Όλο το σκεπτικό πίσω από την αναβάθμιση της Fitch

Η σταθερή αύξηση του ΑΕΠ, η πολιτική σταθερότητα, τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα που θα ψηφιστούν μέχρι το 2020, είναι οι κύριοι λόγοι πίσω από την αναβάθμιση του οίκου Fitch σε “Β” για την Ελληνική οικονομία.

Ο οίκος Fitch πιστεύει ότι η βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας θα βελτιωθεί, με τη στήριξη της σταθερής αύξησης του ΑΕΠ, των μειωμένων πολιτικών κινδύνων, των πρωτογενών πλεονασμάτων και των πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων που θα θεσπιστούν μέχρι το 2020. Οι προσδοκίες για ομαλή ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης και το πρόγραμμα του ESM μειώνει τους κινδύνους για την υπονόμευση της οικονομικής ανάκαμψης από τα προβλήματα εμπιστοσύνης ή από την κυβέρνηση που δημιουργεί καθυστερούμενες οφειλές στον ιδιωτικό τομέα.

Η θετική πρόβλεψη αντανακλά την προσδοκία της Fitch ότι η τέταρτη αξιολόγηση του προγράμματος προσαρμογής θα ολοκληρωθεί χωρίς να δημιουργηθεί αστάθεια μέχρι τον Αύγουστο του 2018 και ότι το Eurogroup θα προχωρήσει σε ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους της Ελλάδας το 2018. Η ευνοϊκή φύση του δημόσιου χρέους της Ελλάδας συνεπάγεται ότι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους είναι χαμηλά παρά το υψηλό απόθεμα δημόσιου χρέους. Η μέση ωρίμανση του χρέους είναι ευνοϊκή και κυμαίνεται στα 18 χρόνια, μεταξύ των μεγαλύτερων σε όλες τις χώρες που αξιολογεί ο οίκος Fitch.

Fitch greece B

Αναμένουμε από το Eurogroup, αναφέρει η πλήρης έκθεση, να χορηγήσει περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους στην Ελλάδα φέτος. Το σύνολο των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους θα έχει ως στόχο να διατηρήσει τις ακαθάριστες ανάγκες χρηματοδότησης κάτω του 15% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα και κάτω από το 20% του ΑΕΠ στη συνέχεια, όπως αναφέρεται στη δήλωση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου 2017. Αυτό έχει ως στόχο τη μακροπρόθεσμη βελτίωση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους και θα πρέπει να στηρίζει την εμπιστοσύνη των αγορών, γεγονός που θα συμβάλει στη στήριξη της πρόσβασης στην αγορά μετά το πρόγραμμα.

Θεωρούμε ότι τόσο η Ελλάδα όσο και οι επίσημοι πιστωτικοί φορείς της χώρας θα επιδιώξουν την υγιή έξοδο από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό σταθερότητας (ESM) των 86 δισ. ευρώ τον Αύγουστο του 2018, κάτι που πιστεύουμε ότι δεν θα συνεπάγεται προληπτική πίστωση, αλλά εξακολουθεί να συνεπάγεται σημαντικούς όρους. Κατά την άποψή μας, τμήματα της δέσμης μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους ενδέχεται να υπόκεινται σε προϋποθέσεις που ενδέχεται να επικεντρωθούν στην εφαρμογή των φορολογικών μέτρων που θεσπίστηκαν για να τεθούν σε ισχύ μετά τον Αύγουστο του 2018.

Οι Ευρωπαίοι εταίροι φαίνεται να μετατοπίζουν το επίκεντρο των μελλοντικών προϋποθέσεων της Ελλάδας από τους αυστηρούς δημοσιονομικούς στόχους προς τη σύνδεσή τους με τη μεσοπρόθεσμη αύξηση του ΑΕΠ. Το Eurogroup συμφώνησε να ξεκινήσει τεχνική εργασία σχετικά με έναν “μηχανισμό προσαρμογής στην ανάπτυξη” για τη σύνδεση των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους με τα πραγματικά αποτελέσματα ανάπτυξης κατά την περίοδο μετά το πρόγραμμα. Κατά την άποψή μας, αυτό θα αποτελούσε σημαντική εξέλιξη καθώς αυξάνει την εμπιστοσύνη ότι το χρέος της γενικής κυβέρνησης θα παραμείνει σε βιώσιμη πορεία ενόψει των δυσμενών συγκυριακών εξελίξεων.

Η Ελλάδα συνεχίζει να σημειώνει πρόοδο προς την κατεύθυνση της επανέναρξης της τακτικής έκδοσης ομολόγων. Στις 8 Φεβρουαρίου, η κυβέρνηση κυκλοφόρησε ένα νέο ομόλογο επταετούς διάρκειας ύψους 3 δισ. ευρώ με απόδοση 3,5%. Το κόστος χρηματοδότησης υποχώρησε αισθητά από ένα χρόνο πριν, όταν η απόδοση των δεκαετών ομολόγων ήταν πάνω από 7,0%. Η βελτίωση της μακροοικονομικής εικόνας, η συνεχής συμμόρφωση με τους όρους του προγράμματος ΕΜΣ και οι προσδοκίες για την ομαλή ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης υποστηρίζουν τις κυβερνητικές προσπάθειες για την αποκατάσταση της πρόσβασης στην αγορά. Αναμένουμε από την κυβέρνηση να συνεχίσει να αντιμετωπίζει το χρέος της αγοράς και να χρησιμοποιεί τα έσοδα για να εξομαλύνει περαιτέρω το προφίλ ωριμότητας και να δημιουργήσει ένα σημαντικό buffer αποθεμάτων πριν από το τέλος του προγράμματος ESM.

Κατά την άποψή μας, το πολιτικό σκηνικό έχει γίνει πιο σταθερό και ο κίνδυνος μιας μελλοντικής κυβέρνησης που θα παραβιάζει τις προϋποθέσεις μέσω της αντιστροφής των μέτρων πολιτικής που εγκρίθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος ΕΜΣ είναι πιο περιορισμένη. Η κυβέρνηση Τσίπρα θέσπισε μια δέσμη πολιτικά δύσκολων μέτρων για το 2015-17 και νομίζουμε ότι θα ήταν πολιτικά δύσκολο για την ίδια κυβέρνηση να σταματήσει αυτή τη διαδικασία μόλις ολοκληρωθεί το πρόγραμμα. Το κύριο κόμμα της αντιπολίτευσης, η Νέα Δημοκρατία, έχει λιγότερη ιδεολογική αντίθεση στα μέτρα του προγράμματος ΕΜΣ και είναι έντονα φιλοευρωπαϊκή. 

Οι αξιολογήσεις βασίζονται σε υψηλά επίπεδα κατά κεφαλήν εισοδήματος, τα οποία υπερβαίνουν κατά πολύ τους συντελεστές «Β» και «ΒΒ». Η χρηματοπιστωτική κρίση και η ύφεση της Ελλάδας έδειξαν ελλείψεις στην αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης και έθεσαν σοβαρές πιέσεις στην πολιτική και κοινωνική σταθερότητα. Ωστόσο, η διακυβέρνηση εξακολουθεί να είναι σημαντικά ισχυρότερη από ό, τι στους περισσότερους υποτιμητικούς επενδυτές.

Η οικονομία ανακάμπτει. Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε για τρία συνεχόμενα τρίμηνα, για πρώτη φορά από το 2006. Ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ οδηγείται κυρίως από τις εξαγωγές, με τη συρρίκνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Η βελτίωση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας σε συνδυασμό με τη σταθερή εξωτερική ζήτηση στήριξε την ανάπτυξη των εξαγωγών. Η Fitch αναμένει αύξηση 2,1% το 2018 και 2,6% το 2019. Η απορρόφηση της επενδυτικής ζήτησης, η μείωση του ποσοστού ανεργίας και η συνεχιζόμενη εκκαθάριση των καθυστερούμενων οφειλών της κυβέρνησης αναμένεται να στηρίξουν την εγχώρια ζήτηση. Η σταθερή εξωτερική ζήτηση θα πρέπει να υποστηρίζει τις εξαγωγικές επιδόσεις. Η συμβολή του καθαρού εμπορίου είναι πιθανό να παραμείνει μικρή λόγω της σταθερής αύξησης των εισαγωγών.

Τα δημόσια οικονομικά βελτιώνονται. Το 2017 εκτιμούμε ότι η Ελλάδα σημείωσε πρωτογενές πλεόνασμα 1,90% του ΑΕΠ, πάνω από το στόχο του προγράμματος του ΕΜΣ 1,75%, λόγω υψηλότερων εσόδων από τον προϋπολογισμό και περιορισμού των δαπανών. Αναμένουμε από την κυβέρνηση να καταγράψει ένα μέσο πρωτογενές πλεόνασμα 3,4% του ΑΕγχΠ κατά τη διάρκεια του 2018-22. Αν υποθέσουμε ότι ο ρυθμός αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ είναι 3,9%, το ακαθάριστο χρέος του ευρύτερου δημόσιου τομέα προβλέπεται να μειωθεί στο 151% του ΑΕΠ έως το 2022. Αναμένουμε ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα θα αρχίσουν να μειώνονται κάτω του 3,5% του ΑΕΠ (ο επίσημος στόχος του ΕΜΣ μέχρι το 2022)

Ο τραπεζικός τομέας εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις. Η βασική πρόκληση είναι η αντιμετώπιση των μη αποτελεσματικών χρηματοδοτικών ανοιγμάτων, τα οποία παρέμειναν επίμονα υψηλά στο 50% των ακαθάριστων δανείων στα τέλη Σεπτεμβρίου του 2017. Οι ελληνικές τράπεζες δεσμεύτηκαν για φιλόδοξα σχέδια μείωσης των ΕΑΠ μέχρι τα τέλη του 2019 και έχουν επιτύχει τους ενδιάμεσους στόχους τους. Αναμένουμε ότι η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού θα συνεχίσει να βελτιώνεται, αλλά πιστεύουμε ότι οι κίνδυνοι εκτέλεσης εξακολουθούν να είναι σημαντικοί.

Η εμπιστοσύνη των καταθετών βελτιώνεται σταδιακά. Μετά από μεικτή εκκίνηση μέχρι το 2017, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν κατά 5,9 δισ. Ευρώ (5%) κατά τους έξι μήνες έως το τέλος Δεκεμβρίου, αντικατοπτρίζοντας τη μειωμένη αβεβαιότητα μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης αναθεώρησης του προγράμματος ΕΜΣ και της έντονης τουριστικής περιόδου. Αναμένουμε ότι η αύξηση των καταθέσεων θα συνεχιστεί καθώς η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα θα ενισχυθεί, αν και η επιστροφή των καταθέσεων θα εξακολουθήσει να παρεμποδίζεται από τη μεγάλη δημοσιονομική επιβάρυνση.

Οι ελληνικές τράπεζες θα υποβληθούν σε δοκιμασία ακραίων καταστάσεων πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδας. Από την εκτίμηση της ΕΚΤ το 2015, οι ελληνικές τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί και έχουν σημειώσει πρόοδο στην αναδιάρθρωση. Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας των κοινών μετοχών της Κατηγορίας 1 των τραπεζών ήταν κατά μέσο όρο πάνω από 4 πόντους υψηλότεροι στο τέλος Σεπτεμβρίου 2017 από ό, τι οδήγησαν στην ΑΠ, ενώ οι οικονομικές προοπτικές για την Ελλάδα είναι πιο θετικές. 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ