Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε ανασχηματισμό και η κοινωνία τα τελευταία μπάνια

 του Χρήστου Γ. ΚΤΕΝΑ*

Πως κρίνεις ένα κυβερνητικό ανασχηματισμό; Υπάρχουν τρεις -χονδρικά- τρόποι. Ο πρώτος είναι της ειρωνείας, καυστικής ή κομψής το ίδιο κάνει. Απαξιώνεις πρόσωπα, επιλογές, ιστορίες, διαπιστώνεις τις αντιθέσεις, είσαι σίγουρος πως η στην ουσία αντιπολιτευτική σου διάθεση θα αποδείξει το πόσο άχρηστος ήταν. 

Ο δεύτερος τρόπος είναι εκείνος της “δημιουργικής κριτικής”, όπου – με συμπολιτευτική διάθεση ας μην κρυβόμαστε – αναζητάς τα όποια καλά, εντοπίζεις τις εξελίξεις και εύχεσαι τα νέα πρόσωπα να αποδειχθούν αντάξια.

Ο τρίτος τρόπος, είναι αυτός που θα χρησιμοποιήσουμε εδώ. Και είναι η πρακτική ανάλυση, αυτή δηλαδή που μας επιτρέπει μέσα από κάποιες λογικές (έστω λογικοφανείς) προβλέψεις να δούμε τι αλλαγές πολιτικής μπορεί να αναμένει η κοινωνία από αυτό τον ανασχηματισμό.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν: Στα βασικά υπουργεία τα πρόσωπα δεν άλλαξαν. Οικονομικά, Άμυνα, Παιδεία, Εργασία και Κοινωνική Ασφάλιση, Εξωτερικών, Υγείας, Υποδομών κ.α. δεν έχουμε κάτι ουσιαστικά νέο. Άρα, μπορούμε να προβλέψουμε πως – σε όποιο επίπεδο η πολιτική καθορίζεται από την προσωπικότητα – δεν θα υπάρχουν αλλαγές σε πράξη και σε ύφος.

Στη συνέχεια κάποιες αλλαγές εντοπίζονται κυρίως σε μικρές σε έκταση διευρύνσεις προς τα “δεξιά” (Κατερίνα Παπακώστα) και προς τα “σοσιαλδεξιά” (Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου). Μικρές όμως διευρύνσεις γιατί είναι ολιγοπρόσωπες αλλά και γιατί τα συγκεκριμένα πρόσωπα -για να το πούμε κομψά- δεν ανήκουν στους πρωταγωνιστές της πολιτικής σκηνής. Άρα, μια ακόμη λογική πρόβλεψη είναι ότι αυτά τα πρόσωπα μπαίνουν στην κυβέρνηση κυρίως συμβολικά, χωρίς ειδικό ρόλο. 

Τρίτον, έχουμε κάποιες εσωτερικές μετακινήσεις αλλά και αναδείξεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Οι περισσότερες όμως είναι ανούσιες, π.χ. όσο άσχετος ήταν ο Φώτης Κουβέλης ως δικηγόρος με το υπουργείο Εθνικής Αμύνης το ίδιο άσχετος παραμένει με το υπουργείο Νησιωτικής Πολιτικής, ενώ η Κατερίνα Νοτοπούλου – που τόσα σεξιστικά της έσυραν – ανέλαβε υφυπουργός Μακεδονίας-Θράκης, ένα χαρτοφυλάκιο όμως το οποίο είναι εδώ και δεκαετίες απονευρωμένο και περιττό. Άρα και σε αυτές τις περιπτώσεις μάλλον δεν μπορούμε να περιμένουμε κάτι το ριζικό ή απρόσμενο.

Ίσως η μόνη με κάποια προοπτική αλλαγή να είναι εκείνη του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, το οποίο επανεμφανίζεται ως ανεξάρτητο (ενώ στο προηγούμενο κυβερνητικό σχήμα ήταν ενταγμένο στο υπουργείο Εσωτερικών). Η αναβάθμιση αυτή, ίσως δείχνει πρόθεση της κυβέρνησης να κάνει κάτι για τη δημόσια εικόνα περί ασφάλειας, ζήτημα στο οποίο υστερεί σημαντικά. Με κάποιες -υποθέτουμε- πιο δυναμικές κινήσεις τις οποίες θα χρεωθεί πολιτικά η κα Παπακώστα ως “δεξιά”, ώστε να αξιοποιηθεί ως μαξιλάρι διαμαρτυριών, αν βέβαια “διαβεί τον Ρουβίκωνα”. Βέβαια, αυτή η υπόθεση αντικρούει την προηγούμενη που κάναμε περί κυρίως συμβολικού ρόλου της Κατερίνας Παπακώστα, αλλά είναι αρκετά ιντριγκαδόρικη για να μην την αγνοήσουμε…

Που καταλήγουμε: Πως ο ανασχηματισμός, τουλάχιστον από πλευράς προσώπων δεν δείχνει ουδεμία κρίσιμη αλλαγή πορείας του κυβερνητικού σχήματος, το οποίο όπως φαίνεται θα βαδίσει στα μέχρι τώρα μνημονιακά / μικροκομματικά / πελατειακά χνάρια του. Μια πρόβλεψη που ενισχύεται καθώς παρέμειναν – προς το παρόν- στη θέση τους και οι πιο φασαριόζικες επιλογές: Από τον εκρηκτικό Παύλο Πολάκη έως τον χαοτικό Πάνο Καμμένο, εκείνες δηλαδή που παράγουν και μεγάλη επικαιρότητα και πολιτική ένταση.

Αν όμως είναι χωρίς πρόθεση εξελίξεων, πως αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί ο συγκεκριμένος ανασχηματισμός καθώς βρισκόμαστε μόλις 12 μήνες πριν τις εκλογές και μάλλον λιγότερους; 

Η πρώτη ερμηνεία που μπορεί να δώσουμε -και εδώ περνάμε στη σφαίρα της πολιτικής ψυχολογίας- είναι πως απλώς είδαμε έναν ανασχηματισμό “αδρανείας”. Δηλαδή μια τυπική ανακύκλωση προσώπων, με λίγη εσάνς “διεύρυνσης”, από αυτές που έκανε π.χ. το ΠΑΣΟΚ με το σωρό στη δεκαετία του ’80. Μια ανάλυση δηλαδή που δείχνει πως ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας προσωπικά, έχουν πλέον γίνει καθαρόαιμα του παλαιοκομματισμού, αναπαράγοντας καταστάσεις και πρακτικές καθεστωτισμού. Κάτι που δεν μας εκπλήττει, καθώς η αρχική επιπόλαια επαναστατικότητα του ΣΥΡΙΖΑ έχει εδώ και αρκετά χρόνια λήξει και έχει αντικατασταθεί από μια καφενειακή εκδοχή της. Αυτή δηλαδή που μένει στα λόγια και όχι στην πράξη, ενώ μετά την κατανάλωση του μεζέ και της μπύρας, ο “μεροκαματιάρης της πολιτικής” πρέπει να επιστρέψει στην καθημερινότητα του. 

Η δεύτερη ερμηνεία είναι αυτή της “αναμονής”. Καθώς σε λίγους μήνες θα εμφανιστεί το γνωστό πρόβλημα της συμφωνίας των Πρεσπών. Εκεί δηλαδή που ο Πάνος Καμμένος έχει δεσμευθεί ότι “θα ρίξει την κυβέρνηση”, κάτι που προσωπικά απεύχεται, αλλά βλέπει πως οι δημοσκοπήσεις τον υποχρεώνουν, για να μην εξαφανιστεί και τελείως από τον πολιτικό χάρτη. Ακόμη και να μην εμφανιστεί αυτό το ζήτημα (αν δηλαδή οι Σκοπιανοί καταψηφίσουν την συμφωνία), παραμένει ο σκόπελος της μείωσης συντάξεων, όπως και η αναχρηματοδότηση του χρέους μας από τις -προς το παρόν- πανάκριβες διεθνείς αγορές. Στοιχεία δηλαδή που μιλάνε για σκηνικό νέας κρίσης εντός του επόμενου εξαμήνου. 

Εδώ λοιπόν ο ανασχηματισμός των ημερών μπορεί να ερμηνευτεί ως κακότεχνηδοκιμή “διεύρυνσης και συνεργασίας”. Έτσι μπορούμε να υποθέσουμε – αξιοποιώντας και κάποιες πληροφορίες μας- πως αυτό το επερχόμενο σκηνικό κρίσης μαζί με μια παρακαταθήκη σκανδάλων που προς το παρόν κρατιούνται στα “ντουλάπια” (που κανείς δεν ξέρει πόσο σοβαρά ή έστω υπαρκτά θα είναι), θα χρησιμοποιηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ ως κύριος μοχλός στις επερχόμενες εκλογές, ώστε να τεθεί το ερώτημα, κυρίως προς τα “σοσιαλδεξιά” της πολιτικής σκηνής: “Είστε μαζί μας, παρόλα τα λάθη μας, ή θα πάτε με αυτούς;”.

Όπου “αυτοί” θα είναι η πράγματι παράταιρη εικόνα της Ν.Δ., που εμφανίζεται λίγο φιλελεύθερη, λίγο παραδοσιακή, λίγο λαϊκίστικη και λίγο ακραία συντηρητική, με συγκεκριμένα πρόσωπα να αντιπροσωπεύουν κάθε έκφανση της. Πρόσωπα μάλιστα που επιχειρούν το καθένα να πάρουν τη σκυτάλη για την επόμενη μέρα, της “εκλογικής νίκης”. 

Αρκεί αυτή η τακτική “εκβιασμού” που υποθέτουμε ότι προετοιμάζει ο ΣΥΡΙΖΑ προς τα “σοσιαλδεξιά” (δηλαδή κυρίως προς το ΚΙΝΑΛ-ΠΑΣΟΚ και τις διάφορες αιωρούμενες προσωπικότητες του χώρου) για να κερδίσει τις επερχόμενες εκλογές; Κανείς δεν ξέρει. Οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις πάντως, με όλη την αμφισβήτηση τους, δεν δείχνουν κάτι τέτοιο. Αλλά, συνδυάζοντας και τις δύο ερμηνείες μας, ο “βαρύς και καθεστωτικός” ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί να σχεδιάζει και τα προεκλογικά του τρικ από τώρα, ελπίζοντας στο καλύτερο. Καλύτερο για αυτόν βέβαια, και όχι για την κοινωνία.

Όπου – για να επιστρέψουμε στο αρχικό μας κριτήριο- αυτό της χρησιμότητας των πολιτικών εξελίξεων για την καθημερινότητα μας, παραμένει η κρίση μας αρνητική. Καθώς “αριστερά”, “σοσιαλδεξιά” και “δεξιά” στην Ελλάδα (τα εισαγωγικά μπαίνουν αναγκαστικά, καθώς πλέον κανείς πολιτικός χώρος δεν αντιπροσωπεύει κάτι ιδεολογικά σαφές) παραμένουν κλεισμένες σε κάποιο σαλόνι, αστικό ή μικροαστικό, δεν έχει σημασία. Σχεδιάζοντας επί χάρτου, περιμένοντας τις εξελίξεις, αναμένοντας την κατάρρευση του αντιπάλου, τροφοδοτώντας σκιαμαχίες ιντερνετικών τρολ, διαχέοντας fake news, κουτσομπολεύοντας και ραδιουργώντας στο εσωτερικό τους, μοιράζοντας οφίκια και υποσχέσεις, όλα αυτά δηλαδή τα ανούσια της πολιτικής εσωστρέφειας.

Έξω βέβαια από το “σαλόνι” οι πολίτες απελπισμένοι, οργισμένοι και κακο-πληροφορημένοι, θα ψηφίσουν με τα κριτήρια της κρίσης, τόσο της πρόσφατης όσο και της χρόνιας ιδιοτροπίας μας: Να φύγει “αυτός” και να έρθει ο “επόμενος”, να ψηφίσουμε “εκείνον” ως διαμαρτυρία, να προτιμήσουμε “αυτόν” από τον “άλλο” που υποψιαζόμαστε. Και απλώς όταν τα λαϊκά κριτήρια συμπέσουν με την στρατηγική κάποιου κόμματος και το αναδείξουν στην εξουσία, τότε όλοι μαζί γιορτάζουμε τη “νίκη της Δημοκρατίας” και την “νέα αρχή προς τη σωτηρία”.

Ειρωνεία; Σίγουρα ναι, αλλά χειρότερη ειρωνεία από την πραγματικότητα δεν υπάρχει. Καλά τελευταία μπάνια λοιπόν, καλή πρώτη δόση ΕΝΦΙΑ και δεύτερη/τρίτη δόση φόρου εισοδήματος σε όλους μας.

* ο Χρήστος Γ. Κτενάς είναι δημοσιογράφος εδώ και 20 χρόνια, έχοντας εργαστεί σε μια σειρά από περιοδικά και εφημερίδες, πολλές φορές από θέσεις ευθύνης.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ