχουν ακόμα αποδείξεις αλλά πληροφορίες και φήμες, φαίνεται πως το γερμανικό πολιτικό και επιχειρηματικό κατεστημένο αποφάσισε κατά την διάρκεια της πρώτης φάσης της πανδημίας πως η εξάρτηση από την Κίνα είναι υπερβολικά μεγάλη για την ασφάλεια της χώρας και η μετατροπή της Τουρκίας σε «Κίνα της…Γερμανίας» είναι εθνικά και οικονομικά εφικτή και συμφέρουσα καθώς οι υπόλοιπες επιλογές (χωρών) είναι είτε μακριά από την Ευρώπη με προβλήματα υποδομών, είτε πολύ μικρές σε μέγεθος για να μπορέσουν να στηρίξουν ταυτόχρονα την παραγωγή (γερμανικών εταιρειών) και το διακρατικό εμπόριο.

Επισήμως, όμως, Γερμανοί διπλωμάτες υποστηρίζουν ότι η στάση της «ουδερότητας» οφείλεται κυρίως στο προσφυγικό, όπου ο ρόλος που διαδραματίζει η Τουρκία στο θέμα αυτό είναι καθοριστικός παράγοντας και ο κίνδυνος αποχώρησης από το ΝΑΤΟ, που θα αλλάξει τις ισορροπίες τόσο στην Μεσόγειο όσο και στην Μέση Ανατολή.

Όλα τα άλλα θέματα για την Γερμανία και τους κατ’ επιλογήν «δορυφόρους» της είναι ήσσονος σημασίας…

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ