Τσίπρας: Η στροφή της κεντροδεξιάς σε ακραίες θέσεις δεν αποτελεί ανάχωμα για την ακροδεξιά αλλά τροφή

Η στροφή της κεντροδεξιάς προς εθνικιστικές, ακραίες, σοβινιστικές θέσεις, προκειμένου να ανατρέψει ή να αναχαιτίσει την άνοδο της ακραίας δεξιάς επί της ουσίας τρέφει τις ακραίες δυνάμεις, επισήμανε στη δευτερολογία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ο Αλέξης Τσίπρας.

Όπως τόνισε, “αυτό οφείλουμε να το σταματήσουμε. Και για να το σταματήσουμε, πρέπει να ξαναγυρίσουμε στις ιδρυτικές αξίες της Ε.Ε., που είναι η αλληλεγγύη, που είναι η κοινωνική συνοχή, που είναι η ευημερία των πολιτών”, .

Ο Αλέξης Τσίπρας επανέλαβε ότι η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε έναν μεγάλο υπαρκτό, υπαρξιακό κίνδυνο, κάτι που πολλοί δεν φαίνονται να αντιλαμβάνονται. “Θέλω να πω ότι βρισκόμαστε μπροστά σε αυτή την -αν θέλετε- μεγάλη διακινδύνευση και εξαιτίας, κυρίως θα έλεγα εκ του γεγονότος ότι τα προηγούμενα χρόνια πράγματι προτεραιοποιήθηκαν πολιτικές, με ακραίο πρόσημο, οι οποίες βεβαίως είχαν ως στόχο την οικονομική ισορροπία, αλλά προκειμένου να την πετύχουν, προσπάθησαν να σώσουν τις τράπεζες, χωρίς να λογαριάσουν το κόστος, το κοινωνικό. Αυτές οι πολιτικές είναι που δίνουν τον λόγο σήμερα, με πρωταγωνιστικό ρόλο, σε ακραίες πολιτικές δυνάμεις”.

“Και θέλω να απευθυνθώ, για άλλη μια φορά, σε όλο το δημοκρατικό τόξο, από τα αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας, μέχρι το φιλελεύθερο κέντρο, αλλά και σε εσάς, το Λαϊκό Κόμμα διότι, αυτές οι δυνάμεις είναι εντός σας και γίνονται κυρίαρχες, ηγεμονικές στον πολιτικό λόγο, όταν αναγκάζεστε να στρέψετε την πολιτική σας ρητορική προς εθνικιστικές, ακραίες, σοβινιστικές θέσεις, προκειμένου να ανατρέψετε ή να αναχαιτίσετε την άνοδο της ακραίας δεξιάς στις χώρες σας, δεν κάνετε τίποτε παραπάνω, από να τρέφετε τις ακραίες αυτές δυνάμεις, που σε λίγο θα φτάσουν σε ποσοστά, που θα είναι ανησυχητικά για όλους μας, στην Ευρώπη. Και αυτό, οφείλουμε να το σταματήσουμε. Και για να το σταματήσουμε, πρέπει να ξαναγυρίσουμε στις ιδρυτικές αξίες της Ε.Ε., που είναι η αλληλεγγύη, που είναι η κοινωνική συνοχή, που είναι η ευημερία των πολιτών”, κατέληξε ο Αλέξης Τσίπρας.

Στη δευτερολογία του, όμως, ο πρωθυπουργός απάντησε και στις επικρίσεις που δέχθηκε σχετικά με τη στάση της κυβέρνησής του στις διαπραγματεύσεις με την ΕΕ στην αρχή της θητείας του.

“Είναι πάντοτε για μένα πολύ ευχάριστη αυτή η ζωντανή συζήτηση, μέσα στο Κοινοβούλιο και ιδιαίτερα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ίσως να μην προκάλεσα, τον ίδιο ενθουσιασμό ή την ίδια αντιπαράθεση με την προηγούμενη παρουσία μου, εδώ, που θυμήθηκε ο κ. Φερχόφσταντ, αλλά και άλλοι ευρωβουλευτές. Αλλά φαντάζομαι ότι προκάλεσα και ήταν ο στόχος μου να προκαλέσω έναν έντονο και ουσιαστικό διάλογο”, τόνισε ο πρωθυπουργός ξεκινώντας τη δευτερολογία του.

Όπως τόνισε, πράγματι, η υπόθεση της Ελλάδας, είναι μια υπόθεση που πρέπει να μελετηθεί πάρα πολύ από την Ευρώπη. “Διότι, η Ελλάδα αποτέλεσε ένα πείραμα, το οποίο εξέθεσε τις κοινές ευρωπαϊκές μας αξίες. Διότι, η κρίση δεν ξεκίνησε χθες. Η κρίση ξεκίνησε το 2010. Τα προγράμματα προσαρμογής ξεκίνησαν το 2010. Έχουν περάσει οκτώ ολόκληρα χρόνια από το 2010 για να μπορούμε σήμερα να ατενίζουμε το μέλλον με περισσότερη αισιοδοξία. Να μπορούμε σήμερα να μιλάμε για το οριστικό τέλος της οικονομικής κρίσης και των προγραμμάτων προσαρμογής”.

Ο πρωθυπουργός επισήμανε ότι είναι χαρούμενος και ευτυχής, που η κυβέρνησή του είναι αυτή, που πέτυχε, εκεί που απέτυχαν τρεις συνεχόμενες κυβερνήσεις, από το 2010 έως το 2015. Αυτό από μόνο του είναι μια εξαιρετική πολιτική επιτυχία.

“Όμως, θα σας πω ότι αυτό που με κάνει σήμερα να είμαι πραγματικά ευτυχής, δεν είναι ότι πετύχαμε να ολοκληρώσουμε τα προγράμματα προσαρμογής”, σημείωσε ο Αλέξης Τσίπρας και πρόσθεσε: “Διότι, αυτό θα μπορούσε να το πετύχει και κάποιος, κάποια άλλη πολιτική δύναμη, ακολουθώντας μια συνταγή, η οποία θα άφηνε τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία έρμαιη και απροστάτευτη, όπως έγινε από το 2010 έως το 2015. Αν αισθάνομαι ότι κάτι πετύχαμε, είναι ότι από τη μια καταφέραμε να εμβαθύνουμε δομικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες μας οδήγησαν στη δημοσιονομική εξυγίανση και την έξοδο από την κρίση, ενώ ταυτόχρονα καταφέραμε να προστατεύσουμε, όσο μπορούσαμε, σε αυτό τον δημοσιονομικό χώρο που είχαμε, τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία”.

Τόνισε ότι αυτή ήταν η μεγάλη δυσκολία και η μεγάλη επιτυχία, αυτών των τριών χρόνων. Το γεγονός, δηλαδή, ότι το 2015 η Ελλάδα βρισκόταν στα πρόθυρα μιας μεγάλης ανθρωπιστικής κρίσης. Διότι είχε δύο εκατομμύρια πολίτες ανασφάλιστους, οι οποίοι δεν είχαν δικαίωμα πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη. Διότι δεν υπήρχε για 600.000 ανθρώπους, η δυνατότητα του κατώτατου εγγυημένου εισοδήματος, κοινωνικού εισοδήματος αλληλεγγύης και γιατί υπήρχαν πραγματικά άνθρωποι που έχασαν, όχι μόνον το εισόδημά τους, αλλά τη δουλειά τους, το μέλλον τους, το παρόν τους και δεν είχαν ακόμα-ακόμα να αντιμετωπίσουν τις καθημερινές ανάγκες τους. Ακόμα-ακόμα δεν είχαν και να φάνε και βρίσκονταν κατά χιλιάδες στα συσσίτια των κοινωνικών οργανώσεων, σημείωσε χαρακτηριστικά.

Αυτή η εικόνα, σήμερα, στην Ελλάδα, δεν υπάρχει. Όχι, δεν θέλω εγώ ενώπιών σας να σας πω ότι είναι το success story. Αλλά, όμως, είναι μια πορεία βήμα προς βήμα, είναι μια πορεία που ανοίγει δρόμο προς το μέλλον. Και αν για κάτι πραγματικά θέλω να σας πω ότι είμαι ευτυχής, είναι ότι πετύχαμε να βαθύνουμε τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, να δώσουμε μια πορεία εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών, να πιάσουμε πρωτογενή πλεονάσματα που καμία άλλη κυβέρνηση δεν κατάφερε να πιάσει με πολύ-πολύ σκληρότερα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής, ενώ την ίδια στιγμή καταφέραμε να προστατεύσουμε τους πιο ευάλωτους. Όχι μόνον τους ανασφάλιστους, όχι μόνον τους φτωχούς, αλλά κυρίως να δώσουμε και ένα δείγμα γραφής για την προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων”, ανέφερε ο Αλέξης Τσίπρας.

Όπως τόνισε, ο πυρήνας της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας των πολιτικών που επιβλήθηκαν και πριν τα μνημόνια και κατά τη διάρκεια των μνημονίων στην Ελλάδα ήταν η συρρίκνωση της εργασίας, η διάλυση της εργασίας.

“Διότι κάποιοι πιστεύουν ότι μόνον με αυτό τον τρόπο μπορεί να δημιουργηθεί χώρος για την ανάπτυξη. Εμείς πιστεύουμε το αντίθετο, ότι χώρος για την ανάπτυξη μπορεί να δημιουργηθεί μονάχα μέσα από τη στήριξη της εργασίας και την στήριξη της κοινωνικής συνοχής. Και αυτή είναι μια μεγάλη ιδεολογική τομή και διαφορά που έχουμε εμείς, οι προοδευτικοί, από τους νεοφιλελεύθερους”, τόνισε.

Αναφερόμενος στην ομιλία του Γκι Φερχόφσταντ, ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η Ελλάδα χρειάστηκε τρία συνεχόμενα προγράμματα και οκτώ χρόνια για να βγει από τα μνημόνια, ενώ άλλες χώρες που βρέθηκαν σε αυτή τη δυσχερή οικονομική θέση, η Κύπρος, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία κατάφεραν να εξέρθουν σε τρία χρόνια, γιατί υπήρξαν μεγάλα λάθη. Λάθη και από τις ελληνικές κυβερνήσεις, αλλά και από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

“Και πρέπει να το παραδεχτούμε αυτό. Διότι τα πρώτα προγράμματα, αντί να εμβαθύνουν στις δομικές μεταρρυθμίσεις, που είχε ανάγκη η χώρα, αντί να προτεραιοποιήσουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προτεραιοποίησαν μια πρωτοφανή δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία, εκ των πραγμάτων, οδήγησε σε ένα οικονομικό αδιέξοδο. Εκ των πραγμάτων οδήγησε σε μια πρωτοφανή εσωτερική υποτίμηση, στην πτώση της κατανάλωσης και σε ένα φαύλο κύκλο, σε ένα σπιράλ ύφεσης και λιτότητας”, πρόσθεσε.

Αντιθέτως, σημείωσε ο Αλέξης Τσίπρας, “εμείς πετύχαμε μια δύσκολη συμφωνία το 2015, αλλά ήταν μια συμφωνία ηπιότερης δημοσιονομικής προσαρμογής, με προτεραιοποίηση στις δομικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, που οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις δεν θέλησαν να προτεραιοποιήσουν. Προτίμησαν να κόβουν συντάξεις και μισθούς, αντί να κάνουν δομικές μεταρρυθμίσεις. Ακριβώς, διότι υπήρχαν οργανωμένα συμφέροντα, τα οποία δεν ήθελαν να θίξουν και πελατειακές σχέσεις. Αυτή είναι η αλήθεια, είτε σας αρέσει ορισμένους από εσάς, είτε δεν σας αρέσει, γιατί θέλετε να υπερασπιστείτε πολιτικές δυνάμεις που ανήκουν στις δικές σας πολιτικές οικογένειες”.

Απαντώντας δε στον Εστεμπάν Γκονζάλες Πον, ο οποίος είπε στον Αλέξη Τσίπρα ότι άλλαξε, ο πρωθυπουργός τόνισε: “Δεν ξέρω αν είναι κακό αυτό. Κακό είναι κάποιοι να παραμένουν αδιόρθωτοι και να προσπαθούν να υπερασπιστούν αυτά που δεν είναι υπερασπίσιμα. Σας άκουσα, βεβαίως, να ασκείτε κριτική -και εγώ θεωρώ ότι η κριτική είναι πολύ ωφέλιμη για τη Δημοκρατία και είμαι πολύ χαρούμενος που το κάνατε σε μένα- και θέλω να σας θυμίσω ότι σήμερα είναι 11 του Σεπτέμβρη. Και εκτός από την αποφράδα ημέρα της τρομοκρατικής επίθεσης στις ΗΠΑ, είναι και άλλη μια μαύρη επέτειος. Είναι η επέτειος του θανάτου του Σαλβαδόρ Αλιέντε. Λυπάμαι, κύριε Γκονζάλες, που στην ομιλία σας αναπαράξατε -δεν το ξέρω αν το κάνατε συνειδητά ή μη- τη θεωρία των δύο άκρων. Ελπίζω, τουλάχιστον, να μην θεωρείτε, όπως κάποιοι φίλοι σας, ομοϊδεάτες σας στην Ελλάδα, ότι ο δικτάτορας Πινοσέτ εφήρμοσε ενδιαφέρουσες πολιτικές προς αντιγραφή, ιδίως, σε ό,τι αφορά το ασφαλιστικό σύστημα”.

Συνεχίζοντας ο Αλέξης Τσίπρας την απάντησή του προς τον Γκονζάλες επιτέθηκε και στη ΝΔ: «Να σας υπενθυμίσω ότι αν θέλετε να μιλήσετε για νεποτισμό στην Ελλάδα, δείτε απλά ότι δυστυχώς, δυστυχώς το λέω, μια παράταξη η οποία τόσο πολλά έχει προσφέρει στην Ελλάδα, όπως η συντηρητική παράταξη -γιατί θέλω να είμαι δίκαιος και ακριβοδίκαιος- δυστυχώς, αρχηγοί στην παράταξη, αυτή, γίνονται, συνήθως, τα τέκνα κάποιων πετυχημένων ή μη, αλλά προηγούμενων πρωθυπουργών. Αυτή είναι η παράδοση στην Ελλάδα. Υπάρχει πουθενά αλλού αυτό σε συντηρητικά κόμματα σε ολόκληρη την Ευρώπη; Μην ψάχνετε σε μας για νεποτισμό, ούτε για πελατειακό κράτος”.

“Επίσης, μιλήσατε για λαϊκισμό. Λυπάμαι αλλά πάλι στη δική σας παράταξη πρέπει να στραφείτε όταν μιλάτε για λαϊκισμό. Γιατί δεν υπάρχει μεγαλύτερος λαϊκισμός από το να παίζεις με εθνικά θέματα και να αλλάζεις θέση για να ψαρέψεις στα θολά νερά της ακροδεξιάς και εν προκειμένω να μη διασπάσεις την παράταξή σου. Η στάση που κρατά το κόμμα της Ν.Δ., που ανήκει στην πολιτική σας οικογένεια, σε σχέση με την αναγκαία για την Ευρώπη, την αναγκαία για τα Βαλκάνια, την αναγκαία για την περιοχή μας, επίλυση του προβλήματος της ονομασίας με τη βόρεια γειτονική μας χώρα, του μακεδονικού προβλήματος, είναι μια στάση που θα χαρακτηρίζεται στα μελλοντικά βιβλία της Ιστορίας ως ο ορισμός του λαϊκισμού και του καιροσκοπισμού”, πρόσθεσε ο πρωθυπουργός.

Αναφορικά με την αναφορά του Γκονζάλες ότι η διαπραγμάτευση του Τσίπρα είχε κόστος 100 δισ. ευρώ, ο πρωθυπουργός απάντησε ότι εκείνο το δύσκολο εξάμηνο έγιναν λάθη και από τις δύο πλευρές. “Όμως, καλό είναι όταν μιλάμε σε αυτή την αίθουσα, να μην μιλάμε με όρους πολιτικής επικοινωνίας και με ανακρίβειες. Διότι αν όντως υπήρχε κόστος-επιβάρυνση, τόσων δισεκατομμυρίων ευρώ, θα είχε αυξηθεί και το δημόσιο χρέος, αντιστοίχως. Αλλά, τι ακριβώς, λένε αυτοί, που ισχυρίζονται ότι υπήρχε αυτό το κόστος; Έρχονται και λένε ότι θα υπήρχε στα χαρτιά αναπτυξιακή δυναμική τα χρόνια 2015-2017, της τάξης του 20% του ΑΕΠ. Δηλαδή, το κόστος για την ελληνική οικονομία, που απώλεσε το 25% του ΑΕΠ της, το 1/4 δηλαδή του εθνικού της πλούτου, τα τέσσερα πρώτα καταστροφικά χρόνια, δήθεν θα κερδίζονταν αν δεν υπήρχε πολιτική αλλαγή στην Ελλάδα”.

“Και πώς αλήθεια; Με ποιες πολιτικές; Με αυτές που οι προηγούμενες κυβερνήσεις, του κυρίου Σαμαρά, που αναφέρατε, δεν είχε καταφέρει ούτε καν να έχει θετικό ισοζύγιο, πλεονασματικούς προϋπολογισμούς και το πρωτογενές πλεόνασμα, το οποίο είχε υπογράψει, ήταν της τάξης του 4% και 4,5%, αλλά δεν είχε καταφέρει να φτάσει ούτε στο 0,3%. Με τους αναπτυξιακούς ρυθμούς του 0,3%, που κατάφερε, 0,4% μόνο μια χρονιά, το 2014; Πώς θα κατάφερνε να πιάσει αυτούς τους ρυθμούς, που θα ξανάφερναν πίσω το 20% του ΑΕΠ;”, αναρωτήθηκε ο Αλέξης Τσίπρας.

Όπως τόνισε, πρόκειται για στοχευμένες ανακρίβειες, όπως ανακρίβεια είναι και ότι δήθεν η Ελλάδα την τριετία αυτή, σπατάλησε 40 δισ. ευρώ, στην ανακεφαλοποίηση των τραπεζών. “Σαράντα πέντε δισεκατομμύρια ήταν το συνολικό κόστος και των τριών ανακεφαλαιοποιήσεων, αλλά η ανακεφαλοποίηση που έγινε στα δικά μας χρόνια κόστισε μόνο 6 δισ., από τα 24 που ήταν διαθέσιμα, από το τρίτο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής. Τα λέω αυτά, διότι κάποια πράγματα πρέπει να απαντηθούν. Και τα λέω διότι πιστεύω ότι αν θέλουμε να κοιτάξουμε μπροστά, οφείλουμε με τις υπαρκτές ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές, τουλάχιστον, όταν αντιδικούμε, να αντιδικούμε επί των πραγματικών αριθμών και επί της πραγματικότητας που όλοι αντιμετωπίσαμε”.

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ