Σύνοδος Κορυφής: Επιτυχία, αλλά τα πανηγύρια έχουν απαγορευτεί!

Μπορεί να βγηκε λευκός καπνός από την μαραθώνια Σύνοδο Κορυφής (την δεύτερη μεγαλύτερη στην ιστορία της ΕΕ), μπορεί το πακέτο για την Ελλάδα να ξεπεράσει τα 100 δισ. ευρώ σε επτά χρόνια, αλλά υπάρχουν λόγοι που μας κάνουν σκεπτικούς για το αν πρέπει να πανηγυρίζουμε....

Ας πιάσουμε το νήμα από το... τέλος. Μπορεί να χρειάστηκαν τέσσερις μέρες για να φτάσουν σε συμφωνία οι ηγέτες της ΕΕ (για 20 λεπτά δεν έσπασε το «στοιχειωμένο» ρεκόρ των 90 ωρών από την σύνοδο της Νίκαιας το 2000) αλλά τελικά βγήκε «λευκός καπνός» στις Βρυξέλλες. Και τι καπνός!

Αξίας 750 δισ., όσα και τα χρήματα που θα δοθούν στις χώρες της ΕΕ, με τρεις διαφορετικούς τρόπους: Ταμείο Ανάκαμψης (επιχορηγήσεις), Ευρωπαϊκός Δανεισμός και Ευρωπαϊκός Προϋπολογισμός. Από αυτά τα 750 δισ η Ελλάδα θα πάρει τα 70 -εννοείται μιλάμε σε βάθος επταετίας, σύμφωνα με το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027.

Επιτυχία; Αναμφίβολα! Το ποσό είναι ιλιγγιώδες, ειδικά αν το συνδυάσει κανείς με την δυναμική και τις εγγυήσεις που θα το συνοδεύουν (την αποκαλούμενη και μόχλευση) και μπορεί να ανεβάσουν το ποσό ακόμα περισσότερο. Αν προστεθούν και τα χρήματα που βρήκε στα ταμεία η κυβέρνηση από τον ΣΥΡΙΖΑ (πάνω από 30 εκατομμύρια) μιλάμε για τριψήφιο νούμερο.
Να πανηγυρίζουμε; Κανείς δεν ξέρει -αλλά έτσι κι αλλιώς τα πανηγύρια έχουν απαγορευτεί!

Ας δούμε καταρχήν πως μοιράζονται: 19 δισ θα είναι σε επιχορηγήσεις από το Ταμείο Ανάκαμψης (ενώ ο στόχος ήταν να πάρουμε 24 δισ). 12 δισ θα είναι μέρος από τον Κοινό Ευρωπαϊκό Δανεισμό, (αντί για 9 δισ.). Και τα άλλα 39 δισ θα τα παίρναμε ούτως ή άλλως από τον ευρωπαϊκό Π/Υ. Το ζήτημα είναι οι όροι που θα συνοδεύουν αυτά τα χρήματα και πολύ φοβάμαι ότι οι όροι αυτοί δεν θα είναι καθόλου εύκολοι.

Η συμφωνία μυρίζει μνημόνιο* από χιλιόμετρα μακριά. Αλλά αυτά είναι πράγματα που οι οικονομικοί αναλυτές μπορούν να σας εξηγήσουν καλύτερα.

Σε τούτο το άρθρο αναζητούμε περισσότερο την πολιτική εικόνα και αυτή η εικόνα ασφαλώς δεν είναι για να πανηγυρίζει κανείς.

Η άλλη όψη της συμφωνίας

Πρώτα απ όλα γιατί έγινε σαφές πως οι δύο κυρίαρχες χώρες, Γαλλία και Γερμανία, εμφανίστηκαν κατώτερες των περιστάσεων. Για την Γαλλία και τον Μακρόν το γνωρίζαμε φυσικά, αλλά αυτή την φορά ήταν και η Μέρκελ που άφησε στο Βερολίνο τον κυριαρχικό ρόλο. Είναι η ψυχολογική κόπωσή της, ύστερα από 15 χρόνια στην Καγκελαρία;

Είναι τακτική κίνηση για να μην φαίνεται η ίδια και πάλι ο κακός της παρέας;

Ό,τι κι αν είναι, η στάση της αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό ηγεσίας, που γίνεται ολοφάνερο. Σε αυτή τη Σύνοδο Κορυφής παιχνίδι έκαναν οι λεγόμενοι «Τέσσερις Ολιγαρκείς» (ή Frugal Four), ήτοι: Ολλανδία, Σουηδία, Δανία, Αυστρία.Οι ηγέτες αυτών των χωρών ήταν που στύλωσαν τα πόδια και ειδικά ο Μαρκ Ρούτε, πρωθυπουργός της Ολλανδίας που πήρε την μπαγκέτα στα χέρια. 

Ο δεύτερος λόγος είναι γιατί επιβεβαιώθηκε απολύτως –άσχετα με την κατάληξη της συμφωνίας- ότι ούτε το σοκ από την υγειονομική κρίση κατάφερε να δώσει νέα πνοή και προοπτική στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Το μεγάλο άλμα προς τα μπρος δεν έγινε. Λιγότερα χρήματα, περισσότερες προϋποθέσεις, σκληρά παζάρια, ασφυκτικός έλεγχος στις χώρες του Νότου δεν είναι ακριβώς μήνυμα για μια ενωμένη Ευρώπη. Και φυσικά, για μια ακόμη φορά, τις επιπτώσεις θα τις πληρώσουν οι πολίτες με σκληρή λιτότητα, περικοπές, φτώχεια και ανισοκατανομή των βαρών.

Τρίτος λόγος, αμιγώς ελληνικού ενδιαφέροντος. Ο Έλληνας πρωθυπουργός επέστρεψε έχοντας λιγότερα χρήματα στις αποσκευές του. Στα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης δεν υπήρχαν αναφορές στις θέσεις που εξέφρασε, στην στάση που τήρησε, στις πιέσεις που άσκησε για να πάρει η χώρα περισσότερα.

Επίσης, δεν κατάφερε να πάρει μια δήλωση της ΕΕ για την Τουρκία, θέμα που -σύμφωνα με τα Μέσα Ενημέρωσης- είχε πει ότι θα θέσει σε αυτή την Σύνοδο. Τα ελληνοτουρκικά δεν συζητήθηκαν, χάθηκαν στον κυκεώνα των οικονομικών συναλλαγών.

Η Ελλάδα, σε μια κρίσιμη συγκυρία και για την οικονομία και για τα εθνικά θέματα, μοιάζει να μην έχει φωνή, ή αυτή η φωνή να μην ακούγεται.

 

* «Τα κράτη-μέλη θα προετοιμάσουν εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, που θα ορίζουν τη μεταρρυθμιστική και επενδυτική ατζέντα των κρατών-μελών για τα έτη 2021-2023. Τα σχέδια αυτά θα εξετάζονται και θα προσαρμόζονται αναλόγως το 2022, προκειμένου να λαμβάνεται υπόψη η τελική κατανομή των πόρων για το 2023».